synt

Σε 3 «δόσεις» οι μειώσεις σε συντάξεις και οι αυξήσεις σε εισφορές

Σε τρία διαδοχικά κύματα την περίοδο 2016 – 2018 (και όχι μόνο έως το τέλος του… 2016, όπως επέμεινε η κυβέρνηση μέχρι και παραμονές της κατάθεσης του σχεδίου της για το νέο Ασφαλιστικό) θα έλθουν οι μειώσεις στις συντάξεις και οι αυξήσεις στα ασφάλιστρα, σύμφωνα με όσα προκύπτουν από την πλατφόρμα των ανατροπών που σχεδιάζει η κυβέρνηση στο συνταξιοδοτικό  που παρουσιάστηκε την περασμένη Δευτέρα.

Του Δημήτρη Κατσαγάνη

Αν το προσχέδιο αυτό ψηφιστεί από τη Βουλή μέχρι τις αρχές Φεβρουαρίου 2016, παρά τις όποιες ενστάσεις φαίνεται πως υπάρχουν από τους δανειστές, τότε:

1. Εντός του α’ τριμήνου του 2016 θα ξεκινήσουν οι μειώσεις σε εφάπαξ, μερίσματα του Δημοσίου, το ΕΚΑΣ και ενδεχομένως και τις επικουρικές συντάξεις.  Τα εφάπαξ θα μειωθούν κατά 8 -10%, το ΕΚΑΣ θα το χάσει 1 στους 5 δικαιούχους του (ήτοι το 20%), τα μερίσματα θα κοπούν κατά 30-40%, ενώ οι επικουρικές άνω των 173 ευρώ μπορεί να κοπούν από 2% έως 15%.

2. Από τα τέλη του 2016 και έπειτα και προπαντός από το 2017 θα αρχίσουν να «σκάνε» οι συνέπειες της εφαρμογής των νέων ποσοστών αναπλήρωσης που θα ισχύσουν από 1.1.2016, οι οποίες θα πλήξουν τις συντάξεις άνω των 800 – 1.000 ευρώ, μιας και τότε θα αρχίσουν να καταβάλλονται οι παροχές τις οποίες αιτήθηκαν οι ασφαλισμένοι από την 1.1.2016.

Χαρακτηριστικό είναι πως σύμφωνα με το άρθρο 48 του κυβερνητικού προσχεδίου για το νέο Ασφαλιστικό:

* «Επί αιτήσεων που θα κατατεθούν εντός του 2016, σε περίπτωση κατά την οποία το ποσό της εκδιδομένης σύνταξης υπολείπεται του ποσού της σύνταξης που θα εκδιδόταν κατά το προϊσχύσαν καθεστώς κατά ποσοστό άνω του 20%, το ήμισυ της υπό κρίση διαφοράς καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά (…)». Έτσι η διαφορά μεταξύ αποδοχών που προκύπτουν από τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης και των αποδοχών που προκύπτον από τα παλιά ποσοστά αναπλήρωσης είναι από 20% και κάτω, τότε αυτή προφανώς δεν θα καλυφθεί και, έτσι, θα την υποστεί ο συνταξιούχος. Ωστόσο αν η διαφορά είναι πάνω από 20% θα καλυφθεί το μισό της, συνεπώς και πάλι η συγκεκριμένη κατηγορία νέων συνταξιούχων θα υποστούν μείωση στις αποδοχές τους.

Η διαδικασία αυτή θα συνεχιστεί επί τα χείρω και τα επόμενα 2 χρόνια, δηλαδή το 2017-18, επιβεβαιώνοντας πως το 2018 θα αποτελέσει τον προθάλαμο της εξίσωσης προς τα κάτω παλιών και νέων συνταξιούχων, φέρνοντας αναδρομικές μειώσεις στους παλιούς συνταξιούχους. Πιο συγκεκριμένα, στο άρθρο 48 αναφέρεται ακολούθως πως:

* «Επί αιτήσεων που θα κατατεθούν εντός του 2017 συνεχίζει να καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά το ένα τρίτο (1/3) της διαφοράς».

