Το 1997 η Νέα Παραλία της Θεσσαλονίκης, τότε Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης, υποδέχτηκε τις «Ομπρέλες» του Ζογγολόπουλου, έργο που είχε παρουσιάσει ο διαπρεπής γλύπτης στην Μπιενάλε της Βενετίας το 1995.
Το δημιούργημα του Ζογγολόπουλου, ο οποίος είχε εντάξει στο εικαστικό λεξιλόγιό του την ομπρέλα από το 1987, είχε καταφέρει να αποσπάσει το θαυμασμό όσων είχαν επισκεφθεί την Μπιενάλε της Βενετίας δύο χρόνια νωρίτερα.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι οι «Ομπρέλες» της Βενετίας, μια στατική συστοιχία από αιωρούμενες διάτρητες ομπρέλες που αέρινα στηρίζονταν σε διαγώνιους άξονες, είχαν τοποθετηθεί κατόπιν ειδικής αδείας μπροστά στην είσοδο της Μπιενάλε, πάνω σε πλωτή εξέδρα, τη χρονιά που εορταζόταν η εκατονταετηρίδα του θεσμού, τα εκατό χρόνια λειτουργίας του.
Στη Θεσσαλονίκη, δύο χρόνια αργότερα, οι «Ομπρέλες» του Ζογγολόπουλου τοποθετήθηκαν και πάλι κοντά στη θάλασσα, σε ένα σημείο άρρηκτα συνδεδεμένο με τον ορίζοντα και τον ανοιχτό ουρανό.
Ιδού οι σκέψεις του ίδιου του Ζογγολόπουλου για τις «Ομπρέλες» του, το διάσημο αυτό τοπόσημο της Θεσσαλονίκης:
Η προετοιμασία για τη γιορτή της Θεσσαλονίκης σαν Πολιτιστική Πρωτεύουσα είχε αρχίσει, και σκέφτηκα να προτείνω το έργο που μόλις είχε γυρίσει από τη Βενετία. Η ιδέα έγινε δεκτή, και έπειτα από έρευνα τοποθετήθηκε στη γνωστή Νέα Παραλία, στο μισό περίπου της διαδρομής της, κοντά στη θάλασσα. Με την τοποθέτηση αυτή το έργο προβάλλεται στον ανοιχτό ουρανό και η κατακόρυφη κατασκευή του συνθέτει έντονα με την μεγάλη οριζόντια γραμμή της θάλασσας και την έντονη γραφή των συνθετικών του στοιχείων στο κενό. […] Υπάρχει πάντα σε έναν καλλιτέχνη, για το έργο που κάνει, αν το αγαπάει, ένα όραμα. Να το δει τοποθετημένο στη θέση που επιθυμεί. Το έργο έχει πάντα την ανάγκη του δικού του ζωτικού χώρου. Δεν μπορεί να επιζήσει οπουδήποτε. Η πρώτη φάση του ζωτικού χώρου για τις «Ομπρέλες» ήταν η Μπιενάλε της Βενετίας, όπου το έβαλα μέσα στη θάλασσα και πραγματικά εκεί «έζησε» και είχε μια απήχηση. Εδώ, στη Θεσσαλονίκη, είναι πολύ καλύτερα. Δεν ξέρω τι συμβαίνει. Φταίει ο μεγάλος ορίζοντας, οι προοπτικές, αυτό το αυστηρό πλακόστρωτο της παραλίας; Υπάρχει ένα στίγμα που με ενδιέφερε πάρα πολύ και μ’ άρεσε πάρα πολύ.
Ο γλύπτης Γιώργος Ζογγολόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα την 1η Μαρτίου 1903 (πάντως, σύμφωνα με μαρτυρίες του ιδίου στους οικείους του, το έτος γεννήσεώς του ήταν το 1901), εμφάνισε δε ιδιαίτερη κλίση προς τη ζωγραφική και το σχέδιο ήδη από τα παιδικά του χρόνια.
Σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας από το 1924 έως το 1930. Από το 1930 εργάστηκε στο Υπουργείο Παιδείας μελετώντας σχολικά συγκροτήματα, ναούς και μουσεία, ενώ το 1938 παραιτήθηκε από τη θέση του, για να αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στη γλυπτική.
Στο μεταξύ, το 1936 είχε νυμφευτεί την κωνσταντινουπολίτισσα ζωγράφοΕλένη Πασχαλίδου – Ζογγολοπούλου, άνθρωπο που συμπορεύτηκε μαζί του σε σπουδές, εκπαιδευτικά ταξίδια, συνέδρια και εκθέσεις, αποτελώντας παράλληλα πηγή έμπνευσης για εκείνον, αλλά και αυστηρό κριτή της καλλιτεχνικής πορείας του.
Το 1949, με υποτροφία της γαλλικής κυβέρνησης, ο Ζογγολόπουλος συνέχισε τις σπουδές του στη γλυπτική στο Παρίσι, στο εργαστήριο του Μαρσέλ Ζιμόντ. Το 1952, με υποτροφία του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών, μετέβη στην Ιταλία, όπου ειδικεύτηκε στις τεχνικές της χαλκοχυτικής.
Το 1953 κατέστη μέλος της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Πολιτισμού (Société Européenne de Culture), διετέλεσε δε μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της από το 1960 έως το 1988.
Από τη δεκαετία του ’70 έως τα τέλη της δεκαετίας του ’80 διατηρούσε μαζί με τη σύζυγό του ένα μικρό ατελιέ στο Παρίσι, συμμετέχοντας ενεργά στα εικαστικά δρώμενα της γαλλικής πρωτεύουσας.
Ο «αιώνιος έφηβος», όπως τον αποκαλούσαν, ερεύνησε το μέτρο και την αρμονία στην τέχνη του. Ως καλλιτέχνης έλαβε πολλές επίσημες διακρίσεις, ενώ έργα του βρίσκονται σε σημαντικούς δημόσιους χώρους της Ελλάδας, της Ευρώπης και της Αμερικής, καθώς επίσης και σε πολλές ελληνικές και ξένες συλλογές και μουσεία.
Εκπροσώπησε την Ελλάδα έντεκα φορές σε θεσμούς Μπιενάλε, αρχής γενομένης από το 1940. Συμμετείχε σε όλες τις πανελλήνιες εκθέσεις και έλαβε μέρος σε δεκάδες ατομικές και ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Το 2004 συνέστησε το κοινωφελές Ίδρυμα Γεωργίου Ζογγολόπουλου, στο οποίο κληροδότησε όλο το καλλιτεχνικό έργο του (γλυπτική και ζωγραφική), όπως και εκείνο της συζύγου του, Ελένης Πασχαλίδου – Ζογγολοπούλου.
Ο Γιώργος Ζογγολόπουλος απεβίωσε στην Αθήνα, στις 11 Μαΐου 2004.
Πηγή: in.gr