Πρόκειται για έναν από τους μεγαλύτερους φόβους, με τον οποίο ερχόμαστε αντιμέτωποι όλοι μας αργά ή γρήγορα.
Η σκέψη ότι θα επιλέξουμε το λάθος άτομο για να περάσουμε το υπόλοιπο της ζωής μας είναι κάτι που μας γεμίζει τρόμο και κάνουμε τα πάντα για να αποφύγουμε αυτήν την «παγίδα» και να… επιλέξουμε σοφά.
Ωστόσο, όλες αυτές οι προσπάθειες είναι μάταιες. Η πορεία μας είναι προδιαγεγραμμένη. Όλοι μας θα καταλήξουμε με το λάθος άτομο, ανεξαρτήτως θρησκείας, φυλής, οικονομικής κατάστασης και βιοτικού επιπέδου.
Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζει ο Αλέν ντε Μποτόν, Ελβετός συγγραφέας και φιλόσοφος, σε πρόσφατο άρθρο του στην εφημερίδα New York Times. Οι λόγοι που παραθέτει ο αρθρογράφος προσφέρουν μία δεισδυτική ματιά στα προβλήματα των σημερινών σχέσεων και οδηγούν σε ένα βασικό συμπέρασμα: Ότι πρέπει επιτέλους να σταματήσουμε την αναζήτηση του άλλου μας μισού.
«Είναι από εκείνα τα πράγματα που φοβόμαστε πιο πολύ ότι μπορούν να μας συμβούν. Κάνουμε τα πάντα για το αποφύγουμε, κι όμως τελικά πέφτουμε στην παγίδα που έπεσαν πολλοί πριν από εμάς: παντρευόμαστε τον λάθος άνθρωπο», αναφέρει ο αρθρογράφος, τονίζοντας ότι αυτό συμβαίνει, εν μέρει γιατί αντιμετωπίζουμε μία πληθώρα προβλημάτων όταν προσπαθούμε να πλησιάσουμε τους άλλους,
«Φαινόμαστε πιο φυσιολογικοί μόνο σε εκείνους που δεν μας γνωρίζουν πολύ καλά. Σε μία πιο σοφή κοινωνία, σε μια κοινωνία με μεγαλύτερη αυτογνωσία, η ιδανική ερώτηση στο δείπνο ενός από τα πρώτα ραντεβού θα ήταν: Εσένα πού σε έχει «βαρέσει» η τρέλα;». Ίσως έχουμε την λανθάνουσα τάση να γινόμαστε έξαλλοι με όποιον διαφωνεί μαζί μας ή να χαλαρώνουμε πραγματικά μόνο όταν δουλεύουμε. Ίσως δυσκολευόμαστε σε ό,τι αφορά την οικειότητα μετά το σεξ ή καταφεύγουμε στη σιωπή όταν νιώθουμε ταπεινωμένοι. Κανένας δεν είναι τέλειος. Το πρόβλημα είναι ότι πριν από τον γάμο, σπάνια αναλύουμε τις περιπλοκότητες του χαρακτήρα μας. Κάθε φορά που οι επιφανειακές σχέσεις απειλούν να αποκαλύψουν τα ψεγάδια μας, κατηγορούμε τους συντρόφους μας και την κοπανάμε. Όσο για τους φίλους μας, δεν νοιάζονται αρκετά ώστε κάνουν την αγγαρεία και να μας διαφωτίσουν για τα ελαττώματα μας», αναφέρει ο Αλέν ντε Μποτόν.
Όπως τονίζει, η ίδια έλλειψη αυτογνωσίας χαρακτηρίζει και τους συντρόφους μας. Εμείς ωστόσο προσπαθούμε να «τους μάθουμε» και να τους καταλάβουμε. Έτσι, επισκεπτόμαστε τις οικογένειες τους, κοιτάμε τις παλιές τους φωτογραφίες, γνωριζόμαστε με τους παλιούς τους συμφοιτητές.
«Όλα αυτά μας δημιουργούν την εσφαλμένη εντύπωση ότι έχουμε κάνει όσα έπρεπε να κάνουμε. Κι όμως, αυτό δεν ισχύει. Ο γάμος καταλήγει να είναι ένα ελπιδοφόρο «τυχερό παιχνίδι» που παίζουν δύο άνθρωποι, οι οποίοι μη γνωρίζοντας ούτε ποιοι είναι ούτε ποιον έχουν δίπλα τους, δεσμεύονται σε ένα μέλλον που δεν μπορούν να συλλάβουν, ένα μέλλον για το οποίο απέφυγαν να κάνουν οποιαδήποτε έρευνα»,εξηγεί ο αρθρογράφος.
Όπως επισημαίνει, καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας του είδους μας, οι άνθρωποι παντρεύονταν για λόγους που βασίζονταν κυρίως στη λογική και το συμφέρον. Κι από τέτοιους «λογικούς» γάμους προέκυπταν τα εξής αποτελέσματα: μοναξιά, απιστία, κακοποίηση και δυστυχία στην οικογενειακή εστία.
