Στο 3,9% του ΑΕΠ υπολογίζει η Επιτροπή στα παρατήματα των εκθέσεών της για τις Φθινοπωρινές Προβλέψεις το πρωτογενές πλεόνασμα του 2018 και στο 3,7% για το 2019. Επιβεβαιώνει έτσι και με αριθμούς τις χθεσινές ανακοινώσεις για επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων του μνημονίου (πρωτογενές πλεόνασμα στο 3,5% του ΑΕΠ). Επιβεβαιώνει όμως και τις υπέρμετρες επιβαρύνσεις που ήρθαν και θα συνεχίσουν να πλήττουν την αγορά και την κοινωνία μέσα από τις καταιγίδες φόρων και εισφορών, αλλά και με την μεγαλύτερη από την αναγκαία περικοπή κοινωνικού κράτους και επενδύσεων.
Ιστορικό υψηλό φόρων
Στα ίδια στοιχεία της Επιτροπής καταγράφεται ιστορικό ρεκόρ των φόρων που σχετίζονται με την παραγωγή και τις εισαγωγές (σ.σ. από το 1995 που υπάρχουν συγκρίσιμα στοιχεία). Το 2019 υπολογίζεται στα 32,7 δισ. ευρώ από 28,3 δισ. ευρώ το 2015 και 27,6 δισ. ευρώ το 2014.
Καταγράφεται και ιστορικό χαμηλό κοινωνικών μεταβιβάσεων παρά το ΚΕΑ και τα «μερίσματα», λόγω των περικοπών που υπέστησαν ή δρομολογούνται σε άλλα πεδία του κοινωνικού κράτους. Υπολογίζονται από την Επιτροπή στα 14,2 δισ. ευρώ το 2019 από 16,2 δισ. ευρώ το 2015 και από 15,5 δισ. ευρώ φέτος.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι παρά τις παροχές που δέχεται η Επιτροπή μέσα από τα αντίμετρα του 2019, το «βάρος» στην αγορά και στην κοινωνία παραμένει πολύ υψηλό.
Όσο για τα φορολογικά βάρη, στο σύνολό τους υπολογίζονται το 2019 στα 71,8 δισ. ευρώ από 63,9 δισ. ευρώ το 2014 και 69,5 δισ. ευρώ φέτος και είναι τα υψηλότερα σε αξία από το 2010.
Τα δημοσιονομικά στοιχεία του 2017
Η Επιτροπή στα ίδια παραρτήματα των προβλέψεών της καταγράφει το πρωτογενές πλεόνασμα για φέτος στο 2% του ΑΕΠ, έναντι μνημονιακής υποχρέωσης για πρωτογενές πλεόνασμα στο 1,75% του ΑΕΠ.
Να σημειωθεί ότι οι εκτιμήσεις της Επιτροπής δεν είναι απόλυτα συμβατές με τους στόχους του μνημονίου. Το πρωτογενές πλεόνασμα σε όρους μνημονίου έχει κάποιες μικρές μεθοδολογικές διαφορές, σε σχέση με τον υπολογισμό της Επιτροπής και της ΕΛΣΤΑΤ (για παράδειγμα το 2016 έκλεισε στο 3,7% του ΑΕΠ κατά την Επιτροπή/ΕΛΣΤΑΤ και στο 3,8% του ΑΕΠ κατά μνημόνιο, ενώ την άνοιξη για το ίδιο έτος υπολογιζόταν σε 3,9% του ΑΕΠ κατά ΕΛΣΤΑΤ/Επιτροπή ή σε 4,18% του ΑΕΠ σε όρους μνημονίου).
Οι διαφορές συνδέονται με τα έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις περιουσιακών στοιχείων, με συναλλαγές για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, κέρδη κεντρικών τραπεζών της ευρωζώνης κ.λ.π. που μετρώνται διαφορετικά.
Σε κάθε περίπτωση δίδουν το «στίγμα» της κάλυψης του δημοσιονομικού στόχου ή ακόμη και της υπέρβασής του….
Η Επιτροπή εκτιμά και στο σχετικό κείμενο της έκθεσης ότι «θα επιτευχθεί ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος του 2017» βλέποντας μάλιστα και ενδεχόμενο υπεραπόδοσης. Η πιθανή υπεραπόδοση, επισημαίνει, σχετίζεται με υπερσυγκράτηση δαπανών σε σχέση με τον προϋπολογισμό. «Η Ελλάδα αναμένεται επίσης να επιτύχει τον στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 3,5% του ΑΕΠ το 2018 και να το διατηρήσει το 2019», επισημαίνει η Επιτροπή.
Αναφέρει επίσης ότι «η πρόβλεψη προϋποθέτει την ομαλή ολοκλήρωση της τρίτης αναθεώρησης του προγράμματος και την ομαλή ολοκλήρωση του προγράμματος» το 2018. Κάνει σαφές ότι «οποιαδήποτε καθυστέρηση στη διαδικασία αυτή θα ήταν επιβλαβής για την ανάκαμψη». Κάνει σαφές η Επιτροπή επίσης ότι «υπάρχει κίνδυνος ενδεχόμενης υποαπορρόφησης του προϋπολογισμού για τις δημόσιες επενδύσεις το 2018, γεγονός που θα παρεμπόδιζε τη συνολική αύξηση των επενδύσεων»
Εκτιμά επίσης αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,6% φέτος, έναντι αρχικής της εκτίμησης για ανάπτυξη κατά 2,1%. Σημειώνεται ότι ο στόχος του Προσχεδίου Προϋπολογισμού που κατατέθηκε τον Οκτώβριο στη Βουλή ήταν αύξηση ΑΕΠ κατά 1,8% φέτος και πλέον μένει να φανεί πως θα αναπροσαρμοσθεί στο τελικό κείμενο που θα κατατεθεί από το ΥΠΟΙΚ στις 21/11 στη Βουλή. Για το 2018, η Επιτροπή διατήρησε τον ρυθμό ανάπτυξης στο 2,5% (έναντι 2,4% στόχου του Προσχεδίου του κρατικού προϋπολογισμού).
της Δήμητρας Καδδά http://www.capital.gr