«Δεν υπάρχει κανένας ουσιαστικός έλεγχος στα φυτοφάρμακα». «Ο νέος νόμος για τα φυτοφάρμακα βάζει φρένο στην ανομία». «Το κράτος ολιγωρεί στην εφαρμογή του νόμου, κουμάντο κάνουν οι πολυεθνικές». Γεωπόνοι, έμποροι γεωργικών φαρμάκων, αγρότες, επιστήμονες, το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και μεγάλες εταιρίες της αγοράς ερίζουν για τον τρόπο που λειτουργεί ή δε λειτουργεί το σύστημα ελέγχου των φυτοφαρμάκων. Στο μεταξύ, μη εγκεκριμένα και αμφιβόλου ποιότητας σκευάσματα χρησιμοποιούνται στις καλλιέργειες και μάλιστα αλόγιστα, επιβαρύνοντας το περιβάλλον, την υγεία των αγροτών, αλλά και του καταναλωτικού κοινού.
Ρεπορτάζ: Ηλέκτρα-Αθηνά Αντωνιάδου
Το 2012 ψηφίστηκε νόμος για να μπει μια τάξη στο μέχρι τότε θολό τοπίο της ποσότητας και ποιότητας των φυτοφαρμάκων που χρησιμοποιούνταν στις καλλιέργειες (Ν.4036/12 «Διάθεση γεωργικών φαρμάκων στην αγορά, ορθολογικής χρήσης τους και συναφείς διατάξεις» και τροποποιητικές διατάξεις Ν.4235/14). Δύο κύρια σημεία του πρώτου και δεύτερου νόμου αντίστοιχα ήταν: α) η ηλεκτρονική καταγραφή της διακίνησης φυτοφαρμάκων που πωλούνται σε κάθε επαγγελματία χρήστη ανά είδος καλλιέργειας, β) η ηλεκτρονική συνταγογράφηση της ακριβούς ποσότητας, είδους φυτοφαρμάκου και χρόνου ψεκασμού ανά έκταση και είδος καλλιέργειας. Κάτι σαν την ηλεκτρονική συνταγογράφηση φαρμάκων στους ανθρώπους.
Θέμα πολιτικής ηγεσίας η εφαρμογή του νόμου
Η ηλεκτρονική καταγραφή λειτούργησε, κυρίως λόγω της σχετικής απλότητας στη διαδικασία. Η ηλεκτρονική συνταγογράφηση, ωστόσο, δεν έχει εφαρμοστεί ακόμη. Η εφαρμογή της «κολλάει» επισήμως στην περιπλοκότητα. Όπως είναι το σύστημα στημένο σήμερα, προβλέπεται καταγραφή του πωλούμενου σκευάσματος ανά αγροτεμάχιο, διαδικασία που χαρακτηρίζεται τόσο από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης όσο κι από τους έμπορους γεωργικών φαρμάκων ανεφάρμοστη.
«Δεν μπορεί ο κάθε αγρότης να κουβαλά πάνω του τόσους 16-ψήφιους κωδικούς όσα και τα αγροτεμάχια που έχει – τα οποία συχνά βρίσκονται σε διαφορετικές τοποθεσίες – για να μπορέσει να ψωνίσει ένα απλό ζιζανιοκτόνο», παραδέχεται ο Διονύσης Βλάχος, γεωπόνος, υπάλληλος του Τμ. Φυτοπροστασίας της Διεύθυνσης Προστασίας Φυτικής Παραγωγής του Υπ. Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και εισηγητής του νόμου. Αντίθετοι είναι και παράγοντες της αγοράς. «Απαιτείται πάρα πολύς χρόνος για να περαστούν οι κωδικοί στο σύστημα. Αν αρχίσουμε να τους ζητούμε απ’ τους πελάτες, απλά θα κάνουν μεταβολή και θα φύγουν», μας λέει ένας από αυτούς.
Ως εκ τούτου, η διαδικασία βρίσκεται προς το παρόν στη φάση των διαβουλεύσεων. Στο τραπέζι βρίσκονται προτάσεις βελτίωσης και πέραν όλων αυτών, είναι θέμα πολιτικής ηγεσίας ο τρόπος εφαρμογής του νόμου, όπως αναφέρει ο κ. Βλάχος.