* «Επί αιτήσεων που θα κατατεθούν εντός του 2018 το ένα τέταρτο (1/4) της διαφοράς».

Παράλληλα από 1.1.2017 θα ξεκινήσουν οι αυξήσεις στα ασφάλιστρα του ΟΑΕΕ, του ΕΤΑΑ και του ΟΓΑ φτάνοντας στο 20% του πραγματικού εισοδήματος των ασφαλισμένων.

3. Aπό τα μέσα του 2018 θα ξεκινήσει η «απομείωση» της «προσωπικής διαφοράς« για όσες μεσαίες – υψηλές  κύριες, αλλά και επικουρικές συντάξεις καταβάλλονταν μέχρι και τις 31.12.2015 και είναι ψηλότερες από τις συντάξεις που καταβλήθηκαν από την 1.1.2016 και έπειτα -όπως προβλέπεται στο άρθρο 15 του κυβερνητικού προσχεδίου για το Ασφαλιστικό.

Το χρονοδιάγραμμα των ανατροπών

Αναλυτικά το χρονοδιάγραμμα των βασικότερων άμεσων και έμμεσων παρεμβάσεων στις αποδοχές των συνταξιούχων αλλά και των οικονομικά ενεργών ασφαλισμένων προβλέπονται ως εξής:

* Η πρώτη «δόση» μειώσεων αφορά τα εφάπαξ, το ΕΚΑΣ και ενδεχομένως και τις επικουρικές συντάξεις αλλά και στις αποδοχές των ασφαλισμένων σε ΟΑΕΕ, ΕΤΑΑ και ΟΓΑ. 

Στο σχέδιο της κυβέρνησης για το νέο Ασφαλιστικό αναφέρεται ότι:

«Το ποσόν της εφάπαξ παροχής ισούται με το άθροισμα του τμήματος της εφάπαξ παροχής που αντιστοιχεί για τα έτη ασφάλισης μέχρι την 31.12.2013 και του τμήματος της εφάπαξ παροχής που αντιστοιχεί για τα έτη ασφάλισης από 1.1.2014 και εφεξής.
α) Για χρόνο ασφάλισης που έχει διανυθεί έως την 31.12.2013:
i) Για τους μισθωτούς:
Το εφάπαξ βοήθημα αποτελείται από το γινόμενο του εβδομήντα επί τοις εκατό (70%) των συνταξίμων αποδοχών επί των οποίων έγιναν οι νόμιμες κρατήσεις, επί τα έτη ασφάλισης.

Ως συντάξιμες αποδοχές νοούνται το πηλίκον της διαίρεσης του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών που έλαβε ο ασφαλισμένος κατά τα πέντε (5) ημερολογιακά έτη που προηγούνται εκείνου της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης, οι οποίες υπεβλήθησαν σε ασφαλιστικές εισφορές, χωρίς να υπολογίζονται τα δώρα εορτών και το επίδομα αδείας, δια του αριθμού των μηνών απασχόλησης που έχουν πραγματοποιηθεί εντός της χρονικής αυτής περιόδου.

«Το Επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΚΑΣ) από 1.1.2016 και έως την 31.12.2019 καταβάλλεται στους ήδη συνταξιούχους και στους δικαιούχους σύνταξης γήρατος, αναπηρίας και θανάτου των οργανισμών κύριας ασφάλισης, εκτός του ΟΓΑ, οι οποίοι εντάσσονται στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης.

