Με τη «γάτα Ιμαλαΐων» να συνοδεύει την επικαιρότητα το τελευταίο χρονικό διάστημα, ο «πόλεμος» της κυβέρνησης με το πανίσχυρο συγκρότημα του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη περνάει πλέον σε άλλη φάση.
Δεν είναι τυχαίο ότι η δημοσιοποίηση των συναντήσεων του Αλέξη Τσίπρα με τον ισχυρό άνδρα του Συγκροτήματος δημοσιεύτηκε μέσα από Το Βήμα της Κυριακής και βεβαίως προκάλεσε πολλές συζητήσεις με τον ίδιο τον πρωθυπουργό να δηλώνει ότι την «έσκισε τη γάτα των Ιμαλαΐων». Όπως και να έχει όσα είδαμε μέχρι σήμερα αποτελούν μόνο την «πρώτη πράξη» και ενδεχομένως να υπάρξει συνέχεια με «εφεδρείες», ωστόσο αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον να θυμηθούμε πώς έγινε πανίσχυρος ο ΔΟΛ.
Όλα οφείλονται στον άνθρωπο που άφησε ανεξίτηλη τη σφραγίδα του στον χώρο του Τύπου και του πολιτισμού, τον Χρήστο Λαμπράκη. Πήρε στα χέρια του τον οργανισμό και μέσα στα επόμενα χρόνια κατάφερε με μια λέξη, με τη λέξη Συγκρότημα, να απευθύνονται όλοι και να γνωρίζουν για ποιον και τι ακριβώς μιλάει.
Το Συγκρότημα ανεβάζει και κατεβάζει κυβερνήσεις, αποκαλύπτει σκάνδαλα, γίνεται βήμα πολιτισμού και ελεύθερης ανάπτυξης ιδεών με το πέρασμα των ετών.
Τα πρώτα βήματα
Ο Χρήστος Λαμπράκης γεννήθηκε και έζησε σε μια ταραγμένη περίοδο της Ελλάδας με πλούσια ιστορικά γεγονότα και μεγάλο παρασκήνιο.
Το 1934 όταν γεννήθηκε, τη χώρα κυβερνούσε το Λαϊκό Κόμμα του Παναγή Τσαλδάρη.
Στα παρασκήνια ετοιμάζονταν κινήματα αξιωματικών και πραξικοπήματα υπέρ της Μοναρχίας, αλλά και για τη βίαιη ανατροπή της κυβέρνησης, το Κόμμα των Φιλελευθέρων περνούσε κρίση καθώς ήταν αυτό που υπέθαλψε ένα αποτυχημένο κίνημα το 1933 και ο αρχηγός του, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, είχε εγκαταλείψει την Ελλάδα, όπου επιχείρησαν να τον δολοφονήσουν.
Το «Ελεύθερον Βήμα», ο προκάτοχος του σημερινού «Βήματος», εκφραστής των προοδευτικών ιδεών ήταν στόχος διωγμών που δεν περιορίζονταν μόνο στον λιθοβολισμό των γραφείων του, στις απειλητικές επιστολές προς τον ιδρυτή του Δημήτρη Λαμπράκη, αλλά επεκτείνονταν και σε αυθαίρετες κατασχέσεις φύλλων, σε απαγορεύσεις της κυκλοφορίας του στα Σώματα Ασφαλείας, στον Στρατό, ακόμη και στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Αυτή την περίοδο την έζησε ο Χρήστος Λαμπράκης. Ηταν μόλις εννέα ετών όταν, μέσα στην Κατοχή, η μητέρα του, που ήταν καταζητούμενη από τους Γερμανούς, τον πήρε και μαζί με την αδελφή του Λένα κατέφυγαν, με κίνδυνο της ζωής τους, στη Μέση Ανατολή, όπου ήδη είχε φυγαδευθεί ο πατέρας του, Δημήτρης.
Ο Χρήστος Λαμπράκης υπήρξε ο συνεχιστής της πρωτοποριακής δημιουργίας του πατέρα του, Δημήτρη Λαμπράκη, στον χώρο της εκδοτικής δραστηριότητας, που είχε ξεκινήσει το 1922.
Ο Δημήτρης Λαμπράκης πέθανε τον Αύγουστο του 1957. Οπότε ο νεαρός 23 ετών γιος του, ο Χρήστος Λαμπράκης, πήρε στα χέρια του ολόκληρο τον οργανισμό.