Δεν ελέγχεται το “πόσο”, “τι ”, “που”, “πότε”
Δεν είναι τυχαίο ότι η ηλεκτρονική συνταγογράφηση των φυτοφαρμάκων βρίσκεται στο επίκεντρο των αντιπαραθέσεων. Η εφαρμογή της ή μη, φαίνεται να είναι θεμελιώδους σημασίας τόσο για την προστασία των καταναλωτών, όσο και για τα συμφέροντα των μεγάλων εταιριών, αντίστοιχα. Κι αυτό διότι η ηλεκτρονική καταγραφή από μόνη της δεν ορίζει το πόσα και ποια φυτοφάρμακα υποχρεούται να ρίξει ο κάθε παραγωγός σε συγκεκριμένη καλλιέργεια και σε συγκεκριμένο χρόνο. Μπορεί ο στόχος της, σύμφωνα με το υπουργείο, να είναι «η συγκέντρωση στατιστικών στοιχείων για τα γεωργικά φάρμακα, που θα επιτρέψουν τη χάραξη και εφαρμογή αποτελεσματικών μέτρων προς όφελος του Έλληνα παραγωγού, του καταναλωτή και του περιβάλλοντος», σύμφωνα όμως με εμπόρους λιανικής αυτό δεν αποτρέπει κάποιον από το να αγοράσει όση ποσότητα φυτοφαρμάκου θέλει.
«Ότι εγώ θα δηλώσω την αγορά στο σύστημα, δεν αλλάζει κάτι», παρατηρεί ο Χ. Ζ., γεωπόνος που διατηρεί κατάστημα με γεωργικά φάρμακα στην επαρχία, και επισημαίνει πρακτικές αδυναμίες του νόμου: «Η ηλεκτρονική καταγραφή δε λαμβάνει υπ’ όψιν παράγοντες όπως καιρικά φαινόμενα, κι έτσι εξάγονται λάθος συμπεράσματα σχετικά με τις χρησιμοποιούμενες ποσότητες. Πολλές φορές, οι αγρότες μού ζητούν 2 ή 3 φορές παραπάνω από την ενδεδειγμένη ποσότητα φαρμάκου που τους συμβουλεύω για τις καλλιέργειες, διότι μετά από κάποια βροχή που «ξεπλένει» το φάρμακο από το δέντρο ή το χωράφι, προβαίνουν σε διπλή ή τριπλή εφαρμογή. Γενικά, υπάρχουν πολλοί λόγοι που μπορεί να επικαλεστεί ο παραγωγός για να αγοράζει μεγάλες ποσότητες φαρμάκου, παρακάμπτοντας τους κανονισμούς», περιγράφει ο Χ. Ζ., που ως έμπορος γνωρίζει πολλές από τις πρακτικές που εφαρμόζουν οι αγρότες.
Πλημμελείς οι δειγματοληπτικοί έλεγχοι
«Η ηλεκτρονική καταγραφή μάς χρησιμεύει πολύ ως εργαλείο εποπτείας και ελέγχου», πιστεύει αντιθέτως ο κ. Βλάχος. «Όταν δούμε στο σύστημα να πωλείται φυτοφάρμακο για ζαχαρότευτλα στη …Ρόδο, για παράδειγμα, αναγνωρίζουμε το παράνομο προϊόν και επεμβαίνουμε για την επιβολή προστίμου τόσο στον παραγωγό, όσο και στον διακινητή του σκευάσματος», αναφέρει. Για πολλούς επιστήμονες όμως, οι έλεγχοι δεν επαρκούν.
Υποτυπώδεις και ανεπαρκείς χαρακτηρίζει τους δειγματοληπτικούς ελέγχους που πραγματοποιούνται από τα κέντρα περιφερειακού ελέγχου του υπουργείου ο Γρηγόρης Νικολαΐδης, γεωπόνος και πρόεδρος του Γεωπονικού Συλλόγου Μακεδονίας-Θράκης. «Όσο καθυστερεί η εφαρμογή της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης, η παλιά κατάσταση αλόγιστης και ανεξέλεγκτης χρήσης θα συνεχίζεται. Δύο χρόνια μετά τη θέσπιση του νόμου, δεν δικαιολογείται αυτή η καθυστέρηση», αναφέρει ο κ. Νικολαΐδης, ο οποίος συμφωνεί πως πρέπει να υπάρξουν τεχνικές προσαρμογές στο σύστημα, ώστε να καταστεί δυνατό να ελέγχονται συντονισμένα τόσο περιπτώσεις ξαφνικών βροχοπτώσεων, όσο και πρακτικές δυσκολίες κατά την πώληση, όπως η καταγραφή των πολυψήφιων κωδικών αγροτεμαχίων.
