Στο επίκεντρο της συζήτησης μεταξύ των δυο ανδρών ήταν το ζήτημα της περαιτέρω ενίσχυσης των σχέσεων μεταξύ των δύο πλευρών στους τομείς της επιχειρηματικότητας και της καινοτομίας, της αγροτικής οικονομίας, της βιομηχανικής ανάπτυξης και του τουρισμού.
Ο Περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας Απόστολος Τζιτζικώστας αναφέρθηκε στην πολύ καλή συνεργασία της Περιφέρειας με το Γερμανικό Προξενείο στη Θεσσαλονίκη, ενώ τόνισε την ανάγκη ενδυνάμωσης αμοιβαίων συνεργιών σε πεδία κοινού ενδιαφέροντος, με γνώμονα την προσέλκυση επενδύσεων και την ανταλλαγή τεχνογνωσίας.
«Το όπλο μας για να βγούμε από την κρίση είναι η ανάπτυξη της καινοτομίας και η ενίσχυση των επενδύσεων, αξιοποιώντας τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της Περιφέρειάς μας σε τομείς όπως ο τουρισμός, η αγροτική οικονομία, οι εξαγωγές και η επιχειρηματικότητα. Σ’ αυτό το πλαίσιο, επιδιώκουμε τη σταθερή συνεργασία μας με φίλες χώρες, όπως η Γερμανία, που θα βοηθήσουν στην οικονομική ανάκαμψη του τόπου μας», σημείωσε ο κ. Τζιτζικώστας.
Ο κ. Τζιτζικώστας έκανε ξεχωριστή αναφορά στις ενέργειες της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας προς αυτή την κατεύθυνση, με την ίδρυση της νέας Διεύθυνσης Υποστήριξης Καινοτομίας και Επιχειρηματικότητας, που υποστηρίζει τους υποψήφιους επενδυτές μέσω της δημιουργίας μηχανισμού μίας και μοναδικής διεπαφής με τον επιχειρηματία (one stop shop) και της ανεύρεσης τρόπων και μηχανισμών χρηματοδότησης – συνεργασιών.
Από την πλευρά του, ο Γενικός Πρόξενος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας στη Θεσσαλονίκη Walter Stechel ευχαρίστησε τον Περιφερειάρχη Κεντρικής Μακεδονίας Απόστολο Τζιτζικώστα για την εποικοδομητική συνεργασία και εξέφρασε τη βούλησή του να συνεισφέρει στην καλύτερη προώθηση των επιχειρηματικών ανταλλαγών Γερμανίας – Ελλάδας και τη δημιουργία μελλοντικών ευκαιριών σ’ αυτό το πεδίο. Επίσης, ο Γερμανός Γενικός Πρόξενος στη Θεσσαλονίκη έκανε λόγο για τους στενούς πολιτισμικούς δεσμούς της Γερμανίας με την Κεντρική Μακεδονία, που όπως τόνισε «αντικατοπτρίζονται στην πολύ επιτυχημένη λειτουργία της Γερμανικής Σχολής στη Θεσσαλονίκη και τη μεγάλη ζήτηση της γερμανικής ως δεύτερης γλώσσας στη δημόσια εκπαίδευση».