Το Γραφείο Προϋπολογισμού σημειώνει ότι με το υπάρχον προσχέδιο συνεχίζεται η έντονα προκυκλική οικονομική πολιτική (αυξήσεις φόρων και μειώσεις δαπανών σε περιβάλλον ύφεσης) που ακολουθήθηκε όλα τα χρόνια της κρίσης δυσχεραίνοντας έτσι τις προοπτικές επίτευξης θετικών ρυθμών ανάπτυξης.
Επισημαίνει επίσης ότι ο Προϋπολογισμός 2017, όπως προετοιμάζεται έχει βραχυπρόθεσμα έντονα υφεσιακό χαρακτήρα μολονότι η υφεσιακή επίπτωση μπορεί εν μέρει να εξουδετερωθεί με την αλλαγή του οικονομικού κλίματος λόγω ολοκλήρωσης των αξιολογήσεων.
Το Γραφείο Προϋπολογισμού παρατηρεί επιπλέον ότι το Προσχέδιο αναγνωρίζει ρητά πως μεσοπρόθεσμα η επιστροφή στον ενάρετο κύκλο της ανάπτυξης θα επιτευχθεί υπό την προϋπόθεση της συνεπούς εφαρμογής του προγράμματος στήριξης της ελληνικής οικονομίας, σε συνδυασμό με τη σταδιακή χαλάρωση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων και την πρόοδο στους τομείς της διευθέτησης μη εξυπηρετούμενων δανείων και δομικών αλλαγών.
«Όλα αυτά θα αποκαθιστούσαν την εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία. Αλλά το ίδιο το προσχέδιο αποδομεί εν μέρει το επιχείρημα. Ενδεικτικά σημειώνουμε ότι προβλέπει πολύ λιγότερα έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις στις οποίες αποτυπώνονται εμφανέστερα οι εσωτερικές δυσκολίες των μεταρρυθμίσεων. Συναφώς, η λύση του προβλήματος των κόκκινων δανείων και οι «δομικές αλλαγές» καθυστερούν», συμπληρώνει στην Έκθεσή του το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής.
Όπως αναφέρεται στην Έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού, σύμφωνα με το κείμενο του προσχεδίου επιζητείται επίσης να συζευχθεί η «δημοσιονομική υπευθυνότητα με κοινωνική δικαιοσύνη». «Όπως όμως έχει υποστηριχθεί, λιτότητα και αδικία μειώνουν τις πιθανότητες επιτυχίας ενός προγράμματος προσαρμογής. Τη γενική στόχευση ως προς την κοινωνική διάσταση υπηρετεί μεν η εφαρμογή του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης, αλλά αντιστρατεύονται άλλα μέτρα που προβλέπει το ίδιο το προσχέδιο (π.χ. η σαφής προ- τίμηση υπέρ των έμμεσων φόρων, βλ. πιο κάτω)», συμπληρώνει το Γραφείο Προϋπολογισμού και συνεχίζει: «Το προσχέδιο αφορά στο 2017 και έχει ως εκ τούτου βραχυπρόθεσμο χαρακτήρα. Δεν εντάσσεται σε μια μεσο- ή μακροπρόθεσμη προοπτική αφού η κυβέρνηση δεν έχει ακόμα καταρτίσει το “Μεσοπρόθεσμο”».
Το Γραφείο Προϋπολογισμού προειδοποιεί επίσης ότι οι αναλύσεις σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου, οι οποίες έρχονται κυρίως από τους διεθνείς θεσμούς (IMF, OECD), «πρέπει μάλλον να μας ανησυχούν».
Οι συντάκτες της έκθεσης προτείνουν αφενός αναθεώρηση προς τα κάτω των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα αφετέρου ανακατανομή του κέντρου βάρους μεταξύ φόρων και δαπανών υπέρ των τελευταίων. «Επομένως, τους επόμενους μήνες θα αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σημασία η αναθεώρηση των στόχων για πρωτογενή πλεονάσματα προς τα κάτω και η οριστική διευθέτηση του χρέους. Κυβέρνηση και αντιπολίτευση μάλλον συμφωνούν στον στόχο αυτόν και έχουν σύμμαχο το ΔΝΤ», σημειώνεται χαρακτηριστικά στην έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή.
Όπως αναφέρεται επίσης «μολονότι, τυχόν μειώσεις δαπανών αντί αυξήσεων φόρων θα είχαν πιθανόν μικρότερη άμεση υφεσιακή επίπτωση, το σημαντικότερο είναι ότι οι αυξήσεις φόρων αποθαρρύνουν την εργασία και την επιχειρηματικότητα (από την πλευρά της προσφοράς) και επομένως θολώνουν τις προοπτικές ανάκαμψης».