Αφού είχε τελειώσει το Γυμνάσιο και έναν κύκλο σπουδών στην Αγγλία και υπηρέτησε στο Ναυτικό, «προσελήφθη» από τον πατέρα του ως δόκιμος συντάκτης στο «Βήμα».
Ο ίδιος έλεγε αργότερα πως οι συνάδελφοί του τον κοίταζαν με οίκτο, ενώ ο πατέρας του είχε δώσει οδηγίες να μην αντιμετωπίζεται ως γιος του εκδότη, αλλά ως ένας ακόμα νεαρός συντάκτης από τους πολλούς που δοκίμαζαν την τύχη τους.
Με τον θάνατο του πατέρα του πολλοί ήταν εκείνοι που φοβήθηκαν πως ο νεαρός αναλάμβανε βαρύ φορτίο.
Και το φορτίο ήταν βαρύ, όμως εκ του αποτελέσματος ο ίδιος τα κατάφερε με την ευγένειά του, τον σεβασμό και τις ιδιαίτερες ικανότητές του.
Από την πρώτη μέρα, όπως έχει περιγράψει ο Στάθης Ευσταθιάδης στο Βήμα, το μεγάλο του άγχος ήταν τα οικονομικά.
Όταν κάθισε στο γραφείο του πατέρα του, στον πρώτο όροφο του τότε «Βήματος» στην περίφημη Χρήστου Λαδά 3, ένιωσε πανικό καθώς ανοίγοντας ένα συρτάρι είδε ότι «το Συγκρότημα» χρωστούσε 6.400 δραχμές. Από τότε κάθε Παρασκευή είχε το περιβόητο τεφτέρι όπου έγραφε και έσβηνε τα οικονομικά της εβδομάδας.
Μέσα στα επόμενα χρόνια απέδειξε την αξία του και κέρδισε το σεβασμό από τα «τέρατα της δημοσιογραφίας» που εκείνη την εποχή έγραφαν στις εφημερίδες.
Η ιστορία ακόμη δεν έχει καταγράψει τον ρόλο του στα πολιτικά παρασκήνια της χώρας από το 1957 και μετά. Το βέβαιο είναι πως έζησε από πρώτο χέρι τις πιο δραματικές ιστορικές στιγμές της χώρας, από τα γεγονότα του 1965 έως τον Ανδρέα Παπανδρέου και τον Κώστα Σημίτη.
Η χούντα των συνταγματαρχών τον φυλάκισε και κυριολεκτικά στραγγάλισε την κυκλοφορία των εφημερίδων και των περιοδικών του, ενώ την εποχή της αποστασίας κατέβηκε ο ίδιος στους δρόμους για να αναρτήσει αφίσες, καταγγελτικές για τη αντιδημοκρατική εκτροπή.
Όπως περιγράφει ο Γιώργος Ρωμαίος σε κείμενο του στο Βήμα, το 2009: «Το πρωί της 21ης Απριλίου 1967, με τα τανκς της χούντας στους δρόμους, έπρεπε να πάρουμε τη μεγάλη απόφαση: θα συνεχίζαμε την έκδοση της εφημερίδας υπό καθεστώς λογοκρισίας ή θα την «κλείναμε»; Ηταν μια δύσκολη απόφαση. Το κλείσιμο ήταν ο ευκολότερος δρόμος, ο ηρωικός. Ο Χρήστος Λαμπράκης συζήτησε όλες τις πτυχές με τους βασικούς συνεργάτες του και αυτοί με όσους συντάκτες μπόρεσαν να περάσουν τα μπλόκα και να φθάσουν στη Χρήστου Λαδά.
Το πρώτο σοκ οδηγούσε την πλειοψηφία στο κλείσιμο. Τέθηκαν όμως προς συζήτηση δύο προβληματισμοί. Ο πρώτος τέθηκε διαζευκτικά: Η συνέχιση της έκδοσης, έστω και υπό λογοκρισία, θα διατηρούσε την επαφή των δημοκρατικών πολιτών με ένα δημοκρατικό δημοσιογραφικό όργανο, ενώ το κλείσιμο δεν επρόκειτο να προσφέρει τίποτε στην αντίσταση, που ήταν αδιανόητη τις πρώτες ημέρες της δικτατορίας.
Ενισχυτικό επιχείρημα στην πρώτη εκδοχή ήταν ότι πάντοτε θα βρισκόταν τρόπος με τις εξωτερικές ειδήσεις ή τους τίτλους να διατηρείται άσβεστη η ελπίδα της απελευθέρωσης. Και ακόμη, αν οι εξελίξεις οδηγούσαν σε άρση της λογοκρισίας, η εφημερίδα θα ήταν έτοιμη να μπει στην πρωτοπορία του αντιστασιακού αγώνα.
