Μελέτη Αμερικανών επιστημόνων εστίασε για μία ακόμη φορά στην αρνητική ψυχολογία και πώς αυτή μπορεί να βλάπτει τον οργανισμό μας.
Συγκεκριμένα, οι επιστήμονες εστίασαν στο πώς τα αρνητικά συναισθήματα που μας κατακλύζουν συχνά, όπως ο θυμός και η κατάθλιψη, μπορούν να επηρεάσουν τους δείκτες της καρδιάς, την αύξηση της χοληστερόλης και της πίεσης και την αύξηση της παχυσαρκίας.
Μέχρι σήμερα, όπως λένε οι ερευνητές, όλες οι μελέτες έχουν εστιάσει περισσότερο στον ανδρικό πληθυσμό, γι’ αυτό και οι ίδιοι επέλεξαν μόνο γυναίκες οι οποίες παρουσίαζαν πόνους στον θώρακα, για τη νέα αυτή μελέτη. Έτσι, 700 περίπου γυναίκες μέσης ηλικίας μπήκαν στο μικροσκόπιο των ειδικών.
Οι γυναίκες αυτές έδωσαν πλήρη ιστορικό στους ειδικούς και στη συνέχεια εξετάστηκαν για παράγοντες κινδύνου, όπως υψηλή αρτηριακή πίεση, υψηλή χοληστερόλη, παχυσαρκία, ενώ επίσης, σημαντικό στοιχείο ήταν το αν καπνίζουν. Επιπλέον, από ψυχολογικής απόψεως οι γυναίκες που πήραν μέρος στη μελέτη αξιολογήθηκαν με ειδικά ψυχολογικά τεστ και οι παράγοντες που λήφθηκαν υπόψη στη μελέτη ήταν αρνητικοί ψυχολογικοί δείκτες, όπως ο έντονος θυμός, η επιθετικότητα, η κατάθλιψη και το στρες.
Οι επιστήμονες αναλύοντας όλα τα ευρήματα της μελέτης διαπίστωσαν ότι η ψυχολογία των γυναικών ήταν σημαντικός παράγοντας για την ομαλή λειτουργία της καρδιάς τους. Η αρνητική ψυχολογία και ο έντονος θυμός, ή τα συμπτώματα κατάθλιψης που βίωναν οι γυναίκες επηρέαζαν σημαντικά αρνητικά τη λειτουργία της καρδιάς τους. Όπως είπαν, τα έντονα αισθήματα κακής ψυχολογίας και δυστυχίας που ένιωθαν μπορούσαν να αυξήσουν κατά πολύ τις πιθανότητες για ένα καρδιακό νόσημα.
Για παράδειγμα στις γυναίκες στις οποίες τα ειδικά τεστ έδειξαν ψηλό δείκτη επιθετικότητας, υπήρχαν ταυτόχρονα τα πιο υψηλά επίπεδα «κακής» χοληστερόλης και τα πιο χαμηλά επίπεδα «καλής» χοληστερόλης. Επίσης, όσες είχαν υψηλούς δείκτες κατάθλιψης παρουσίαζαν τρεις φορές μεγαλύτερες πιθανότητες να καπνίσουν.
Αξίζει να σημειωθεί ότι προηγούμενη μελέτη που έγινε σε περίπου 14.000 άτομα ηλικίας 48-67 ετών επιβεβαιώνει ότι η επιθετικότητα και ο θυμός αυξάνουν τον κίνδυνοι εγκεφαλικού επεισοδίου ή καρδιακού. Συγκεκριμένα, η κλινική μελέτη έγινε από τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης των Ασθενειών των ΗΠΑ για οκτώ συνεχή έτη με τη χρήση των τεστ αξιολόγησης σε όλους τους συμμετέχοντες, άνδρες και γυναίκες, που κλήθηκαν να χαρακτηρίσουν την προσωπικότητα τους. Οι επιστήμονες κατέγραψαν όλα τα εγκεφαλικά επεισόδια που προκλήθηκαν στους εθελοντές κατά τη διάρκεια της μελέτης και διαπίστωσαν ότι τα άτομα που είχαν θυμό και οργή στη ζωή τους, είχαν αυξημένο κίνδυνο να πάθουν κάποιο εγκεφαλικό επεισόδιο. Μάλιστα, όσο πιο ψηλό ήταν το επίπεδο θυμού τους τόσο μεγαλύτερος ήταν ο κίνδυνος. Επίσης, παρατήρησαν ότι η επίδραση του θυμού εξουδετέρωνε ακόμα και τις όποιες θετικές επιδράσεις μπορεί να είχε ως άτομο, δηλαδή τα χαμηλά επίπεδα της καλής χοληστερόλης (HDL) ή τη σχετικά νεαρή ηλικία του.
Οι ειδικοί συμβουλεύουν να αλλάξουμε όσο μπορούμε συμπεριφορά, να αποφεύγουμε στρεσογόνες καταστάσεις, καθώς επίσης να βρούμε διεξόδους ώστε να μη «φορτώνουμε» εαυτό μας με αρνητικά συναισθήματα που έχουν ως αποτέλεσμα τις εκρήξεις θυμού ή τα συμπτώματα μια κατάθλιψης.