«Βόμβες» έριξε ο επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ, αναφέροντας μεταξύ άλλων πως δεν είναι δική του θέση να σχολιάσει τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα που έχουν καθοριστεί και υπογράμμισε πως η Αθήνα θα πρέπει να πορευθεί στον συμφωνημένο δρόμο των μεταρρυθμίσεων. Ακόμη σχολιάζει το κόστος της πρώτης περιόδου της κυβέρνησης Τσίπρα, της περιόδου του Γιάννη Βαρουφάκη, το οποίο εκτιμάται στα 100 δισ. ευρώ.
Ο ίδιος τονίζει ότι: «Υπάρχουν ορισμένα σημεία όπου η ιδιοκτησία του προγράμματος και η δέσμευση της ελληνικής κυβέρνησης δεν είναι παντού ισχυρή όπως το βλέπει ο υπουργός Οικονομικών ο κ. Τσακαλώτος, και ο πρωθυπουργός. Τις ιδιωτικοποιήσεις δεν τις υποστηρίζουν πολλοί. Φαίνεται στις δημόσιες δηλώσεις υπουργών που δεν είναι υπέρ των ιδιωτικοποιήσεων.
Για τα πρωτογενή πλεονάσματα και τις δηλώσεις της Αθήνας ότι επιθυμεί χαμηλότερο στόχο ανέφερε: «Η διάρκεια δεν έχει αποφασιστεί ακόμη, αλλά για να φτάσουμε σε τέτοια πλεονάσματα το 2018 ήταν θεμέλιος λίθος της συμφωνίας του πρωθυπουργού Τσίπρα με τους Ευρωπαίους εταίρους τον περασμένο Ιούλιο. Δεν είναι δικό μου θέμα να το αμφισβητήσω αυτό. Απλά είπα ότι δεν περιμένω αυτό να αλλάξει, γιατί θυμάμαι πολύ καλά τις δύσκολες αυτές διαπραγματεύσεις. Και δεν βλέπω καμία κίνηση προκειμένου να αλλάξει αυτό. Επίσης, σήμερα το πρωί η ελληνική κυβέρνηση επιβεβαίωσε ότι είναι δεσμευμένη σε αυτό, γιατί θέλει να είναι αξιόπιστη και προσηλωμένη στην συμφωνία. Ίσως γι’ αυτό να θεωρείτε ότι εγώ εμφανίζομαι μη ευέλικτος. Απλώς βλέπω τι δηλώνεται και τι πολιτικά έχει συμφωνηθεί και τι έχει συμφωνήσει η κυβέρνηση. Και δεν βλέπω καμία κίνηση απομάκρυνσης από αυτό. Ούτε από την ελληνική κυβέρνηση».
Απαντώντας στο ερώτημα: «Υπάρχει μία μεγάλη συζήτηση στην Ελλάδα για το κόστος της πρώτης περιόδου της κυβέρνησης Τσίπρα, της περιόδου Βαρουφάκη. Ποια είναι η άποψή σας; Ποιο ήταν το κόστος στην ελληνική οικονομία;» ο ίδιος σημειώνει: «Αυτό είναι πολύ δύσκολο. Δεν υπάρχει επιστημονικός τρόπος να το υπολογίσει κανείς. Γνωρίζω ότι η ΤτΕ έχει υπολογίσει ένα ποσό ύψους 80 δισ. ευρώ αν δεν κάνω λάθος. Θα μπορούσε κανείς να σταθεί και στις προβλέψεις για την ανάπτυξη, που πριν αλλάξει η κυβέρνηση, η εκτίμηση του ΔΝΤ το Δεκέμβριο του 2014, είναι δημοσιοποιημένη, μιλούσε για ανάπτυξη στην Ελλάδα 2,5% το 2015 και 3,5% το 2016. Άρα αυτό αθροιστικά μας κάνει ανάπτυξη 6%. Αντιθέτως, αυτά τα δύο χρόνια είχαμε μικρή ύφεση, αυτό θα μπορούσε επίσης να μετρηθεί για να υπολογίσεις το κόστος. Έξι μονάδες του ΑΕΠ, άρα αυτό κάνει περισσότερο από 100 δισ. ευρώ. Όπως είπα δεν υπάρχει επιστημονικός τρόπος, αλλά το κόστος ήταν πολύ μεγάλο».