zevgari

Ο καρκίνος στην παιδική ηλικία μπορεί να επηρεάσει τη μετέπειτα σεξουαλική ζωή των γυναικών

Σύμφωνα με μια νέα μελέτη, οι ενήλικες γυναίκες που επιβιώσαν από τον καρκίνο στην παιδική τους ηλικία αναφέρουν μειωμένη σεξουαλική επιθυμία κι ενδιαφέρον καθώς και μειωμένη ικανοποίηση από τη σεξουαλική δραστηριότητα σε σύγκριση με τις αδερφές τους που δεν είχαν ποτέ καρκίνο.Το μεγαλύτερο κίνδυνο σεξουαλικής δυσλειτουργίας μάλιστα το είχαν οι γυναίκες που διαγνώστηκαν με καρκίνο κατά τη διάρκεια της εφηβείας, με αποτέλεσμα η ακτινοβολία στην οποία υποβλήθηκαν να έχει σαν αποτέλεσμα την οριστική διακοπή τους εμμηνοπαυσιακού κύκλου ή την απουσία εμμηναρχής. Η διαταραχή αυτή διατηρήθηκε για χρόνια μετά τη θεραπεία πάρα την ελπίδα των επιστημόνων ότι θα είναι αναστρέψιμη.

Στη μελέτη συμμετείχαν 2,178 νέες γυναίκες που είχαν διαγνωστεί με καρκίνο πριν τα 21 καθώς και 408 αδελφές των γυναικών που δεν είχαν ποτέ εμφανίσει καρκίνο. Η μέση ηλικία αυτών που είχαν καρκίνο ήταν τα 29 έτη άρα όλες είχαν επιβιώσει μια πενταετία τουλάχιστον. Οι πιο συχνοί τύποι καρκίνου που αναφέρθηκαν ήταν η λευχαιμία και το λέμφωμα Hodgkin. Μετά τον έλεγχο της επίδρασης παραγόντων όπως είναι η ηλικία, η εκπαίδευση, η οικογενειακή κατάσταση, το εισόδημα και η εθνικότητα, βρέθηκε ότι το 30% των γυναικών που επιβίωσαν από τον παιδικό καρκίνο δεν ήταν σεξουαλικά ενεργές τον τελευταίο μήνα. Το αντίστοιχο ποσοστό στις γυναίκες που δεν είχαν στο παρελθόν καρκίνο έπεφτε στο 17%. Από τις γυναίκες που δεν ήταν σεξουαλικά εναργές, αυτές που είχαν καρκίνο στην παιδική τους ηλικία ήταν δυο φόρες πιο πιθανό να δηλώσουν μειωμένο σεξουαλικό ενδιαφέρον, κόπωση ή κάποιο σωματικό πρόβλημα που σχετίζεται με τη σεξουαλική δραστηριότητα.

Σε γενικές γραμμές οι γυναίκες που επέζησαν ήταν λιγότερο πιθανό να είναι παντρεμένες ή να έχουν σεξουαλικό σύντροφο. Σχεδόν το 10% αυτών που επιβίωσαν είχαν ωοθηκική ανεπάρκεια ή απουσία εμμήνου ρύσεως και ήταν πιο πιθανό να αναφέρουν κολπική ξηρότητα, δυσπαρευνία ή κολπική αιμορραγία.

Από τις γυναίκες αυτές, οι οποίες στην πραγματικότητα μπήκαν πολύ πρώιμα στην εμμηνόπαυση βρέθηκε ότι λιγότερο από τις μισές λάμβαναν αντισυλληπτική ορμονική θεραπεία υποκατάστασης, αλλά ακόμα και αυτές που λάμβαναν δεν είχαν σημαντική διαφορά ως προς τα συμπτώματα.

Αν και η ωοθηκική ανεπάρκεια δε βρέθηκε να συνδέεται με την κατάθλιψη ή το άγχος, πολλά σεξουαλικά προβλήματα όπως είναι η έλλειψη του σεξουαλικού ενδιαφέροντος μπορεί να προέρχονται από τις ψυχοσυναισθηματικές συνέπειες που είχε το γεγονός ότι οι γυναίκες αυτές μεγάλωσαν λαμβάνοντας αντικαρκινική αγωγή. Τόσο ο ίδιος ο καρκίνος όσο και η θεραπεία του μπορεί να οδηγήσουν σε σωματικές αλλαγές αλλά και να έχουν κοινωνικές και συναισθηματικές συνέπειες που ενδέχεται να επιβραδύνουν την ψυχοσεξουαλική ωρίμανση. Αυτό δε σημαίνει ότι δε θα επιτευχτεί ποτέ αλλά ότι θα επιτευχτεί ενδεχομένως αργότερα.

Οι νέοι άνθρωποι που καταφέρνουν να επιβιώσουν από τον καρκίνο είναι συχνά λιγότερο έμπειροι ενώ έχουν φτάσει σε ένα στάδιο ζωής στο οποίο ξεκινούν να έχουν για πρώτη φορά σεξουαλικές σχέσεις. Ιδιαίτερα για τις νέες γυναίκες όπως φαίνεται και από τη μελέτη, οι σωματικές και ψυχοσυναισθηματικές παρενεργείας του καρκίνου και της θεραπείας του έχουν αρνητική επίδραση στην ανάπτυξη της σεξουαλικότητας.

Κάποιες από τις επιπτώσεις που σχετίζονται με τη θεραπεία εξαλείφονται σταδιακά ενώ παράλληλα ενδέχεται να χορηγηθεί αγωγή για τα συμπτώματα της πρώιμης εμμηνόπαυσης. Σύμφωνα με τους ερευνητές, οι ασθενείς θα πρέπει να γνωρίζουν ότι ο καρκίνος ενδέχεται να επηρεάσει το σεξουαλικό ενδιαφέρον, τη σεξουαλική επίδοση και τα συναισθήματα τους σχετικά με το φύλο και το σώμα τους. Θα πρέπει δηλαδή να είναι ενήμεροι για την επίδραση της νόσου και της θεραπείας στη σεξουαλικότητα τους καθώς και να παροτρυνθούν ώστε να συζητήσουν το ζήτημα τόσο με φίλους και οικογένεια όσο και με κάποιον ειδικό. Ένας θεραπευτής σεξουαλικών διαταραχών έχει σίγουρα πολλά να προσφέρει.

Οι ερευνητές επισημαίνουν ότι ακόμα δεν είναι ξεκάθαρο εάν ο καρκίνος της παιδικής ηλικίας έχει παρόμοιες επιπτώσεις και στη σεξουαλικότητα των ενηλίκων ανδρών. Υποθέτουν όμως ότι σε γενικές γραμμές η επιστημονική κοινότητα υποτιμά τα ποσοστά σεξουαλικών προβλημάτων που οφείλονται σε καρκίνους της παιδικής ηλικίας. Οι κλινικοί οφείλουν να συζητούν το ζήτημα με τους ασθενείς και να μην το αποφεύγουν

Το άρθρο επιμελήθηκε ο Κ.Κωνσταντινίδης, Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος, Πρόεδρος του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών, www.andrologia.gr

Πηγή: zougla.gr