Περίμενες το νερό να κοχλάσει, έριξες τα εκλεκτά σου μακαρόνια μέσα στην κατσαρόλα, έριξες τον κύβο σου (για έξτρα νοστιμιά) ή αλάτι, ανακάτεψες μια, δυο και τρεις με την ειδική πιρούνα, κράτησες προσεκτικά χρόνο για 7 ή 10 λεπτά- ανάλογα με το είδος του ζυμαρικού- είχες το νου σου, τα πρόσεξες και με το παραπάνω.
Τα έριξες στο σουρωτήρι, άφησες τη βρύση να τρέχει κρύο νερό, τα στράγγιξες, έριξες λάδι ή βούτυρο στην κατσαρόλα για να τα «τσιγαρίσεις», αλλά και πάλι, με το που σβήνεις την κουζίνα, τα μακαρόνια κολλάνε μεταξύ τους σαν καλώδια. Πιάνεις μερικά με τη χούφτα και σηκώνεται μαζί ολόκληρο το πακέτο.
Τι πήγε στραβά για 18678η φορά που βράζεις μακαρόνια και λασπώσανε σαν φύκια κολλημένα σε έλος;
Θα σου πω ευθύς αμέσως: Δεν έκανες το «Κόλπο». Ποιο είναι αυτό;
Την επόμενη φορά που θα φτιάξεις μακαρόνια, κάνε όλα τα βήματα όπως είπαμε παραπάνω μέχρι το σημείο που τα σουρώνεις. Τότε, προτού τα αδειάσεις, ρίξε σ’ ένα ποτήρι το βρασμένο νερό. Μέχρι τη μέση αρκεί, όχι παραπάνω. Αφού λοιπόν τα επαναφέρεις στην κατσαρόλα, με λάδι ή βούτυρο (ή τίποτα από τα δύο), περίχυσέ τα με το ζωμό τους, τόσο ώστε να μην είναι πολύ υγρά.
Αν δεν τα φάτε εκείνη την ώρα, ρίξε λίγο παραπάνω και φέρε μια βράση πριν τα σερβίρεις στο πιάτο. Μ’ αυτό τον τρόπο τα μακαρόνια δεν θα ξαναγίνουν ποτέ κουβάρι!