Ο Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας σε συνεννόηση με το οικονομικό του επιτελείο, επιλέγει για μία ακόμη φορά μέσα στους λίγους μήνες που κυβερνά, να φτάσει τα πράγματα στην «κόψη του ξυραφιού».
Έχοντας εξασφαλίσει από το Φεβρουάριο του 2015 τετράμηνη παράταση του προγράμματος στήριξης της χώρας, προκειμένου να καταλήξει σε συμφωνία με τους δανειστές, αποφασίζει να πάει ξανά τις διαπραγματεύσεις στο παρά 5’.
Η τελευταία προθεσμία της 30ης Ιουνίου ωστόσο, δεν σηκώνει άλλες παρατάσεις. Είτε θα υπάρξει deal Ελλάδας – θεσμών ή θα επέλθει χρεοκοπία.
Η προετοιμασία της κοινωνίας
Μπροστά στην απειλή η χώρα να μείνει στον αέρα, ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας προετοιμάζεται καταλλήλως δια παν ενδεχόμενο, τρομαγμένο τόσο τις προεκλογικές δεσμεύσεις, όσο και από τη μετεκλογική ρητορική του κ. Τσίπρα και των υπουργών του.
Από την προκήρυξη των εκλογών της 25ης Ιανουαρίου του 2016 μέχρι και το τέλος Ιουνίου, οι καταθέτες βγάζουν από τους λογαριασμούς τους περί τα 40 δισ. ευρώ.
Από την άλλη πλευρά, οι επιχειρήσεις παίζουν άμυνα, αφήνοντας απλήρωτες διάφορες υποχρεώσεις και κόβοντας δαπάνες από όπου μπορούν.
Το περιβάλλον αβεβαιότητας ανακόπτει τη δυναμική που είχε αρχίσει για πρώτη φορά να αναπτύσσεται μετά το ξέσπασμα της κρίσης, προς την κατεύθυνση ανάκαμψης της οικονομίας.
Η τελευταία πράξη
Όλες οι προβλέψεις που έχουν γίνει για το 2015, πέφτουν έξω, λόγω της επιβάρυνσης του κλίματος από τους πολιτικούς χειρισμούς. Ωστόσο, υπάρχει ακόμη περιθώριο να μπει έναν όριο στη ζημιά που συντελείται.
Τα πάντα θα παιχθούν μέσα σε λίγα 24ωρα. Οι ανατροπές για μία ακόμη φορά είναι πολλές. Μία εβδομάδα πριν το ορόσημο της 30ής Ιουνίου, αρχίζουν να μεταδίδονται αισιόδοξα μηνύματα από τις Βρυξέλλες.
Ο πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντάιζεμπλουμ με δηλώσεις του μετά το πέρας της συνεδρίασης του Συμβουλίου της 22/6/2016, επιβεβαιώνει πως οι δύο πλευρές είναι κοντά σε συμφωνία. Στο ίδιο μήκος κύματος και οι δηλώσεις του Πρωθυπουργού μετά τη Σύνολο Κορυφής την ίδια ημέρα. Το ελληνικό χρηματιστήριο ανακάμπτει, ανακουφισμένο από τις επίσημες τοποθετήσεις.
Ωστόσο, ακόμη τίποτε δεν έχει τελειώσει. Στην Αθήνα αρχίζουν οι πρώτες αντιδράσεις για τα μέτρα που έρχονται, και η κυβέρνηση δείχνει πως δεν είναι διατεθειμένη να βάλει την υπογραφή της σε αυτά που της έχουν παρουσιαστεί.
Για το λόγο αυτό, επιδιώκει τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων. Οι ημέρες περνούν. Την Παρασκευή 25 Ιουνίου 2015, μέλη του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης βρίσκονται στις Βρυξέλλες, προσπαθώντας να καταλήξουν σε συμφωνία τους δανειστές.
Ανατροπή από Τσίπρα
Και ξαφνικά, όλα ανατρέπονται. Ο Πρωθυπουργός πιάνει στον ύπνο Έλληνες και ξένους. Αποφασίζει να διακόψει τις συζητήσεις και να «παίξει στα ζάρια», ηθελημένα ή μη, τις τύχες της χώρας. Αργά το βράδυ της Παρασκευής, προκηρύσσει δημοψήφισμα με ερώτημα επί της ουσίας το εξής: «Θέλετε τα μέτρα που μας προτείνουν οι Ευρωπαίοι ή όχι»
.
Το νέο διαδίδεται σε όλη τη χώρα. Ήδη από τα ξημερώματα του Σαββάτου οι πιο «πονηρεμένοι» κάνουν έφοδο σε ΑΤΜ και βενζινάδικα, για να πάρουν όσα χρήματα μπορούν και να «φουλάρουν» τα οχήματά τους. Όσον περνούν οι ώρες τόσο μεγαλώνουν οι ουρές. Μέχρι την Κυριακή το πρωί, οι περισσότερες μηχανές ανάληψης έχουν «στεγνώσει».
Οι τραπεζίτες αρχίζουν από τις πρώτες ώρες να προετοιμάζονται για το κλείσιμο των καταστημάτων τους και την επιβολή μέτρων περιορισμού στην κίνηση κεφαλαίων, τα οποία είναι αναπόφευκτα μετά την εξαγγελία του δημοψηφίσματος, που προκαλεί την άμεση απώλεια εμπιστοσύνης προς το χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Την Κυριακή 28 Ιουνίου λαμβάνεται απόφαση από το υπουργείο Οικονομικών αυστηρά capital controls, ώστε να μην χρεοκοπήσουν οι τράπεζες και αποφασίζεται επ’ αόριστον τραπεζική αργία, προκειμένου να εκτιμηθεί με μεγαλύτερη νηφαλιότητα η κατάσταση που διαμορφώνεται.