«Δόθηκε αγώνας από συλλόγους γεωπόνων και ΓΕΩΤ.Ε.Ε. για να εφαρμοστεί η ηλεκτρονική συνταγογράφηση, που είχε εκδοθεί σε νόμο από το 1997», σημειώνει ο κ. Βλάχος, «και πάντα υπήρχαν κάποιοι οι οποίοι δεν ήθελαν να εφαρμοστεί, για να μπορούν να πουλάνε όση ποσότητα φαρμάκων τούς ζητούσαν». Μια σκέψη για την απλοποίηση της όλης διαδικασίας είναι να περιέχονται οι δύσχρηστοι κωδικοί αγροτεμαχίων σε ηλεκτρονική μορφή στην ‘κάρτα αγρότη’.
«Το σύστημα που ισχύει στο εξωτερικό, για παράδειγμα στην Ολλανδία, όπου οι παραγωγοί καταγράφουν μόνοι τους ηλεκτρονικά το είδος της καλλιέργειάς τους και λοιπές πληροφορίες, χωρίς να χρειάζονται υπεύθυνοι επιστήμονες να τους κατευθύνουν, δεν μπορεί να εφαρμοστεί στην ελληνική πραγματικότητα», αναγνωρίζει ο κ. Βλάχος, «όπου η πλειοψηφία των παραγωγών δεν έχει εξοικείωση με υπολογιστές. Συνεπώς, το βάρος της δουλειάς ‘πέφτει’, τουλάχιστον σε πρώτη φάση, στους γεωπόνους-εμπόρους». Ο ίδιος προλαβαίνει επίσης τις γκρίνιες εκ μέρους των αγροτών για τις διαφαινόμενες καθυστερήσεις στα σημεία πώλησης, αναφέροντας σε εισήγησή του: «Η πώληση των γεωργικών φαρμάκων εντός λεπτού αντίκειται στις αρχές της ορθολογικής χρήσης τους».
“Κωλυσιεργούν οι μεγάλες εταιρείες γεωργικών φαρμάκων”
Οφείλεται όμως μόνο σε τεχνικά θέματα η καθυστέρηση στην εφαρμογή της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης; Πολλοί την αποδίδουν σε κωλυσιεργία των μεγάλων εταιριών γεωργικών φαρμάκων, που δε θέλουν να δουν τις πωλήσεις να πέφτουν. «Οι φαρμακευτικές εταιρίες έχουν περάσει γραμμή, ώστε να δίνεται όλη η βαρύτητα στην ‘ορθή χρήση’ των σκευασμάτων από τον αγρότη. Με αυτό τον τρόπο μπλοκάρουν τον έλεγχο στην κατανάλωση φυτοφαρμάκων, η οποία έχει να κάνει με την ασφάλεια του συνόλου των καταναλωτών κι όχι μόνο με την υγεία των παραγωγών», τονίζει ο κ. Νικολαΐδης. «Ως εκ τούτου, το πιστοποιητικό για την ορθολογική χρήση των φυτοπροστατευτικών προϊόντων που δίνεται στους χρήστες, είναι καθαρά προσχηματικό».
Το εν λόγω πιστοποιητικό είναι υποχρεωτικό για όλους τους επαγγελματίες χρήστες, ενώ από τον περασμένο Δεκέμβριο η κατοχή του συνδέθηκε και με την αγορά γεωργικών φαρμάκων. «Σύντομα», αναφέρει ο κ. Βλάχος, «θα κλειδώσει το σύστημα, ώστε να απαγορεύεται η πώληση φυτοφαρμάκων σε μη κατόχους του πιστοποιητικού ορθολογικής χρήσης, το οποίο αποκτάται με εξετάσεις κατόπιν προαιρετικού σεμιναρίου. Εδώ και τρία χρόνια, γίνονται σε όλη την Ελλάδα ημερίδες του υπουργείου για την ενημέρωση του κοινού», συνεχίζει, «ενώ στοχεύουμε στη βελτίωση της κατάρτισης των χρηστών φυτοφαρμάκων στο μέλλον».
Στο δεύτερο μέρος του αφιερώματος που θα δημοσιευτεί αύριο στο Press724, αγρότες μιλούν για τις πρακτικές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν με τα καινούρια φυτοφάρμακα, για το κατά πόσο τηρούν στην πράξη τα μέτρα ασφαλείας στους ψεκασμούς, αλλά και για το τι γίνεται με τους ελέγχους του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων για τα λαθραία φυτοφάρμακα που εισάγονται στη χώρα μας, με τζίρους εκατομμυρίων ευρώ.