Ο Ντόναλντ Τραμπ επιβεβαίωσε χθες ότι είναι το φαβορί της κούρσας για το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων ώστε να είναι ο υποψήφιος του κόμματος στις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου, επικρατώντας άνετα στην εσωκομματική ψηφοφορία στη Νότια Καρολίνα. Ενώ, στο στρατόπεδο των Δημοκρατικών, η Χίλαρι Κλίντον κέρδισε δύσκολα στη Νεβάδα τον Μπέρνι Σάντερς και στρέφει πλέον το βλέμμα της στη «Σούπερ Τρίτη», την 1η Μαρτίου.
Ο λαϊκιστής μεγιστάνας, που χρησιμοποιεί μια ρητορική εναντίον των ελίτ, κερδίζει έδαφος μεταξύ των μετριοπαθών και των συντηρητικών ρεπουμπλικάνων, σύμφωνα με δημοσκοπήσεις εξόδου. Μόνο οι «πολύ συντηρητικοί» είπαν πως προτιμούν τον Τεντ Κρουζ, ο οποίος κέρδισε στην Άιοβα την 1η Φεβρουαρίου.
Στην τέταρτη θέση, με περίπου το 8% των ψήφων, ο Τζεμπ Μπους — αδελφός και γιος δύο προέδρων Μπους — ανακοίνωσε με δάκρυα στα μάτια ότι αποσύρεται από την κούρσα για τον Λευκό Οίκο, μετά το ιδιαίτερα αρνητικό αυτό αποτέλεσμα. Αποσύρθηκαν επίσης ο κυβερνήτης του Οχάιο Τζον Κέισις και ο μαύρος συνταξιούχος νευροχειρουργός Μπεν Κάρσον.
Ο Τραμπ εμφανίζεται αισιόδοξος για το ότι οι υποστηρικτές των δώδεκα αντιπάλων του που εγκατέλειψαν δεν θα στραφούν εναντίον του αλλά αντίθετα θα τον υποστηρίξουν. Εμφανίστηκε αισιόδοξος και για το πώς θα τα πάει στην επόμενη εσωκομματική διαδικασία στη Νεβάδα την Τρίτη, λέγοντας «θα τα πάμε φανταστικά» αλλά και ενόψει της «Σούπερ Τρίτης», των ταυτόχρονων ψηφοφοριών σε 11 πολιτείες την 1η Μαρτίου, λέγοντας «θα τα πάμε πάρα πολύ καλά».
Ως συνήθως ο Τραμπ φρόντισε να υπάρξει άφθονο δράμα πριν από την ψηφοφορία στη Νότια Καρολίνα, εμπλεκόμενος σε αντεγκλήσεις με τον Πάπα Φραγκίσκο, ο οποίος είπε την Τρίτη πως οι απόψεις του υποψήφιου για τη μετανάστευση στις ΗΠΑ δεν είναι «χριστιανικές». Αρχικά ο Ντόναλντ Τραμπ χαρακτήρισε τον Φραγκίσκο «αισχρό», κατόπιν τον αποκάλεσε «θαυμάσιο άνθρωπο». Το Βατικανό επέμεινε ότι τα σχόλια του προκαθημένου της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας δεν αποτελούσαν ούτε προσωπική επίθεση, ούτε πολιτική παρέμβαση στην εσωκομματική διαδικασία των Ρεπουμπλικάνων.
Ακόμη, ο Τραμπ κάλεσε σε μποϊκοτάζ των προϊόντων της Apple μέχρις ότου η εταιρεία βοηθήσει την κυβέρνηση των ΗΠΑ να ανακτήσει δεδομένα από ένα iPhone που ανήκε στο ζευγάρι που διέπραξε το μακελειό στο Σαν Μπερναρντίνο, στην Καλιφόρνια. Η εταιρεία επιχειρηματολόγησε ότι δεν θέλει να μειώσει την ασφάλεια του προϊόντος της.
Στο στρατόπεδο των Δημοκρατικών, η είδηση μάλλον είναι πως ο Μπέρνι Σάντερς, ο γερουσιαστής του Βερμόντ, βλέπει την απήχησή του να αυξάνεται στις ΗΠΑ. Η δημοτικότητά του αυξάνεται μεταξύ των νέων, αλλά επίσης και σε πολλές άλλες κατηγορίες υποστηρικτών των Δημοκρατικών.
Παρότι κέρδισε στην Άιοβα με ελάχιστη διαφορά και ηττήθηκε καθαρά στο Νιού Χάμσιρ, η Κλίντον κατάφερε να πάρει τη Νεβάδα, όπου τάχθηκε υπέρ της περίπου το 52,6% των αντιπροσώπων που συμμετείχαν στη διαδικασία, έναντι ενός 47,4% που τάχθηκε υπέρ του Σάντερς, βάσει των αποτελεσμάτων με το 88,1% καταμετρημένο.
«Ορισμένοι μπορεί να αμφέβαλαν για εμάς, αλλά εμείς δεν αμφιβάλλαμε ποτέ ο ένας για τον άλλο», σχολίασε η Κλίντον κατά τη διάρκεια ομιλίας της στο Λας Βέγκας, απευθυνόμενη στους υποστηρικτές της. «Αυτή η νίκη είναι δική σας», πρόσθεσε.
Αλλά παρότι μπορεί να χαρεί για λίγο την πρώτη τόσο καθαρή της νίκη, η Κλίντον έχει λόγους να ανησυχεί. Το 72% των υποστηρικτών των Δημοκρατικών που είναι κάτω των 45 ετών υποστηρίζουν τον 74χρονο Μπέρνι Σάντερς, ενώ τα δύο τρία όσων είναι πάνω από 45 παραμένουν πιστοί στην 68χρονη πρώην υπουργό Εξωτερικών και πρώτη κυρία, σύμφωνα με δημοσκοπήσεις που έγιναν κατά τη διάρκεια της διαδικασίας. Η Κλίντον κυριαρχεί πάντως μεταξύ των μαύρων, και συγκέντρωσε πάνω από τα τρία τέταρτα των ψήφων τους στη Νεβάδα (76 έναντι 22%). Κέρδισε επίσης την ψήφο των ισπανόφωνων (53 έναντι 45%).
Μιλώντας στο Χέντερσον, κοντά στο Λας Βέγκας, ο Σάντερς εμφανίστηκε αισιόδοξος για τη συνέχεια, κρίνοντας ότι «έχουμε τον άνεμο στην πλάτη μας, έχουμε την ορμή» και προσθέτοντας πως «έχουμε μια εξαίρετη ευκαιρία να κερδίσουμε πολιτείες τη «Σούπερ Τρίτη»».
Σε κάθε περίπτωση, το γεγονός ότι ο Σάντερς έκλεισε τόσο γρήγορα την διψήφια διαφορά της Κλίντον υποδεικνύει ότι η διαδικασία ενδέχεται να είναι πολύ πιο μακρά και σκληρή από όσο θα ήλπιζαν η Κλίντον και οι υποστηρικτές της.