Για την καταβολή του επιδόματος πρέπει να πληρούνται αθροιστικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
* Να έχουν συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας τους
* Το συνολικό καθαρό ετήσιο εισόδημα τους από συντάξεις (κύριες, επικουρικές και βοηθήματα καταβαλλόμενα σε χρήμα), μισθούς, ημερομίσθια και λοιπά επιδόματα, να μην υπερβαίνει το ποσό των επτά χιλιάδων εννιακοσίων εβδομήντα δύο (7.972) ευρώ.
* Το συνολικό ετήσιο ατομικό φορολογητέο, καθώς και το απαλλασσόμενο ή φορολογούμενο με ειδικό τρόπο εισόδημα του συνταξιούχου να μην υπερβαίνει το ποσό των οκτώ χιλιάδων οκτακοσίων ογδόντα τεσσάρων (8.884)ευρώ.
* Το συνολικό ετήσιο οικογενειακό φορολογητέο, καθώς και το απαλλασσόμενο ή φορολογούμενο με ειδικό τρόπο εισόδημα να μην υπερβαίνει το ποσό των έντεκα χιλιάδων (11.000)ευρώ.  Τα παραπάνω ποσά αφορούν εισοδήματα του προηγούμενου φορολογικού έτους.
* Το συνολικό ακαθάριστο ποσό κύριας και επικουρικής σύνταξης που καταβάλλεται κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται και τα πάσης φύσεως επιδόματα, πλην των επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων – Πάσχα και επιδόματος αδείας, να μην υπερβαίνει τα εξακόσια εξήντα τέσσερα (664) ευρώ».

«Μέχρι 30.04.2016 εκδίδεται απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, με την οποία καθορίζονται οι τεχνικές παράμετροι, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την υλοποίηση» του νέου τρόπου υπολογισμού των συντάξεων του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης.

α) Για τους ασφαλισμένους από την 1.1.2014 και εφεξής το ποσό της επικουρικής σύνταξης υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των παραπάνω παραγράφων.
β) Για τους ασφαλισμένους μέχρι 31.12.2013, οι οποίοι καταθέτουν αίτηση συνταξιοδότησης από την 1.1.2015 και εντεύθεν, το ποσό της επικουρικής σύνταξης αποτελείται από το άθροισμα δύο τμημάτων:

– i) το τμήμα της σύνταξης που αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισής τους έως 31.12.2014 υπολογίζεται με βάση ποσοστό αναπλήρωσης, το οποίο για κάθε χρόνο ασφάλισης αντιστοιχεί σε 0,45% υπολογιζόμενου επί των συντάξιμων αποδοχών εκάστου ασφαλισμένου, όπως αυτές υπολογίζονται και για την έκδοση της κύριας σύνταξης.

– ii) το τμήμα της σύνταξης που αντιστοιχεί στο χρόνο ασφάλισής τους από 1.1.2015 και εφεξής υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των παραπάνω αυτού.

– Μέχρι την ολοκλήρωση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής οι ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις της προηγούμενης παραγράφου συνεχίζουν να καταβάλλονται στο ύψος που είχαν  κατά την δημοσίευση του παρόντος.

• Δεύτερη «δόση» μειώσεων, αυτή τη φορά, για τις κύριες συντάξεις προς τα τέλη του 2016 –αρχές 2017.

Στο νέο Ασφαλιστικό αναφέρεται πως «από 1.1.2016 η σύνταξη λόγω γήρατος, αναπηρίας και θανάτου του φορέα κύριας ασφάλισης υπολογίζεται ως το άθροισμα δύο τμημάτων: της εθνικής σύνταξης (βλέπε παραπάνω)  και της ανταποδοτικής σύνταξης».

Τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης που αφορούν όσους βγουν στη σύνταξη από 1.1.2016, εκτιμάται ότι θα φέρουν μειώσεις στις  συντάξεις άνω των 800-1000 ευρώ.

Οι μειώσεις αυτές θα φανούν στην τσέπη αυτής της κατηγορίας των συνταξιούχων προς τα τέλη του τρέχοντος έτους, αλλά και στα ταμεία των ασφαλιστικών φορέων προς το τέλος του 2016, μιας και μεσολαβεί τουλάχιστον ένα εξάμηνο μεταξύ της κατάθεσης των δικαιολογητικών για μία σύνταξη και τη λήψη της.

