Η συγκέντρωση ατμοσφαιρικής ρύπανσης επηρεάζει την ψυχική υγεία των νέων ατόμων, σύμφωνα με νέα μελέτη του Πανεπιστημίου Ούμεα της Σουηδίας.
Η νέα έρευνα προστίθεται στις αρκετές προηγούμενες μελέτες που έχουν δείξει ότι ο εγκέφαλος και η ανθρώπινη γνωστική ανάπτυξη επηρεάζονται από τη ρύπανση.
Η σουηδική ερευνητική ομάδα εξέτασε τη συσχέτιση ανάμεσα στην έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση σε κατοικημένες περιοχές, και την ψυχιατρική υγεία παιδιών και εφήβων. Οι ερευνητές αντιπαρέθεσαν τα στατιστικά δεδομένα από το μητρώο χορήγησης φαρμάκων όλων των Σουηδών με το εθνικό μητρώο καταγραφής συγκέντρωσης της ρύπανσης της ατμόσφαιρας της Σουηδίας. Η μελέτη επικεντρώθηκε στον πληθυσμό κάτω των 18 ετών στις επαρχίες της Στοκχόλμης, της Βέστρα Γιόταλαντ, της Σκόνε και της Βεστερμπότεν.
Συνεπώς, οι τέσσερις επαρχίες έχουν διαφορές, όχι μόνο από την άποψη της γεωγραφικής θέσης, του μεγέθους και της πυκνότητας του πληθυσμού, αλλά και όσον αφορά τη μετανάστευση, τα κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά, την αστικοποίηση, και τις συγκεντρώσεις της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η ατμοσφαιρική ρύπανση αυξάνει την πιθανότητα χορήγησης φαρμακευτικής αγωγής για τουλάχιστον μία ψυχιατρική διάγνωση σε παιδιά και εφήβους. Ο κίνδυνος αυτός αυξάνεται κατά 9% για μία αύξηση 10 μικρογραμμαρίων ανά κυβικό μέτρο στη συγκέντρωση του διοξειδίου του αζώτου, ακόμη και αν ληφθούν υπ’ όψιν οι κοινωνικοοικονομικοί και δημογραφικοί παράγοντες.
«Τα αποτελέσματα ενδεχομένως σημαίνουν ότι η μείωση της συγκέντρωσης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, κυρίως αυτής που σχετίζεται με την κυκλοφορία των οχημάτων, μπορεί να μειώσει τις ψυχιατρικές διαταραχές σε παιδιά και εφήβους», δήλωσε η Άννα Ούντιν, επικεφαλής της μελέτης.