Toυ Γρηγόρη Ζαρωτιάδη*
Η Τρίτη στις 20 του Σεπτέμβρη στο Κίεβο ήταν απρόσμενα ηλιόλουστη κι η ατμόσφαιρα αφύσικα άνυδρη.
Μπορεί αυτό να διευκόλυνε τον περίπατο, μετά από μια διάλεξη για το μέλλον της Ανατολικής Ευρώπης στο ιστορικό Πανεπιστήμιο που φέρει το όνομα του Taras Shevchenko.
Όμως στην κεντρική πλατεία Μάινταν της Πρωτεύουσας, τρία χρόνια μετά την ονομαζόμενη «ουκρανική επανάσταση» που οδήγησε στην πτώση του φιλορώσου Προέδρου Γιανούκοβιτς, τα σημάδια είναι ακόμη εμφανή και οι πληγές δεν έχουν κλείσει. Στο ίδιο «θέατρο», ο πρωταγωνιστής ουκρανικός λαός αναζητά ακόμη τη σύγχρονη ταυτότητά του. Συμβολικά, συνεχίζει να προβληματίζεται αν οι εκατοντάδες χιλιάδες νεκροί του Ιούλη του 1941 και του Σεπτέμβρη του 1943 ήταν ήρωες του «Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου» ή του Β’ Παγκοσμίου.
Οι λαϊκοί συντελεστές της φιλοευρωπαϊκής / φιλοδυτικής επανάστασης που ξεκίνησε τον Νοέμβρη του 2013 και κορυφώθηκε δραματικά με τις αιματοβαμμένες συγκρούσεις του Φλεβάρη του 2015, οι φοιτητές, η προοδευτική διανόηση, τα μεσοαστικά στρώματα κι οι εργαζόμενοι παραμένουν μπερδεμένοι και κυρίως νιώθουν προδομένοι αφενός από την εγχώρια πολιτική τάξη, αφετέρου από τους «συμμάχους» τους στη Δύση:
- Οι οικείοι των εκατό θυμάτων του Φλεβάρη αναζητούν ακόμη τους φονιάδες, αν και η διεύθυνση των βλημάτων σε τοίχους και δένδρα της πλατείας δεν αφήνουν αμφιβολία για τον εγκληματικά προβοκατόρικο ρόλο των εξτρεμιστικών, φασιστικών, παραστρατιωτικών δυνάμεων, στα μετόπισθεν των διαδηλωτών.
- Ο νυν Πρόεδρος Ποροσένκο αθέτησε γρήγορα τις σχετικές προεκλογικές του υποσχέσεις (γνωστό φαινόμενο στους «παροικούντες στην Αθήνα»): όχι μόνο δεν παραιτήθηκε από τα επιχειρηματικά του δικαιώματα μετά την ανάληψη της πολιτειακής ευθύνης, αλλά επέκτεινε την ολιγοπωλιακή του κυριαρχία καθιστάμενος ο εγχώριος Βαρόνος της Σοκολάτας, αναπαράγοντας με απόλυτη πιστότητα το ολιγαρχικό μοντέλο της μισητής Ρωσίας.
- Από την άλλη, ο μέσος μισθός παραμένει περίπου στα 150 ευρώ, οι συγκρούσεις στα ανατολικά εξαντλούν τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της χώρας και οι πολίτες αντιμετωπίζουν στην καλύτερη περίπτωση σκωπτικά τα προσκλητήρια επιστράτευσης που λαμβάνουν. Την ίδια στιγμή οι δρόμοι της πρωτεύουσας επισκευάζονται μαζικά από μια, αν μη τι άλλο περίεργη ή έστω «απρόσμενη», σύμπραξη ουκρανικών, ιαπωνικών και τούρκικων κατασκευαστικών εταιριών.
Δύσκολες εποχές, μπερδεμένες (αν-) ισορροπίες, ώριμες συνθήκες, ανώριμες συλλογικότητες. Βιώνουμε την κλασική αντίφαση κάθε συγκυρίας που εγκυμονεί βαθιές, συστημικές αλλαγές. Αυτήν που ο Λένιν αναγνώρισε στην καθυστέρηση συγκρότησης του κατάλληλου πολιτικού υποκειμένου, παρά την ολοκλήρωση των αντικειμενικών κοινωνικοοικονομικών και πολιτικών συνθηκών.
Πόσο διαφορετική είναι αλήθεια η προδοσία των προσδοκιών της Μάινταν από την επαναλαμβανόμενη ματαίωση της λαϊκής ετυμηγορίας στην Ελλάδα του σήμερα; Σ’ αυτές τις δυο άκρες του τόξου της Ανατολικής Ευρώπης και της Παρευξείνιας Ζώνης, ενός από τα καίρια πεδία συνάντησης του νέου διπολισμού, της ευρωατλαντικής από τη μια και της σινορωσικής «συμμαχίας» από την άλλη, οι τοπικές κοινωνίες παγιδεύονται σε ψευτοδιλήμματα που υποκρύπτουν τις βαθύτερες επιδιώξεις ιστορικά άνομων και ανισόρροπα υπερσυγκεντρωμένων συμφερόντων.
Κι ενώ τα προοδευτικά στρώματα ριζοσπαστικοποιούνται και συστρατεύονται με τους σύγχρονους αθλίους στην αμφισβήτηση της κρατούσας τάξης ανισότητας και αδικίας, ενόσω οι ίδιες οι αντιφάσεις ενός γερασμένου κοινωνικοοικονομικού συστήματος καθιστούν τη μετεξέλιξή του αναγκαιότητα, την ίδια στιγμή, στην Ουκρανία, στην Ελλάδα κι αλλού, το πολιτικό σύστημα είναι ακόμη ανώριμο, ανίκανο να γεννήσει τις συλλογικότητες που θα δώσουν όραμα στην οργή, δημιουργικότητα στην αγανάκτηση και διέξοδο στα αδιέξοδα.
Είναι αυτές οι στιγμές της ιστορικής αμηχανίας, που το αναπόφευκτο ρου αναμετράται με την προοπτική της εξέλιξης, χωρίς να κρίθηκε ακόμη το αποτέλεσμα. Θα προκύψουν οι συλλογικότητες που θα γειώσουν τον ριζοσπαστισμό στον ρεαλισμό της προόδου, ή θα προλάβουν οι δαίμονες της ιστορίας να βγουν ξανά στην επιφάνεια τρεφόμενοι με λαϊκό αίμα και παιδικά όνειρα;
Όσο κι αν στο Κίεβο κρατούν τα ηνία οι ολιγάρχες συμμαχώντας με την ανομία του φασισμού, όσο κι αν στην Αθήνα περισσεύει από τη μια το θράσος του ψέματος κι από την άλλη η εμμονή του νεοφιλελευθερισμού, όσο κι αν η αναζωογονητική βροχή αργεί να έρθει μετά τους βροντερούς κεραυνούς των κοινωνικών συγκρούσεων, η προσπάθεια όσων αντιλαμβάνονται δεν μπορεί παρά να είναι αυτή: να διαμορφώσουμε, όσο προλαβαίνουμε, το πολιτικό υποκείμενο της κοινωνικής δικαιοσύνης και της περιβαλλοντικής ισορροπίας.
Αν. Καθηγητής, Τμήμα Οικονομικών Επιστημών ΑΠΘ
Μέλος Ε.Γ. Σοσιαλιστικής Προοπτικής