Ήταν λίγο πριν το μεσημέρι της 26ης Σεπτεμβρίου του 1966 όταν στην πλατεία του μικρού χωριού της Φλώρινας ξέσπασε μεγάλος καβγάς. Οι φωνές των δυο ανδρών που καβγάδιζαν ακούγονταν δυνατά και πολλοί κάτοικοι του χωριού έσπευσαν στην πλατεία. Κανείς, όμως, δεν μπορούσε να καταλάβει τι ακριβώς ήταν αυτό που προκάλεσε την ένταση μεταξύ των δυο συγχωριανών τους.
Χρειάστηκαν λίγα μόνο λεπτά για να αλλάξουν τα δεδομένα. Και αυτό γιατί ξαφνικά είδαν τον 55χρονο Γ.Ι. να κρατά ένα κυνηγετικό όπλο και να απειλεί με αυτό τον Π.Κ. με τον οποίο καβγάδιζε.
Οι τόνοι ανέβηκαν ακόμη περισσότερο και το κακό δεν άργησε να γίνει. Ο 55χρονος πυροβόλησε και τα βλήματα βρήκαν τους συγχωριανούς του που παρακολουθούσαν άφωνοι την συμπλοκή. Τέσσερις άνδρες έπεσαν στο χώμα τραυματισμένοι. Δίπλα τους σωριάστηκε και ένα 12χρονο κοριτσάκι το οποίο επέστρεφε από το σχολείο και ο καβγάς των δυο ανδρών το έκανε να κοντοσταθεί από περιέργεια στην πλατεία του χωριού.
Το παιδί άφησε την τελευταία του πνοή λίγα μόλις λεπτά μετά τους μοιραίους πυροβολισμούς, χωρίς κανένας να μπορέσει να το βοηθήσει. Ο θάνατος της 12χρονης βύθισε στο πένθος την οικογένειά της και ολόκληρο το χωριό. Δεν χωρούσε ο νους τους το τραγικό παιχνίδι που έπαιξε η μοίρα στην αδικοχαμένη μικρή.
Πέντε μήνες αργότερα, ο 55χρονος κάθισε στο εδώλιο του κακουργιοδικείου Θεσσαλονίκης κατηγορούμενος για τη δολοφονία της 12χρονης μαθήτριας αλλά και τον τραυματισμό των τεσσάρων συγχωριανών του.
Από τη βήμα του μάρτυρα πέρασαν πολλοί κάτοικοι του χωριού που γνώριζαν τον κατηγορούμενο. Οι περισσότεροι, στις καταθέσεις τους, έκαναν λόγο για έναν άνθρωπο ευέξαπτο, ευερέθιστο που πολλές φορές προκαλούσε καβγάδες, χωρίς λόγο και αιτία. Τα θύματα του 55χρονου, οι άνθρωποι που τραυματίστηκαν από τα βλήματα του κυνηγετικού του όπλου, περιέγραψαν στο δικαστήριο πώς από τη μια στιγμή στην άλλη βρέθηκαν αιμόφυρτοι στο έδαφος αλλά και το σοκ που υπέστησαν όταν διαπίστωσαν πως η μικρή ήταν νεκρή. Μάλιστα, όπως είπαν δεν ήταν η πρώτη φορά που ο κατηγορούμενος είχε απειλήσει κάποιον ότι θα τον σκοτώσει.
«Πάντα δημιουργούσε φασαρίες», είπαν. Κάποιοι από τους μάρτυρες ισχυρίστηκαν πως ο 55χρονος δεν είχε «σώας τας φρένας» και πυροβόλησε χωρίς να έχει πρόθεση να σκοτώσει ή να τραυματίσει κάποιον άνθρωπο. Αυτός ήταν ένας ισχυρισμός που, νωρίτερα, επικαλέστηκε και η υπεράσπιση του κατηγορούμενου. Με την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας ο συνήγορος του 55χρονου ζήτησε την αναβολή της δίκης προκειμένου να τεθεί ο κατηγορούμενος υπό ιατρική παρακολούθηση λόγω των ψυχολογικών προβλημάτων που, όπως υποστήριξε, αντιμετωπίζει. Το δικαστήριο, ωστόσο, απέρριψε το συγκεκριμένο αίτημα.
«Ήταν η κακιά στιγμή»
Όταν έφτασε η ώρα της απολογίας του κατηγορούμενου εκείνος ζήτησε συγγνώμη και μίλησε για κακιά στιγμή αφού, όπως είπε, δεν είχε πρόθεση να βλάψει κάποιον άνθρωπο. «Πάνω στον καβγά ο Π.Κ. άρχισε να μου πετάει πέτρες. Κρατούσα το όπλο και τον χτύπησα με το πίσω μέρος του. Τότε το όπλο εκπυρσοκρότησε με αποτέλεσμα τα σκάγια να βρουν τη μικρή και τους άλλους τραυματίες», περιέγραψε ο 55χρονος στο δικαστήριο.
Ο εισαγγελέας της έδρας, στην αγόρευση του, ζήτησε να κηρυχθεί ένοχος ο κατηγορούμενος για ανθρωποκτονία από πρόθεση την οποία τέλεσε ενώ βρισκόταν σε μέτρια σύγχυση. Από την πλευρά του, ο συνήγορος υπεράσπισης υπογράμμισε πως ο εντολέας του δεν είχε πρόθεση να σκοτώσει και ζήτησε να καταδικαστεί για ανθρωποκτονία και σωματικές βλάβες από αμέλεια.
Η ακροαματική διαδικασία ήταν πολύωρη και διεκόπη λίγο πριν τα μεσάνυχτα της 22ας Φεβρουαρίου 1967. Την επομένη το πρωί το δικαστήριο ανέβηκε στην έδρα και οι ένορκοι αποσύρθηκαν για διάσκεψη η οποία αποδείχθηκε μαραθώνια. Έξι ώρες αργότερα, στις 3.30 το μεσημέρι, οι ένορκοι ανακοίνωσαν την ετυμηγορία τους κρίνοντας ένοχο τον κατηγορούμενο για θανατηφόρα τραύματα, σε ότι αφορούσε το θάνατο της μαθήτριας, απόπειρα ανθρωποκτονίας, σωματικές βλάβες, παράνομη οπλοφορία και οπλοχρησία.
Τελικά, στον 55χρονο επιβλήθηκε συνολική ποινή 13 ετών, κατά συγχώνευση και στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων για πέντε έτη.
Πηγή: newsbeast.gr