bowie

Η ζωή και το τέλος του θρυλικού David Bowie – Το τελευταίο προφητικό του άλμπουμ

Ο ξεχωριστός, ιδιόμορφος, εκκεντρικός, εκπληκτικός, ποιητής, τραγουδιστής, καλλιτέχνης, η ματωμένη καρδιά, ο βασιλιάς της μόδας, ο σπάνιος, ο Χαμαιλέον της Ποπ, το ηλιοβασίλεμα των 1000 χρωμάτων. Αυτές είναι λίγες μόνο από τις λέξεις που χρησιμοποιούν θαυμαστές και δημοσιογράφοι, για να περιγράψουν τον θρυλικό David Bowie, ο οποίος έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 69 ετών, λίγες μόλις μέρες μετά τα γενέθλια του που τα γιόρτασε, κυκλοφορώντας το 25ο στουντιακό του άλμπουμ «Blackstar», που είναι και το «κύκνειο άσμα» του, εν μέρει προφητικό του θανάτου του.

Η καριέρα του, περισσότερα από 40 χρόνια μουσικής, δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σε καμία περίπτωση μονότονη. Του άρεσε να εκπλήσσει και να δημιουργεί, σε ορίζοντες και μονοπάτια όπου άλλοι καλλιτέχνες δεν είχαν ποτέ βαδίσει. Για αυτό άλλωστε ο τραγουδιστής-στιχουργός και παραγωγός Bowie, διακρίθηκε στην glam rock, στην art rock, στη soul, το hard rock, τη dance pop, την punk και την electronica , μια πλειάδα ειδών μουσικής, που του χάρισαν και τον τίτλο του «χαμαιλέοντα».

Τα πρώτα του χρόνια

bowie4Ο David Bowie γεννήθηκε στο Brixton, στο Νότιο Λονδίνο στις 8 Ιανουαρίου 1947. Η πρώτη μεγάλη του επιτυχία, το «Space Oddity» το 1969, τον έκανε γνωστό στη διεθνή μουσική σκηνή, με τον Bowie να μετατρέπεται σε έναν χαρακτήρα επιστημονικής φαντασίας, για να ξεδιπλώσει καλλιτεχνικά στο σύνολο τους, όλες τις πτυχές του άλμπουμ του «Ziggy Stardust».

Ο David είχε δείξει ενδιαφέρον για τη μουσική από μικρή ηλικία και σε ηλικία 13 ετών άρχισε να παίζει σαξόφωνο. Επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από τον αδελφό του Terry, που ήταν 9 χρόνια μεγαλύτερος και ο οποίος εισήγαγε τον David στον κόσμο της rock μουσικής και της μπητ λογοτεχνίας (beat literature).

Όμως ο Terry είχε τους «δαίμονες» του και η ψυχική του ασθένεια που ανάγκασε την οικογένεια του να τον κλείσει σε ίδρυμα, στοίχειωνε τον David για πολλά χρόνια. Ο Terry αυτοκτόνησε το 1985, μια τραγωδία που έγινε το κεντρικό σημείο του τραγουδιού που έγραψε αργότερα ο David, «Jump They Say.».

Mετά την αποφοίτησή του από το τεχνικό λύκειο Bromley στα 16 του, ο David άρχισε να εργάζεται στον διαφημιστικό κλάδο. Συνέχιζε να παίζει μουσική, συνεργαζόμενος με κάποια συγκροτήματα και κάνοντας ένα δικό του που αποκαλούσε «Davy Jones and the Lower Third». Στη διάρκεια αυτής της περιόδου βγήκαν αρκετά singles, αλλά κανένα που να έδινε στον νεαρό καλλιτέχνη την εμπορική έλξη που χρειαζόταν. Από φόβο μήπως το όνομα του Davy Jones, συγχέεται με τον Davy Jones των Monkees, ο David άλλαξε το επίθετο του σε Bowie, ένα όνομα που είχε εμπνευστεί από τον αμερικανό άποικο και πολεμιστή Jim Bowie, δημιουργό του μαχαιριού «Bowie»  που έζησε τον 19ο αιώνα.

bowie2Τελικά ο Bowie προχώρησε μόνος του. Όμως μετά την ηχογράφηση ενός αποτυχημένου solo άλμπουμ, άφησε τον κόσμο της μουσικής για μια μικρή περίοδο. Όπως έγινε και με την μετέπειτα ζωή του, αυτά τα λίγα χρόνια αποδείχτηκαν ότι είχαν έναν απίστευτα πειραματικό χαρακτήρα για τον νεαρό καλλιτέχνη.  Για αρκετές εβδομάδες το 1967, έζησε σε ένα βουδιστικό μοναστήρι στη Σκωτία και το 1968 ξεκίνησε το δικό του θίασο παντομίμας που ονομαζόταν «Feathers».

Το ίδιο διάστημα γνώρισε την αμερικανίδα Angela Barnett, με την οποία παντρεύτηκε στις 20 Μαρτίου 1970. Μαζί έκαναν έναν γιο το 1971, τον Zowie, ωστόσο το 1980 χώρισαν.

