Οι χρήστες αντιμετωπίζουν διπλάσιο κίνδυνο εξάρτησης από την κάνναβη, όταν αυτή είναι ισχυρή, σύμφωνα με μια νέα βρετανική επιστημονική έρευνα. Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Τομ Φρίμαν του University College του Λονδίνου (UCL), έκαναν τη σχετική ανακοίνωση στο συνέδριο της Διεθνούς Ένωσης Πρώιμης Ψύχωσης στο Μιλάνο.
Σύμφωνα με τη νέα μελέτη, περίπου 182 εκατ. άνθρωποι κάνουν χρήση κάνναβης (απ’ όπου προέρχεται το χασίς και η μαριχουάνα) παγκοσμίως κάθε χρόνο, αριθμός που αναμένεται να αυξηθεί, καθώς ενισχύονται οι φωνές για νομιμοποίηση, αλλά και για ιατρική χρήση. Σχεδόν ένας χρήστης κάνναβης στους 10 (9%) θα αναπτύξει εξάρτηση σε κάποια στιγμή της ζωής του. Όσοι εθίζονται το βρίσκουν πολύ δύσκολο να την κόψουν, παρά τις εντεινόμενες αρνητικές παρενέργειες στον οργανισμό τους. Την ίδια στιγμή, μερικοί άνθρωποι είναι πιο ευάλωτοι στις αρνητικές παρενέργειες σε σχέση με άλλους. Ο κίνδυνος εξάρτησης αυξάνεται, όταν ο χρήστης είναι νέος, άνδρας και αναμειγνύει την κάνναβη με καπνό τσιγάρου.
Η νέα έρευνα αναδεικνύει ως ξεχωριστό παράγοντα κινδύνου για εξάρτηση το πόσο δυνατή είναι η κάνναβη. Κατά την τελευταία δεκαετία, η παράνομη αγορά έχει κατακλυστεί από κάνναβη υψηλής ισχύος, η οποία περιέχει μεγάλες ποσότητες των δύο βασικών ψυχοδραστικών ουσιών: α) της τετραϋδροκανναβινόλης και β) της κανναβιδιόλης. Αυτό εξηγεί γιατί αυξάνεται συνεχώς το ποσοστό των χρηστών που αναζητούν ιατρική βοήθεια λόγω των προβλημάτων που τους προκάλεσε η κάνναβη.
Η βρετανική μελέτη, που έγινε μεταξύ χρηστών 16 έως 23 ετών, διαπίστωσε ότι όταν γίνεται συστηματική χρήση κάνναβης με ισχυρή δράση, τότε η πιθανότητα εξάρτησης των χρηστών διπλασιάζεται, σε σχέση με όσους χρησιμοποιούν την τυπική κάνναβη που δεν είναι τόσο δυνατή. Όπως είπε ο Φρίμαν, «η καλύτερη λύση για κάποιον είναι να σταματήσει ή έστω να μειώσει τη χρήση. Αν όμως αυτό δεν είναι δυνατό, τότε πρέπει να ενθαρρυνθεί, ώστε να στραφεί στην κάνναβη χαμηλής ισχύος».