Τέθηκε και ένας δεύτερος προβληματισμός: Τι θα απογίνονταν οι εκατοντάδες εργαζόμενοι στις εφημερίδες του ΔΟΛ; Δουλειά αλλού δεν επρόκειτο να βρουν. Σοβαρό το πρόβλημα. Αλλά πρέπει να βεβαιώσω ότι όλοι οι εργαζόμενοι δηλώσαμε πρόθυμοι να στηρίξουμε τη διακοπή αν αυτή θα ήταν η απόφαση.
Τελικά αποφασίστηκε η συνέχιση της έκδοσης. Ηταν απόφαση συλλογική. Απόφαση πολιτική. Και ήταν η σωστή. Επιβεβαιώθηκε η ορθότητα αυτής της απόφασης και στα χρόνια της λογοκρισίας και κυρίως στους κρίσιμους σταθμούς – εξέγερση της Νομικής, του Πολυτεχνείου, δίκη της Δημοκρατικής Αμυνας, πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου, τουρκική εισβολή και πολλά άλλα γεγονότα».
Η λιτή ζωή του
Στη ζωή του υπήρξε λιτός στους τρόπους και την εμφάνιση, ήταν εκλεκτικός στους φίλους και έγραψε ιστορία όχι μόνο στον χώρο της ενημέρωσης αλλά σε όλους τους τομείς της εθνικής ζωής.
Στη Χρήστου Λαδά ανέβαινε και κατέβαινε τα σκαλιά με μεγάλη ταχύτητα, προσέγγιζε πάντα με ευγένεια για τις παρατηρήσεις του, περίμενε υπομονετικά στο ασανσέρ στα νέα γραφεία του Συγκροτήματος, έδινε ακόμη και τη σειρά του πολλές φορές στο κυλικείο.
Ο Αδαμάντιος Πεπελάσης, που ήταν φίλος του από τα νεανικά του χρόνια περιγράφει για τη σχέση τους: «Τον Μάιο του 1981 βάφτιζε τον γόνο μου Διαμαντή. Μετά το μυστήριο τον έφερε στην αγκαλιά του στο σπίτι μας στη Φιλοθέη. Εκείνο το μεσημέρι έπαιζε με τον μικρό για ώρες ατέλειωτες. Τον κυνηγούσε πεσμένος στα τέσσερα στο πάτωμα του σαλονιού. Απορροφημένος, ειλικρινής, χαρούμενος, ελεύθερος. Ή λίγα χρόνια αργότερα, το καλοκαίρι του 1984, στον Πόρο να βουτάει από το αγαπημένο του καΐκι μαζί με τον βαφτισιμιό του και να ψάχνει για αχιβάδες για να του τις δωρίσει με τρόπο τελετουργικό. Ενας Λαμπράκης ελεύθερος, πλήρης από παιδική χαρά. Την ίδια χαρά που θα ένιωθε, φαντάζομαι, κάθε φορά που διακριτικά ερχόταν σε βοήθεια φίλων και συνεργατών που βρίσκονταν σε στιγμές ανάγκης».
Για τη συνεργασία τους ο Γιάννης Πρετεντέρης έχει γράψει: «Οφείλω να καταθέσω στο αναγνωστικό κοινό ότι, 25 χρόνια στο «Βήμα», ουδέποτε ο Λαμπράκης μου υπέδειξε τι να γράψω ή τι να μη γράψω. Οι όποιες σπάνιες παρατηρήσεις του διατυπώνονταν με μια διακριτικότητα ασυνήθιστη για τα ελληνικά δημοσιογραφικά ήθη. Ασφαλώς και είχε επίγνωση της θέσης και του ειδικού βάρους του. Αλλά είχε και την κομψότητα να μην το επιδεικνύει. Ούτως ή άλλως, η πραγματική ισχύς είναι πάντοτε εικαζόμενο μέγεθος».
Το Συγκρότημα, οι πολιτικοί και το Μέγαρο
Τελικά αυτό που δεν μπορεί να φύγει από τη σκέψη και στο στόμα πολλών, ακόμη και σήμερα είναι ότι το Συγκρότημα ανεβάζει και κατεβάζει κυβερνήσεις.
Ο Χρήστος Λαμπράκης είχε πολλές επαφές με πρωθυπουργούς, ηγέτες στην Ελλάδα και το εξωτερικό, ενώ από τα γραφεία της Χρήστου Λαδά περνάγανε πολλοί νέοι και παλαιοί πολιτικοί.