Ο γάμος από συμφέρον ποτέ δεν υπήρξε ένας λογικός γάμος, γι’ αυτό και αντικαταστάθηκε από τον γάμο από έρωτα, υποστηρίζει ο Ελβετός συγγραφέας. Στον γάμο που βασίζεται στο συναίσθημα, όπως εξηγεί, αυτό που έχει σημασία είναι η ενστικτώδης έλξη που μοιράζονται δύο άνθρωποι, οι οποίοι είναι πεπεισμένοι στο βάθος της καρδιάς τους ότι κάνουν το σωστό ενώνοντας τις ζωές τους.
«Για την ακρίβεια, όσο πιο ασύνετος εμφανίζεται ένας γάμος (επειδή, ίσως έγινε μέσα σ’ ένα εξάμηνο από τη γνωριμία του ζευγαριού), τόσο πιο ασφαλή μπορεί να τον αισθάνονται οι εμπλεκόμενοι. Η επιπολαιότητα εκλαμβάνεται ως αντίβαρο για όλα τα λάθη. Το κύρος που διαθέτει το ένστικτο είναι μία φυσική αντίδραση σε τόσους αιώνες παράλογης λογικής»,αναφέρει το άρθρο.
Ωστόσο, παρά το ότι θεωρούμε ότι αναζητούμε την ευτυχία στο γάμο, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Γιατί αυτό που πραγματικά ψάχνουμε δεν είναι η ευτυχία, αλλά η οικειότητα, κάτι που μπερδεύει τα σχέδια μας, αναφέρει ο αρθρογράφος.
«Εκείνο που πραγματικά ψάχνουμε είναι να ξαναζωντανέψουμε, στις ενήλικές μας σχέσεις, τα συναισθήματα της παιδικής μας ηλικίας. Η αγάπη που οι περισσότεροι από εμάς γευτήκαμε ως παιδιά, ήταν αναμεμιγμένη με κάποιες καταστροφικές δυναμικές: όπως το αίσθημα του να θέλεις να βοηθήσεις έναν ενήλικα που έχει χάσει τον έλεγχο, όπως το να φοβάσαι τον θυμό του γονιού, όπως το να νιώθεις ανασφαλής για να εκφράσεις όσα νιώθεις. Είναι λοιπόν απόλυτα λογικό στην ενήλικη ζωή μας απορρίπτουμε συγκεκριμένους ανθρώπους, όχι επειδή έχουν κάποιο ελάττωμα, αλλά επειδή είναι υπερβολικά κατάλληλοι για εμάς, υπερβολικά σωστοί, ώριμοι, ισορροπημένοι, γεμάτοι κατανόηση και αξιόπιστοι»
«Παντρευόμαστε τους λάθος ανθρώπους επειδή στο μυαλό μας δεν έχουμε συνδέσει την αίσθηση ότι μας αγαπάνε με την αίσθηση της ευτυχίας», εξηγεί ο συγγραφέας.
Σύμφωνα με τον ίδιο, ένας άλλος λόγος που κάνουμε λάθη είναι ακριβώς επειδή είμαστε τόσο μόνοι. «Κανείς δεν μπορεί να επιλέξει σύντροφο με καθαρό μυαλό όταν η σκέψη του να μείνει μόνος τού είναι ανυπόφορη», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Άλλο ένα πρόβλημα που οδηγεί σε εσφαλμένες επιλογές είναι ότι παντρευόμαστε για να καταστήσουμε μόνιμο ένα όμορφο συναίσθημα. «Νομίζουμε ότι ο γάμος θα μας βοηθήσει να διατηρήσουμε τη χαρά που νιώσαμε, όταν αποφασίσαμε να κάνουμε την πρόταση: Ίσως να ήμασταν τότε στη Βενετία, με τον ήλιο του απογεύματος να ρίχνει χρυσές ανταύγειες στα νερά και να εξομολογούμασταν πράγματα που δεν είχαμε ξαναπεί σε κανέναν». Παντρευτήκαμε για να κάνουμε την αίσθηση αυτή να διαρκέσει, αλλά ούτε που μυριστήκαμε ότι όλο αυτό δεν είχε καμία σχέση με τον θεσμό του γάμου», εξηγεί το άρθρο.
Όπως αναφέρει ωστόσο ο αρθρογράφος, παρά το γεγονός ότι ο γάμος οδηγεί αναπόφευκτα σε «ανώμαλη προσγείωση» όσους έχουν τέτοιες φαντασιώσεις, υπάρχει και ένα καλό νέο: Δεν πειράζει αν ανακαλύψαμε ότι παντρευτήκαμε τον λάθος άνθρωπο. Δεν χρειάζεται να τον/την εγκαταλείψουμε, αρκεί να εγκαταλείψουμε το ρομαντικό ιδεώδες του δυτικού πολιτισμού πάνω στο οποίο βασίζεται ο γάμος εδώ και 250 χρόνια: Ότι κάπου εκεί έξω υπάρχει το ιδανικό άλλο μας μισό, έτοιμο να καλύψει την κάθε μας ανάγκη και να ικανοποιήσει κάθε μας επιθυμία.
«Πρέπει να ανταλλάξουμε αυτή τη ρομαντική ιδέα με την… κωμικοτραγική πραγματικότητα ότι όλοι οι άνθρωποι θα μας εκνευρίζουν, θα μας εξοργίζουν, θα μας ενοχλούν και θα μας απογοητεύουν και ότι και εμείς θα κάνουμε το ίδιο (χωρίς ίχνος κακίας) σε αυτούς», καταλήγει ο Αλέν ντε Μποτόν.