Πριν από κάμποσα χρόνια, την εποχή που τα αυτοκίνητα στην πλειονότητά τους είχαν καρμπυρατέρ, η εκκίνηση, ειδικά το πρωί, ήταν μια ολόκληρη ιεροτελεστία: oι οδηγοί πατούσαν δυό φορές το πεντάλ του γκαζιού, τραβούσαν το τσοκ -άγνωστη λέξη για τους πιο νέους που θεωρούν το ψεκασμό δεδομένο- αν δεν ήταν αυτόματο και στη συνέχεια οι πιο πολλοί περίμεναν.
Τι; Μα να ζεσταθεί ο κινητήρας, να πιάσει δηλαδή μια κάποια θερμοκρασία και μετά να ξεκινήσουν κλείνοντας σταδιακά και το τσοκ, θεωρώντας πως έτσι τον προστατεύουν από τυχόν καταπονήσεις. Κι αυτό παρόλο που από τότε τα περισσότερα εγχειρίδια έγραφαν σαφώς πως η προθέρμανση, παρόλο που τη συνήθιζαν πολλοί, δεν χρειάζεται.
Πόσο μάλλον σήμερα,που ο ψεκασμός είναι ο κανόνας σε όλη την κλίμακα κόστους και προδιαγραφών, αν και παρόλα αυτά κάποιοι, συνήθως μεγαλύτεροι σε ηλικία, εξακολουθούν να περιμένουν 2, 3 λεπτά με τον κινητήρα στο ρελαντί μέχρι να ξεκινήσουν. Συνήθεια που είναι πέρα για πέρα λανθασμένη, καθώς ο κινητήρας φτάνει πολύ πιο γρήγορα στην κανονική θερμοκρασία του όταν λειτουργεί κανονικά ανεβοκατεβάζοντας στροφές παρά όταν απλά μένει στο ρελαντί, με αποτέλεσμα τελικά την καλύτερη προστασία του. Όταν μάλιστα λειτουργεί στο ρελαντί έπειτα από μια κρύα εκκίνησή του, ακριβώς γιατί το διάστημα της προθέρμανσης είναι μεγαλύτερο, όχι μόνο είναι αυξημένες οι φθορές αλλά μπορεί να περάσει μέχρι και καύσιμο στο λάδι λίπανση, καθώς δεν υπάρχει ακόμα η σωστή πίεση του λιπαντικού και βέβαια ούτε η ενδεδειγμένη λίπανση των εμβόλων. Ταυτόχρονα καταπονείται ιδιαίτερα τόσο ο καταλύτης όσο και τα άλλα στοιχεία του συστήματος περιορισμού των ρύπων.
Έτσι λοιπόν αυτό που πρέπει να κάνει κανείς είναι να καθαρίζει το παρμπρίζ να βάζει μπροστά τον κινητήρα του αυτοκινήτου του και να φεύγει. Το μυστικό εδώ είναι πως μέχρι να πιάσει ο κινητήρας την ενδεδειγμένη θερμοκρασία του δεν θα πρέπει να πιέζεται. Αυτό στην πράξη σημαίνει πως πρέπει να αποφεύγονται οι απότομες επταχύνσεις και οι υψηλές στροφές, πόσο μάλλον το να προσεγγίζει τον κόφτη.