Σε κάθε περίπτωση ο ίδιος διατηρούσε καλές σχέσεις με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και πίστευε ιδιαίτερα στον Ανδρέα Παπανδρέου και τον Κώστα Σημίτη.
Τα άρθρα του δεν τα υπέγραφε συνήθως, όμως όταν έβαζε εκείνο το Χ.Δ.Λ. τότε προκαλούσε εξελίξεις. Τέσσερα άρθρα του την άνοιξη του 1966 με τον τίτλο «Η ώρα της ειρηνικής επανάστασης» ανάγκασαν την κυβέρνηση Στεφανόπουλου να δώσει προσοχή στα προβλήματα της καθημερινότητας. Και όταν επί κυβερνήσεως Ανδρέα Παπανδρέου έγραψε πάλι για το «αδιέξοδο» στο οποίο είχε φθάσει η Παιδεία, ο πρωθυπουργός έδωσε εντολή και ανακοινώθηκαν κάποιες δεσμεύσεις, ένα μέρος των οποίων υλοποιήθηκε.
Το 1989, με την «απελευθέρωση» των τηλεοπτικών συχνοτήτων, ο ΔΟΛ με τη Χ.Κ. Τεγόπουλος, την Πήγασος Α.Ε., τη Γενική Εκδοτική-Μεσημβρινή Α.Ε. και την Καθημερινή Α.Ε. δημιούργησαν τον πρώτο ιδιωτικό τηλεοπτικό σταθμό, το ΜΕΓΚΑ, ιδρύοντας την εταιρεία Τηλέτυπος Α.Ε.
Πέρα από όλα αυτά το Μέγαρο Μουσικής ήταν το πάθος του Χρήστου Λαμπράκη και ένιωθε μια προσωπική ικανοποίηση ότι ένα όνειρό του 40 και πλέον ετών πραγματοποιήθηκε.
Το 1991, δημιουργεί το Ιδρυμα Μελετών Λαμπράκη με στόχο τη «διαμόρφωση ενός ανανεωτικού πυρήνα μελετών και σχεδιασμού ανάπτυξης σε τομείς υψηλής προτεραιότητας για την Ελλάδα», όπως σημειώνει η ιδρυτική πράξη- την οποία συνέταξε ο ίδιος.
Με διαφορά λίγων μηνών, το 1991, ο Λαμπράκης εγκαινίασε και το όνειρο της ζωής του: το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Ένα έργο που ταυτίστηκε με τον ίδιο.
Η εξέλιξη του Μεγάρου σημαδεύτηκε όμως από τα χρέη. Το Μέγαρο, μαζί και τα υπέρογκα χρέη του, κρατικοποιήθηκαν με στόχο να διατηρηθεί στην «ζωή» το πολιτιστικό ίδρυμα. Το Ελληνικό Δημόσιο πλέον ελέγχει την πλειοψηφία του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Μεγάρου Μουσικής Αθηνών ενώ παράλληλα πήρε και όλη την ακίνητη περιουσία.
Παράλληλα, στο ελληνικό δημόσιο περνούν και οι δανειακές υποχρεώσεις του Μεγάρου οι οποίες όμως πρέπει να σημειωθεί πως και στο παρελθόν καλύπτονταν από το κράτος καθώς οι δανεισμοί του Μεγάρου γινόταν με εγγυητή το Ελληνικό Δημόσιο.
Ο θάνατος του Λαμπράκη
Ο Χρήστος Λαμπράκης άφησε την τελευταία του πνοή στις 21 Δεκεμβρίου 2009 στο Ωνάσειο.
Ηταν 75 ετών. Είχε εισαχθεί στις 24 Νοεμβρίου λόγω βαρύτατης καρδιακής ανεπάρκειας τελικού σταδίου και συνυπαρχόντων πολυσυστηματικών προβλημάτων. Υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση και έκτοτε νοσηλευόταν στην Καρδιοχειρουργική Μονάδα Εντατικής Θεραπείας και κατέληξε λόγω προϊούσας πολυοργανικής ανεπάρκειας.
Από το 2005 είχε φροντίσει για τη διαδοχή του. Στις 9 Αυγούστου πέρασε από το Χρηματιστήριο τις μετοχές του στο στενό συνεργάτη του Σταύρο Ψυχάρη, εκδότη του «Βήματος».
Πηγή: newsbeast.gr