Η μέθοδος λέγεται φωτοβιοανάπλαση (photobiomodulation – PBM) και εφαρμόζεται εδώ και αρκετά χρόνια για την επούλωση δερματικών πληγών, τη μείωση του νευρολογικού πόνου και του πόνου της ρευματοειδούς αρθρίτιδας, την επούλωση περιφερειακών νευρικών τραυμάτων και άλλα προβλήματα.
Την τελευταία δεκαετία, αρκετές μελέτες έδειξαν ότι μπορεί να βελτιώσει και την όραση των πασχόντων από ξηρού τύπου ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας, μειώνοντας την συσσώρευση πρωτεϊνών και λιπιδίων που ευθύνονται για τη νόσο και αυξάνοντας την οπτική οξύτητα και την ευαισθησία στην αντίθεση (contrast).
Μελέτες
Άλλες μελέτες έδειξαν ότι στους ασθενείς με διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια μπορεί να μειώσει σημαντικά την πάχυνση της ωχράς κηλίδας που τους κοστίζει αργά αλλά σταθερά την όραση.
Όπως εξηγεί ο χειρουργός-οφθαλμίατρος Δρ. Αναστάσιος-Ι. Κανελλόπουλος, MD, ιδρυτής και επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου Οφθαλμολογίας LaserVision, καθηγητής Οφθαλμολογίας Πανεπιστημίου Νέας Υόρκης, NYU Medical School, ο τρόπος με τον οποίο δρα η φωτοβιοανάπλαση για να βελτιώσει την όραση των πασχόντων από αυτά τα προβλήματα, είναι εντελώς διαφορετικός από άλλα λέιζερ.
«Σε αντίθεση με τα κοινά λέιζερ τα οποία κάνουν τομές ή καίνε τους ιστούς, η φωτοβιοανάπλαση χρησιμοποιεί χαμηλής ενέργειας φως, του φάσματος κάτω από το υπέρυθρο, για να προκαλέσει μια φωτοχημική αντίδραση», λέει. «Η αντίδραση αυτή αποσκοπεί στη διέγερση και αναζωογόνηση των μιτοχονδρίων, δηλαδή των “εργοστασίων” παραγωγής ενέργειας που υπάρχουν σε κάθε κύτταρο το σώματος.
Μέσω μιας πολύπλοκης αλυσίδας χημικών διεργασιών, η αναζωογόνηση των μιτοχονδρίων οδηγεί στην ενίσχυση της οξυγόνωσης των κυττάρων και ενεργοποιεί μηχανισμούς επούλωσης των βλαβών που ευθύνονται για τις συγκεκριμένες οφθαλμοπάθειες, αλλά και για άλλες, όπως η μελαγχρωστική αμφιβληστροειδοπάθεια και η αμφιβληστροειδοπάθεια της προωρότητας, μία διαταραχή των πρόωρων νεογνών».
Και συνεχίζει:
«Η νεότερη εφαρμογή που άρχισε να γίνεται με μεγάλη επιτυχία και στην Αθήνα, είναι η θεραπεία σε ασθενείς με εκφύλιση ωχράς ξηρού τύπου, οι οποίοι εκτός από την χρήση βιταμινών και αντιοξειδωτικής δίαιτας, δεν είχαν έως τώρα κανένα άλλο σημαντικό κλινικό μέσο».
Η πηγή του φωτός που χρησιμοποιείται στην φωτοβιοανάπλαση έχει έγκριση για χρήση στην Ευρωπαϊκή Ένωση, λέει ο Δρ. Κανελλόπουλος. Η θεραπεία γίνεται με ειδικά LED και διαρκεί μόλις 45 δευτερόλεπτα, με τον ασθενή να έχει τα μάτια του κλειστά. «Η ενέργεια των λέιζερ διαπερνά το δέρμα και φθάνει στο επίπεδο των τραυματισμένων κυττάρων του αμφιβληστροειδή, όπου κάνει “επανεκκίνηση” του μηχανισμού ανάπλασής τους, με αποτέλεσμα να μειώνει τα καταστροφικά αποτελέσματα της εκφύλισης», εξηγεί ο καθηγητής.