Οι πρώτες επιτυχίες

Νωρίς το 1969, ο Bowie επιστρέφει για τα καλά στη μουσική. Υπογράφει συμβόλαιο στην Mercury Records και το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς βγάζει το single «Space Oddity.» Ο Bowie, είπε αργότερα ότι το τραγούδι αυτό το εμπνεύστηκε βλέποντας το έργο του Stanley Kubrick 2001: A Space Odyssey. Το τραγούδι αγαπήθηκε γρήγορα από το κοινό και πήρε μεγάλη ώθηση από το BBC, το οποίο το χρησιμοποίησε στη διάρκεια της κάλυψης της διαστημικής αποστολής στη Σελήνη Apollo 11 moon landing.

Το τραγούδι γνώρισε αργότερα επιτυχία και στις Ηνωμένες Πολιτείες όταν κυκλοφόρησε εκεί το 1972, σκαρφαλώνοντας στη θέση 15 των charts.

bowie-ziggy

Το επόμενο άλμπουμ του Bowie το 1970, «The Man Who Sold the World», τον καταξίωσε ακόμη περισσότερο στο καλλιτεχνικό στερέωμα. Ο δίσκος πρόσφερε έναν πιο βαρύ ροκ ήχο από ότι είχε βγάλει μέχρι εκείνη τη στιγμή ο Bowie και περιείχε το τραγούδι «All the Madmen,» που αναφερόταν στον έγκλειστο σε ίδρυμα αδελφό του Terry. Επίσης, περιείχε άλλες δύο επιτυχίες, το «Hunky Dory,» ένα αφιέρωμα στον Andy Warhol, τους Velvet Underground και τον Bob Dylan και το «Changes,» το οποίο ενσάρκωνε τον ίδιο τον David.

Όσο μεγάλωνε η αναγνωρισιμότητα του Bowie, τόσο μεγάλωνε και η επιθυμία του να αφήνει ένα πέπλο μυστηρίου για τον εαυτό του και στους κριτικούς και στους θαυμαστές του. Υποστήριξε ότι είναι γκέι και μετά εισήγαγε τον pop κόσμο στο «Ziggy Stardust», έναν φανταστικό χαρακτήρα του Bowie ενός καταδικασμένου rock star και το γκρουπ του «The Spiders from Mars».

Το άλμπουμ του «The Rise and Fall of Ziggy Stardust and the Spiders from Mars» το 1972, τον μετέτρεψε σε superstar.  Ντυμένος με φανταχτερά κοστούμια και μιλώντας για ένα δύσκολο μέλλον, ο Bowie, εμφανίζεται ως Stardust, σηματοδοτώντας μια νέα εποχή στη ροκ μουσική, αφήνοντας πίσω την εποχή των sixties και του Woodstock.

Περισσότερες αλλαγές

bowie3Όσο γρήγορα μεταμορφώθηκε ο Bowie  σε «Stardust» τόσο γρήγορα άλλαξε ξανά. Αξιοποίησε την διασημότητα του για να κάνει παραγωγές σε άλμπουμ του Lou Reed και του Iggy Pop. Το 1973 διέλυσε  τους «Spiders», έβαλε στο ράφι τον «Stardust» και ανακοίνωσε ότι τελείωσε με τις ζωντανές εμφανίσεις.

Αυτό το διάστημα έδειξε την στοργή του στην Βρετανική mod σκηνή, και έβγαλε το «Pin Ups», ένα άλμπουμ με διασκευές που είχαν δημιουργηθεί από πολλά γνωστά γκρουπ όπως οι Pretty Things και οι Pink Floyd.

Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1970, ο Bowie είχε αλλάξει πλήρως. Τέρμα τα φανταχτερά κοστούμια και σύνολα. Μέσα σε δύο χρόνια, έκανε τα άλμπουμ «David Live» (1974) και «Young Americans» (1975). Το δεύτερο, υποστηριζόταν φωνητικά από τον νεαρό Luther Vandross και περιείχε το τραγούδι «Fame» που είχε γράψει μαζί με τον John Lennon και το οποίο έγινε το πρώτο του νούμερο 1 single στην Αμερική.

bowie5

Το 1980 ο Bowie, ζούσε πλέον στη Νέα Υόρκη και έβγαλε το «Scary Monsters», ένα άλμπουμ το οποίο περιείχε το single «Ashes to Ashes,» ένα είδος νεώτερης έκδοσης του  «Space Oddity.»

Τρία χρόνια αργότερα ο Bowie, με ένα νέο συμβόλαιο με την RCA, ηχογράφησε το «Let’s Dance» (1983), ένα άλμπουμ που περιείχε πολλές επιτυχίες όπως το «Modern Love» και το «China Girl» και στο οποίο συμμετείχε ο Stevie Ray Vaughan.

Φυσικά τα ενδιαφέροντα του Bowie δεν έμεναν μόνο στη μουσική. Η αγάπη του για το σινεμά, τον βοήθησε να πρωταγωνιστήσει στο «The Man Who Fell to Earth» (1976) και αργότερα το 1980 στο «Elephant Man».

