Οι ανώτατοι δικαστές έκριναν ότι εκείνη η αθωωτική απόφαση δεν είχε πλήρη και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, ως εκ τούτου χρηματιστές, επενδυτές, εφοπλιστές κρίνονται εκ νέου, από μηδενική βάση.
«Εσφαλμένη αιτιολογία» καταλόγισε πάντως και η εισαγγελέας στην πρώτη αθωωτική απόφαση, εξαίροντας ως «σπουδαία» την αναιρετική απόφαση του ανώτατου δικαστηρίου.
Εσφαλμένα το πρώτο δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρξε ζημία, σημείωσε η κυρία Θεοδωροπούλου, εκτιμώντας σε αντιδιαστολή ότι σκοπός των κατηγορουμένων ήταν η μακροπρόθεσμη δημιουργία πλασματικής εικόνας της αγοράς, η καλλιέργεια επενδυτικής ευημερίας και η μακροπρόθεσμη σταθεροποίησή της.
Πλην όμως «μετά καταποντίστηκε το σύστημα, γιατί η διόγκωση των μετοχών ήταν τεχνητή».
«Πλήξατε, με τις μεθοδεύσεις, τον νόμο της ελεύθερης αγοράς με τη διόγκωση της τιμής των μετοχών που δεν θα διαμορφώνονταν σε αυτά τα επίπεδα», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Πρόσθεσε μάλιστα ότι «η διαμορφωθείσα τιμή στο ταμπλώ του ΧΑΑ δεν ήταν η «δίκαιη» τιμή, γιατί τη διαμόρφωσαν ψευδώς οι κατηγορούμενοι με τα πακέτα των μετοχών που έριξαν στην αγορά».
Η έρευνα είχε αρχικώς χρεωθεί στην τότε ανακρίτρια Κωνσταντίνα Μπουρμπούλια, ενώ αργότερα είχε επανεκκινήσει, ύστερα από συμπληρωματική δίωξη από τον εισαγγελέα Χαράλαμπο Λακαφώση.
Η ακροαματική διαδικασία συνεχίζεται με αγορεύσεις συνηγόρων υπεράσπισης.
Ελευθερία Κόλλια in.gr