Θεραπεία
Η θεραπεία γίνεται με μία συνεδρία κάθε εβδομάδα για τέσσερις έως έξι εβδομάδες και μπορεί να επαναληφθεί έπειτα από έξι μήνες.
Στα πρώτα περιστατικά στα οποία εφαρμόσθηκε στη χώρα μας, η φωτοβιοανάπλαση αποδείχθηκε εξαιρετικά ασφαλής, καθώς οι ασθενείς «είχαν απλώς ελαφρά φωτοφοβία (δυσανεξία στο φως) για 10 λεπτά μετά τη διενέργειά της», τονίζει.
«Η θεραπεία δεν χρειάζεται καμία παρέμβαση με χειρουργικά εργαλεία, ούτε αναισθησία και θεωρούμε ότι, βάσει της κλινικής πράξης και της επιστημονικής τεκμηρίωσης της τεχνικής, μπορεί να αποτελέσει μία σημαντική εναλλακτική λύση στην πολύ μεγάλη μερίδα πληθυσμού που, ουσιαστικά, βιώνει την αναπηρία της καθημερινής ζωής από την εκφύλιση ωχράς», προσθέτει.
Και καταλήγει: «Βέβαια, δεν είναι μία θεραπεία που μπορεί να επαναφέρει την οπτική δραστηριότητα στα επίπεδα που είχε ο ασθενής στα νιάτα του, αλλά αποτελεί έναν πολύ ελπιδοφόρο τρόπο διαχείρισης αυτών των ασθενών και βελτίωσης της οπτικής ικανότητάς τους και βασικών καθημερινών αναγκών».
Τι είναι η ωχρά κηλίδα
Η ωχρά κηλίδα είναι το κεντρικό τμήμα του αμφιβληστροειδή χιτώνα, ο οποίος βρίσκεται στο πίσω μέρος του ματιού και φέρει τους φωτοϋποδοχείς της όρασης, δηλαδή δύο ομάδες κυττάρων που λέγονται ραβδία και κωνία.
Η ωχρά κηλίδα είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη στο φως και υπεύθυνη για την ευκρινή όραση και την αντίληψη των χρωμάτων.
Οποιαδήποτε αλλοίωσή της έχει ως συνέπεια την μείωση της κεντρικής όρασης και συνήθως γίνεται άμεσα αντιληπτή με παραμορφώσεις και σκοτεινά σημεία.
Η ωχρά κηλίδα μπορεί να εκφυλιστεί με το πέρασμα του χρόνου, με την εκφύλισή της να είναι ξηρού ή υγρού τύπου. Στην ξηρού τύπου ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς, η απώλεια της όρασης οφείλεται στη μακροχρόνια εναπόθεση πρωτεϊνών και λιπιδίων στον αμφιβληστροειδή. Οι εναποθέσεις αυτές μοιάζουν με κίτρινες κουκκίδες και λέγονται drusen.
Η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια είναι η βλάβη των αγγείων του αμφιβληστροειδούς, εξαιτίας των αυξημένων επιπέδων γλυκόζης (σακχάρου) στο αίμα. Ο κίνδυνος αναπτύξεώς της σχετίζεται με το χρονικό διάστημα που πάσχει κάποιος από σακχαρώδη διαβήτη και κατά πόσον είναι αυτός καλά ρυθμισμένος.
Υπολογίζεται πως 10 χρόνια μετά τη διάγνωση του διαβήτη, ανεξαρτήτως εάν πρόκειται για τον τύπο 1 ή 2, όλοι οι ασθενείς εμφανίζουν από ελάχιστες έως βαρύτατες αλλοιώσεις στον αμφιβληστροειδή.