ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Μυοκάστορας: Τρωκτικό – κίνδυνος για τις καλλιέργειες και το περιβάλλον

Μπορεί σαν όνομα να μη λέει πολλά στους περισσότερους, όμως ο μυοκάστορας αποτελεί ένα πρόβλημα με πολλές προεκτάσεις για το περιβάλλον, τόσο για τη χλωρίδα όσο και για την πανίδα.

Σύμφωνα με την κα Δέσποινα Μίγκλη, βιολόγο και υποψήφια Διδάκτορας του τμήματος Βιολογίας του ΑΠΘ, ο μυοκάστορας είναι ένα είδος-εισβολέας σαν μεγάλος αρουραίος, με συνολικό μήκος σώματος περίπου 1μ. και βάρος 6-12 κιλά. Εισήχθη στην Ευρώπη από τη Λατινική Αμερική προς το τέλος του 19ου αιώνα στη Γαλλία για την εκμετάλλευση της γούνας του. Στην Ελλάδα έφτασε τη δεκαετία του ’50 για τον ίδιο λόγο, ωστόσο τελικά τέτοιες επιχειρήσεις δεν αποδείχθηκαν ιδιαίτερα επικερδείς κι εγκαταλειφθήκαν. Τα ζώα είτε αφέθηκαν στην τύχη τους, είτε εξουδετερώθηκαν. Όσα επιβίωσαν, κατάφεραν να εγκατασταθούν, όπως και στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης. Ο πληθυσμός του μυοκάστορα στη χώρα μας δεν έχει εκτιμηθεί, έχοντας όμως μεγάλη αναπαραγωγική και προσαρμοστική ικανότητα το βέβαιο είναι ότι εξαπλώνεται με γρήγορους ρυθμούς κυρίως στους υγρότοπους της δυτικής Ελλάδας, στο δέλτα Γαλλικού-Αξιού-Λουδία-Αλιάκμονα, στην Κρήτη και φέτος το χειμώνα αναφέρθηκε για πρώτη φορά στο δέλτα του Έβρου.

Λόγω των τεράστιων ζημιών που προκαλεί σε βλάστηση και καλλιέργειες πλέον αξιολογείται ως ένας από τους πιο επικίνδυνους εισβολείς και από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, και με βάση την κοινοτική νομοθεσία οι πληθυσμοί του πρέπει να καταπολεμηθούν πλήρως.

Όπως δήλωσε ο Κυριάκος Σκορδάς, δασολόγος από την Κυνηγετική Ομοσπονδία Μακεδονίας Θράκης, το πρόβλημα έχει ενταθεί τα τελευταία χρόνια, με όλο και μεγαλύτερες καταστροφές σε αγροτικές καλλιέργειες.

«Ως είδος χωρίς φυσικούς εχθρούς, καθώς αποτελεί «εισβολέα», ο πληθυσμός του μυοκάστορα αυξάνεται ραγδαία και αν δεν καταπολεμηθεί, όπως επιτάσσει και η Κοινοτική νομοθεσία, θα συνεχίσει να αυξάνεται με γεωμετρική πρόοδο», δήλωσε ο κ. Σκορδάς.

Η Γαλλία αποτελεί μία από τις χώρες που βρέθηκαν επίσης αντιμέτωπες με το ίδιο πρόβλημα, με καταστροφές ακόμα και σε υποδομές λόγω των «τούνελ» που δημιουργούν οι μυοκάστορες, προκαλώντας ακόμα και καθιζήσεις.

Αντίστοιχα στην Ιταλία οι ζημιές του αποτιμώνται σε 9 με 12 εκ. ευρώ ανά έτος και παρόλο που έχουν τρέξει αρκετά, ήπια αλλά διαρκή προγράμματα ελέγχου των πληθυσμών του, δεν έχουν φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα.

Η μόνη χώρα που κατάφερε να τον εξαλείψει επιτυχώς είναι η Μεγάλη Βρετανία τη δεκαετία του 1980, δαπανώντας όμως μεγάλα χρηματικά ποσά. Μόνο για μια μικρή περιοχή της Μ. Βρετανίας (East Αnglia) δαπανήθηκαν 5 εκατομμύρια σε 11 χρόνια, τη στιγμή που σε όλη την Ιταλία δόθηκαν 14 εκατομμύρια σε 6 χρόνια.

Στόχος της Κυνηγετικής Ομοσπονδίας σύμφωνα με τον κύριο Σκορδά, είναι να πραγματοποιηθεί εντός του 2016  μία διεθνής συνάντηση για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση του προβλήματος σε ευρύτερη κλίμακα.

Όσον αφορά τη χώρα μας, ο μυοκάστορας δεν αποτελεί θηρεύσιμο είδος, με αποτέλεσμα να μην έχει το δικαίωμα ούτε κάποιος κυνηγός, αλλά ούτε και κάποιος αγρότης που εντοπίζει σε έκτασή του το συγκεκριμένο εισβολέα, να μην έχει τη δυνατότητα να το θανατώσει καθώς θα βρεθεί αντιμέτωπος με το νόμο.

Ήδη στην περιοχή της Δράμας έχει πραγματοποιηθεί λόγω της έκτασης του προβλήματος συνάντηση των πληγέντων και των αρμόδιων φορέων  με παρουσία δημόσιων υπηρεσιών, με πρωτοβουλία της Διεύθυνσης Αγροτικής Ανάπτυξης. Όλες οι πλευρές συμφώνησαν στην αναγκαιότητα να αντιμετωπιστεί ο συνεχώς αυξανόμενος πληθυσμός του μυοκάστορα. Όπως τονίστηκε, η κυβέρνηση θα πρέπει να νομοθετήσει σχετικά, ενώ  η πρόταση που κατατέθηκε μέσω του Περιφερειάρχη στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, είναι έστω σε πρώτη φάση να προστεθεί το συγκεκριμένο είδος στη λίστα των θηρεύσιμων ζώων.

Το πρόβλημα του μυοκάστορα έχει εμφανιστεί και στην περιοχή της Θεσσαλονίκης εδώ και πολλά χρόνια. Συγκεκριμένα όπως δήλωσε στο Press724 ο πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Χαλάστρας, Λεωνίδας Κουιμτζής, το συγκεκριμένο τρωκτικό έκανε την εμφάνιση του εδώ και περίπου 15 με 20 χρόνια. Με το πληθυσμό του μυοκάστορα να συγκεντρώνεται κυρίως στις στραγγιστικές τάφρους, κυρίως τους καλοκαιρινούς μήνες οι καταστροφές στις καλλιέργειες ρυζιού είναι πολύ μεγάλες. «Σε ένα κτήμα 15 στρεμμάτων, μπορεί να καταστραφούν ακόμα και 3 με 5 στρέμματα», δήλωσε ο κ. Κουιμτζής.

«Οι αγρότες προσπαθούν να αντιμετωπίσουν μόνοι τους το πρόβλημα. Η πολιτεία δε βλέπει σοβαρότερά της θέματα, δεν περιμένουμε να ασχοληθεί με αυτό», πρόσθεσε.

Ρεπορτάζ: Κώστας Κόπτσιου