Μέσα στην επόμενη δεκαετία, ο Bowie κινούνταν μεταξύ ηθοποιίας και μουσικής, με τη δεύτερη με σαφώς λιγότερη επιτυχία . Εκτός από ένα δύο καλούτσικα hit, η μουσική καριέρα του Bowie μαράζωσε. Τα άλμπουμ Tin Machine (1989) και Tin Machine II (1991), πάτωσαν, ενώ το αρκετά διαφημισμένο άλμπουμ Black Tie White Noise (1993), που ο Bowie περιέγραψε ως ένα γαμήλιο δώρο στη νέα του σύζυγο, το σούπερ μοντέλο Iman, επίσης πάσχιζε να βρει τον δρόμο του στο κοινό .

Αρκετά παραδόξως, η πιο δημοφιλής δημιουργία του Bowie τελευταία, ήταν τα ομόλογα Bowie (Bowie Bonds), χρηματοοικονομικοί τίτλοι που ο ίδιος ο καλλιτέχνης εξασφάλισε, με τα δικαιώματα από την δουλειά του πριν το 1990.  Ο Bowie εξέδωσε τα ομόλογα αυτά το 1997 and και κέρδισε από τις πωλήσεις τους 55 εκατομμύρια δολάρια. Τα δικαιώματα αυτά επέστρεψαν στην κατοχή του όταν τα ομόλογα «ωρίμασαν» το 2007.

 Τα τελευταία του χρόνια

bowie6Το 2004 ο Bowie πέρασε μια μεγάλη περιπέτεια υγείας όταν υπέστη καρδιακό επεισόδιο επί σκηνής στη Γερμανία. Επανήλθε πλήρως και συνέχισε να δουλεύει με συγκροτήματα όπως οι Arcade Fire και με την ηθοποιό Scarlett Johansson στο άλμπουμ της «Anywhere I Lay My Head» (2008),  μια συλλογή με διασκευές του Tom Waits.

O Bowie, μπήκε στο Rock and Roll Hall of Fame το 1996 και το 2006 του απονεμήθηκε το βραβείο Grammy για την συνολική του προσφορά στη μουσική.

 To μεγάλο αντίο με το προφητικό τραγούδι

Τους τελευταίους 18 μήνες,  ο βρετανός καλλιτέχνης διαγνώστηκε με καρκίνο. Αυτό όμως δεν τον εμπόδισε από το να συνεχίσει να δημιουργεί. Μόλις 2 μέρες πριν τον θάνατο του, την Παρασκευή 8 Ιανουαρίου και ανήμερα των 69ων γενεθλίων του, κυκλοφόρησε το άλμπουμ «Blackstar»,  με επτά τραγούδια που έχουν αποσπάσει πολύ θετικές κριτικές. Το βρετανικό GQ ανέφερε για παράδειγμα: «Εάν θα έπρεπε να κάνουμε μια κριτική είναι απλά ότι τα επτά τραγούδια είναι πολύ λίγα, αλλά περιέχουν τόσες νέες ιδέες που οποιοσδήποτε άλλος καλλιτέχνης θα χρειαζόταν 17 τραγούδια για τις βάλει».

Από τον δίσκο ξεχώρισε και το single «Lazarus» που ακούγεται στο ομώνυμο θεατρικό έργο, το οποίο έγραψε ο David Bowie με τον Enda Walsh και σκηνοθέτησε ο Ivo Van Hove, ένα τραγούδι που ο καλλιτέχνης ένιωσε πως έπρεπε να προσθέσει, προφανώς γιατί γνώριζε πως το τέλος του πλησίαζε. Το video-clip του τραγουδιού, δημοσιοποιήθηκε μόλις 3 μέρες πριν τον θάνατο του και ο Bowie φαίνεται σε αυτό, παγιδευμένος σε ένα κρεβάτι νοσοκομείου με επιδέσμους να καλύπτουν τα μάτια του. O παραγωγός του Tony Visconti εξάλλου, είπε ότι ο Bowie μετέτρεψε τον θάνατο του, σε ένα έργο τέχνης.Και οι στίχοι του τραγουδιού όμως, προϊδεάζουν για το τι θα συμβεί:

«Κοίτα εδώ πάνω, είμαι στον Παράδεισο

Έχω ουλές που δεν φαίνονται

Έχω δράμα που δεν μπορεί να κλαπεί

Όλοι με ξέρουν τώρα

Κοίτα εδώ πάνω άνθρωπε, είμαι σε κίνδυνο

Δεν έχω τίποτα άλλο να χάσω

Είμαι τόσο φτιαγμένος που το μυαλό μου στριφογυρίζει…

…Το ξέρεις θα είμαι ελεύθερος… Θα είμαι ελεύθερος

Διαβάστε και αυτό: Πέθανε ο Θρύλος της μουσικής David Bowie

Του Αλέξη Αλεξιάδη