Πρώτη προτεραιότητα αποτελεί για το Τμήμα Εγκλημάτων κατά Ιδιοκτησίας η εξάρθρωση της σπείρας των ληστών χρηματοκιβωτίων (αν είναι μία), λόγω της συχνότητας των χτυπημάτων της και της ανησυχίας που προκαλούν σε επιχειρήσεις και τους υπαλλήλους τους, αλλά και η εξάρθρωση της συμμορίας των ληστών των τραπεζικών θυρίδων που μετά από σχεδόν έναν χρόνο επανεμφανίστηκαν.
Στην δεύτερη περίπτωση, ο αντίκτυπος επίσης είναι μεγάλος για την κοινωνία, αφού δεν χτυπούν τα ασφαλισμένα χρήματα των γκισέ αλλά την περιουσία όσων εμπιστεύτηκαν την φύλαξή τους σε τραπεζικές θυρίδες και όχι μέσα στα σπίτια τους…
Στην περίπτωση των ληστών των χρηματοκιβωτίων, τα συνολικά χτυπήματα σε βάρος επιχειρήσεων μπορεί να ξεπερνούν πλέον τα 30, όμως δεν είναι ακόμα σαφές αν είναι από την ίδια σπείρα, από εναλλαγή μελών της ίδιας σπείρας, από μιμητές κλπ.
Για τις περισσότερες από αυτές τις περιπτώσεις που είναι περίπου οι μισές, υπάρχουν τουλάχιστον δύο έγγραφες καταθέσεις μαρτύρων που κάνουν λόγο για Ρομά και που οι περιγραφές ταιριάζουν, ωστόσο στο πλήθος των χτυπημάτων και αυτό σίγουρα μπερδεύει τις έρευνες, υπάρχουν αναφορές, για Ρωσοπόντιους, για άτομα που μιλούν καθαρά ελληνικά, ακόμα και για Αλβανούς…
Από όλες αυτές τις περιπτώσεις, στις περισσότερες υπάρχει ένα στίγμα που είναι σταθερό και κατευθύνει σε έναν βαθμό τις έρευνες της Ασφάλειας και αυτό είναι το σημείο που συνήθως εγκαταλείπουν τα κλεμμένα οχήματα διαφυγής τους και τα καίνε για να εξαφανίσουν ίχνη και αυτό δεν είναι άλλο από το Μενίδι, που σημαίνει ότι το κρησφύγετο τους βρίσκεται εκεί και εκεί είναι που βρίσκουν καταφύγιο μετά από κάθε τους ενέργεια, άρα μοιραία, τουλάχιστον για τις περισσότερες των περιπτώσεων, οι έρευνες συγκλίνουν προς τους Ρομά.
Αρχικά και όσο τα χτυπήματα περιορίζονταν στην Δυτική Αττική και πέριξ των Μεγάρων και του Ασπροπύργου, η ΕΛ.ΑΣ. ενίσχυσε τις περιπολίες της ΟΠΚΕ στην περιοχή με σκοπό να τους εντοπίσει, όμως η σπείρα εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο τις γεωγραφικές δυνατότητες της περιοχής του Μενιδίου ως ορμητήριο και έτσι στράφηκαν προς τις επιχειρήσεις της Μαλακάσας, της Βιομηχανικής Περιοχής Σχηματαρίου, Ριτσώνας, Θηβών κλπ., ενώ όταν άρχισαν να γίνονται πιο συχνές οι περιπολίες και από την πλευρά της Βοιωτίας, στράφηκαν προς τα Μεσόγεια…
Ο πονοκέφαλος των Αρχών είναι μεγάλος αφού είναι τεράστια η γεωγραφική έκταση που καλύπτει η δράση της σπείρας (αν είναι μία) και η ανάγκη να εντοπιστούν καθίσταται άμεση όχι μόνο για τα καθημερινά τους πλέον χτυπήματα σε βάρος επιχειρήσεων, που προκαλούν τεράστια προβλήματα στη λειτουργικότητα των επιχειρήσεων τέτοια εποχή, αλλά και γιατί μπορεί μέχρι τώρα να μην έχουν αφήσει πίσω τους θύματα, όμως βίαιοι είναι και δένουν τους φύλακες και η σκέψη ότι το κακό μία φορά συμβαίνει, καθιστά ακόμα πιο απαραίτητο τον άμεσο εντοπισμό τους και την εξάρθρωσή τους.
Επαγγελματίες του είδους οι ληστές των τραπεζικών θυρίδων
Είναι μόλις το δεύτερο χτύπημά τους με πανομοιότυπο τρόπο περίπου έναν χρόνο μετά, αφού οι Αρχές έχουν πειστεί ότι και η ληστεία στην Τράπεζα Πειραιώς των Αμπελοκήπων, στις αρχές Αυγούστου, είχε την δική τους υπογραφή.
Έδρασαν σαν επαγγελματίες. Εισήλθαν στην τράπεζα ένας-ένας στις δύο το μεσημέρι, λίγο πριν κλείσει η τράπεζα. Φορούσαν μάσκες σιλικόνης και ακινητοποίησαν υπό την απειλή πιστολιών, καλάσνικοφ και χειροβομβίδας τους 5 υπαλλήλους και τους 3 πελάτες, όμως με τρόπο που να μην προκαλέσουν σπασμωδικές κινήσεις και αφαίρεσαν τα κινητά τους τηλέφωνα και έκλεισαν τις γρίλιες στα παράθυρα για να μην τραβήξουν την προσοχή απ’ έξω.
Ύστερα, επικεντρώθηκαν στην διάρρηξη περισσότερων από 50 τραπεζικών θυρίδων από τις οποίες βρήκαν και πήραν μεγάλα χρηματικά, ποσά, χρυσαφικά, κοσμήματα κλπ. μεγάλης αξίας. Αφαίρεσαν επίσης 7.000-8.000 ευρώ από ένα γκισέ και στη συνέχεια όπως και πριν περίπου έναν χρόνο έπλυναν τα πάντα με χλωρίνη για να είναι σίγουροι ότι δεν θα βρεθεί τυχόν γενετικό τους υλικό…
Μετά από σχεδόν 3 ώρες ομηρίας, αρχικά έφυγαν οι δύο δράστες και μετά από λίγο οι άλλοι δύο, κάτι που σημαίνει ότι είτε έφυγαν με διαφορετικά οχήματα διαφυγής, είτε έφυγαν οι πρώτοι για να ελέγξουν πρώτα ότι όλα ήταν εντάξει και στη συνέχεια ανέμεναν και τους συνεργούς τους και έφυγαν όλοι μαζί. Οι μάρτυρες ανέφεραν ότι μιλούσαν σπαστά ελληνικά και έλεγαν λίγες και μετρημένες λέξεις και φράσεις.
Το βασικό χαρακτηριστικό τους είναι φαίνεται πως δεν ρίσκαραν όλο αυτό το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε για να πραγματοποιήσουν ένα σπασμωδικό χτύπημα, αλλά πιθανόν χτύπησαν όταν άρχισε να εξαντλείται η λείο από την πρώτη τους ληστεία και αφού πρώτα είχαν μελετήσει τον στόχο τους και τον τρόπο που θα δράσουν στην κάθε του λεπτομέρεια.