Οι πληγές ένα χρόνο μετά
Ένα χρόνο μετά, νοικοκυριά και επιχειρήσεις έχουν σε μεγάλο βαθμό προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα. Οι περιορισμοί έχουν χαλαρώσει κυρίως για την πραγματοποίηση των εισαγωγών προς επιχειρήσεις.
Από την άλλη πλευρά για τους Έλληνες καταθέτες που εμπιστεύτηκαν μέχρι τέλος τις ελληνικές τράπεζες, τα πράγματα δεν έχουν αλλάξει και πολύ. Από το όριο αναλήψεων των 420 ευρώ ανά εβδομάδα έως και τη δυνατότητα χρήσης των καρτών τους σε e-shop του εξωτερικού.
Η ζημιά που γίνεται στην πραγματική οικονομία είναι τεράστια. Η Τράπεζα της Ελλάδος υπολογίζει το κόστος της πρώτης κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα στα 80 δισ. ευρώ, ενώ μόλις την περασμένη εβδομάδα ο Κλάους Ρέγκλινγκ, επικεφαλής του ESM, του μηχανισμού που εκδίδει ομόλογα για να μας δανείζει, το ανεβάζει στα 100 δισ. ευρώ.
Η ζημιά σε αριθμούς
Οι επιπτώσεις κάθε άλλο παρά ασήμαντες είναι.
– Το 2015 το ΑΕΠ κλείνει με οριακή μείωση έναντι ανάπτυξης 2,50% – 3% που προβλεπόταν από επίσημους θεσμούς και αναλυτές μέχρι και το α΄ τρίμηνο της ίδιας χρονιάς.
Η ύφεση φέτος αναμένεται να ξεπεράσει το 2% έναντι ανάπτυξης περί το 3%, εάν δεν γινόταν το παραπάνω ατύχημα. Η συνολική απώλεια στο ΑΕΠ ξεπερνά μέσα σε δύο χρόνια τα 15 δισ. ευρώ.
– Ανεκόπη ο ρυθμός μείωσης της ανεργίας. Σήμερα το ποσοστό των ανέργεων βρίσκεται λίγο κάτω από το 25% και αναμένεται μέχρι το τέλος του έτους να ξεπεράσει αυτό το επίπεδο, έως και κατά 5 μονάδες βάσης.
– Το τραπεζικό σύστημα παραμένει εν ζωή χάρις στον «αναπνευστήρα» που παρέχει το Ευρωσύστημα, μέσω των μηχανισμών ρευστότητας που διατηρεί ενεργούς. Οι τέσσερις συστημικοί όμιλοι έχασαν μέσα στους πρώτους 6 μήνες του 2015 το 25% των καταθέσεων των πελατών τους.
Κι ενώ ήταν έτοιμοι να προχωρήσουν σε νέες δανειοδοτήσεις προς την πραγματική οικονομία τουλάχιστον 10 δισ. ευρώ την περυσινή χρονιά, αποκλείονται ξανά από τις διεθνείς αγορές και οι προγραμματισμένες δράσεις «παγώνουν».
Λόγω της αλλαγής του μακροοικονομικού περιβάλλοντος, υποβάλλονται σε νέα stress tests, από τα οποία προκύπτει η ανάγκη για νέα ανακεφαλαιοποίησή τους με επιπλέον 8,3 δισ. ευρώ. Για το 2015 καταγράφουν ζημιές που ξεπερνούν τα 9 δισ. ευρώ.
Οι τράπεζες θα χρειαστούν πολύ καιρό ακόμη ώστε να μπορέσουν να διαδραματίσουν το ρόλο τους ως χρηματοδότες της οικονομίας.
– Τα προβλήματα αρχίζουν να φαίνονται από την πρώτη στιγμή στην πραγματική οικονομία. Πολλές επιχειρήσεις, μικρές και μεγάλες, οδηγούνται στο κλείσιμο, μην αντέχοντας μία νέα μείωση στον τζίρο, χωρίς τη στήριξη του τραπεζικού συστήματος, το οποίο πλέον απλώς δεν μπορεί να βοηθήσει.
Τα «λουκέτα» από τα μέσα του 2015 έχουν φτάσει έως σήμερα τα 25.990. Ο αριθμός των νέων επιχειρήσεων που ιδρύονται περιορίζεται κατά 3.000 ή 20% σε ετήσια βάση. Από τις 15.379 νέες επιχειρήσεις πέρυσι, φέτος ενεγράφησαν στο ΓΕ.ΜΗ 12.486 νέες επιχειρήσεις, έναντι των 18.030 το 2014 και των 20.024 το 2013.
– Οι εξαγωγές υποχωρούν φέτος κατά 11,7%.
– Η μείωση των επενδύσεων προσεγγίζει το 3%.
– Η κατανάλωση υποχωρεί κατά 4,3%.
– Ο δείκτης οικονομικού κλίματος έχει πέσει στο 89,7 από 99,5 στο τέλος του 2014.
– Η χώρα έχει υποστεί απώλεια έξι θέσεων, πέφτοντας στη 56η θέση στην ανταγωνιστικότητα μεταξύ 61 χωρών.
Πηγή: tovima.gr