Παράλληλα θα ξεκινήσει από 1.1. 2017 η αύξηση των ασφαλίστρων στον ΟΑΕΕ, το ΕΤΑΑ και τον ΟΓΑ στο20% του πραγματικού εισοδήματος των ασφαλισμένων τους. Συγκεκριμένα στο σχέδιο του νέου Ασφαλιστικού προβλέπεται ότι :

«Από 1.1.2017 οι ελεύθεροι επαγγελματίες, οι οποίοι υπάγονταν στην ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε και του Ε.Τ.Α.Α. αντίστοιχα, καταβάλλουν, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην κοινωνική ασφάλιση, μηνιαία ασφαλιστική εισφορά για τον κλάδο σύνταξης, ύψους 20% επί του μηνιαίου εισοδήματός τους, όπως αυτό καθορίζεται είτε με βάση το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα, από την ασκούμενη δραστηριότητά τους κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος, είτε με βάση την καθαρή αξία των παρεχόμενων μηνιαίως ή σε άλλη τακτική χρονική βάση, υπηρεσιών του τρέχοντος έτους για το οποίο εκδίδονται δελτία παροχής υπηρεσιών, τιμολόγια ή αποδείξεις επαγγελματικής δαπάνης.

Σε καμία περίπτωση η μηνιαία ασφαλιστική εισφορά που υποχρεούνται να καταβάλλουν οι εν λόγω ασφαλισμένοι δεν δύναται να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 20% επί του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών».

Ειδικά για τους αγρότες αναφέρεται ότι  «το ποσοστό υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών για τους ασφαλισμένους της παραπάνω παραγράφου και τους μελλοντικούς ασφαλισμένους της ίδιας κατηγορίας κατ’ επάγγελμα αγρότες, ορίζεται, σταδιακά αυξανόμενο από την 1.7.2015 έως την 31.12.2019, σε ποσοστό 20%, ως εξής:

Κατά το έτος 2017 το ποσοστό επί του φορολογητέου εισοδήματος διαμορφώνεται σε 14%, από 1.1.2018 αυξάνεται σε 17% και από 1.1.2019 διαμορφώνεται στο τελικό 20%».

Τρίτη  «δόση» μειώσεων  στις κύριες συντάξεις προς τα τέλη του 2016-αρχές 2017. 

Στο σχέδιο του νέου Ασφαλιστικού αναφέρεται πως  «οι ήδη καταβαλλόμενες κατά την δημοσίευση του νόμου κύριες συντάξεις», δηλαδή οι συντάξεις που καταβάλλονταν μέχρι 31.12.2015 » αναπροσαρμόζονται (…) βάσει των εξής ρυθμίσεων»:

– «Μέχρι την ολοκλήρωση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής οι συντάξεις (…)», δηλαδή τον Ιούλιο του 2018, » συνεχίζουν να καταβάλλονται στο ύψος που είχαν  κατά την δημοσίευση του παρόντος νόμου».

– «Μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, εφόσον το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων αυτών είναι μεγαλύτερο από αυτό που προκύπτει από τον υπολογισμό τους (…) το επιπλέον ποσό εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά, απομειούμενη μέχρι την τελική αντιστοίχιση με τις συντάξεις όσων θα συνταξιοδοτηθούν μετά τη θέση σε ισχύ του νόμου αυτού (σ.σ. την 1η Ιανουαρίου του 2016).

«Εάν είναι μικρότερο, καταβάλλεται στο συνταξιούχο το αναλογούν υπολειπόμενο ποσό της διαφοράς».

Έτσι όσες συντάξεις καταβάλλονταν μέχρι 31.12.2015  θα μείνουν ανέγγιχτες μέχρι τα μέσα Ιουλίου 2018, οπότε και ολοκληρώνεται το 3ο Μνημόνιο.

Μετά τον Ιούλιο του 2018, όμως, όσες συντάξεις που εκδόθηκαν μέχρι 31.12.2015 είναι μεγαλύτερες από τις αντίστοιχες συντάξεις που εκδόθηκαν μετά την 1.1.2016 με τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης  (δηλ. από τις συντάξεις που εκδόθηκαν με τα ίδια έτη και τις ίδιες προϋποθέσεις) θα εξισωθούν προς τα κάτω με τις τελευταίες.

Αντίθετα, όσες συντάξεις καταβάλλονταν μέχρι 31.12.2015 είναι μεγαλύτερες από τις αντίστοιχες συντάξεις που εκδόθηκαν μετά την 1.1.2016 με τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης μπορεί να αυξηθούν, εφόσον επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις για θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης από το 2018 και έπειτα.