Οι βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος, επικαλούμενοι μαρτυρίες, καταγγέλλουν ότι τράπεζες «σπάνε» το ακατάσχετο μπλοκάροντας λογαριασμούς με ποσά λιγότερο από 1.250 ευρώ, χωρίς να επιτρέπουν ούτε τη χρήση πιστωτικής κάρτας..
Στην ερώτησή τους οι βουλευτές ζητούν από τον ΥΠΟΙΚ να ενημερώσει την Βουλή ποιες ενέργειες θα κάνει ώστε να διασφαλιστεί ίση μεταχείριση πολιτών από τις τράπεζες ως προς τον ακατάσχετο. Και επίσης , «επειδή η θέσπιση της χρήσης του πλαστικού χρήματος με σκοπό την αποτελεσματικότερη πάταξη της φοροδιαφυγής αποτελεί ένα από τα σημαντικά επιτεύγματα της διακυβέρνησής μας» όπως τονίζουν , ρωτούν τον υπουργό να ενημερώσει τι ενέργειες προτίθεται να κάνει ώστε οι οφειλέτες που μπλοκάρονται οι λογαριασμοί τους και έχουν λογαριασμούς υπό κατάθεση, πως μπορούν να κάνουν χρήση του ηλεκτρονικού χρήματος ώστε να ‘χτίσουν’ την ελάχιστη δαπάνη για έκπτωση του αφορολόγητου.
Όπως επισημαίνουν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ σε μερικές τράπεζες επιτρέπεται ο πολίτης να χρησιμοποιεί το ποσό των 1250 που είναι ακατάσχετο χωρίς κανένα περιορισμό ( αναλήψεις, μεταφορές, ηλεκτρονικές πληρωμές και αγορές, χρήση της χρεωστικής κάρτας για αγορές κλπ. Υπάρχουν όμως και μαρτυρίες, όπου σε άλλα πιστωτικά ιδρύματα οι όροι της χρήσης του λογαριασμού κάθε πελάτη, στον οποίο έχει πραγματοποιηθεί κατάσχεση, είναι άκρως περιοριστικοί. Ο πελάτης δεν έχει πλέον καθόλου το δικαίωμα να χρησιμοποιήσει την κάρτα ανάληψής του, καθώς ουσιαστικά ο λογαριασμός παραμένει «μπλοκαρισμένος», δεν μπορεί να πραγματοποιήσει πληρωμές με τη χρεωστική κάρτα αλλά ούτε και να χρησιμοποιήσει το ηλεκτρονικό σύστημα πληρωμών.
Έχει τη δυνατότητα μόνο με τη φυσική παρουσία του στην Τράπεζα να κάνει ανάληψη έως 840 ευρώ (σύμφωνα με τους περιορισμού των capital controls) και να αξιοποιήσει το υπόλοιπο ποσό είτε με ηλεκτρονικές πληρωμές (ενοίκιο, ΔΕΚΟ, λογαριασμοί κλπ.) είτε με μεταφορά σε κάποιο ασφαλή λογαριασμό τρίτου. Το γεγονός αυτό εκτός από τις πρακτικές δυσκολίες τις οποίες προκαλεί, συντελεί και στο ζήτημα ασφάλειας των πολιτών, καθώς η μεταφορά μεγάλων χρηματικών ποσών σε μετρητά θέτει σε κίνδυνο τους ίδιους τους πολίτες, οι οποίοι εξαναγκάζονται να κυκλοφορούν έχοντας μαζί τους το συνολικό ποσό της ανάληψης, τονίζουν οι 39 βουλευτές.
Το πιο σημαντικό ζήτημα που προκύπτει από όλα τα παραπάνω, συνεχίζουν, είναι πως ο πελάτης αυτών των τραπεζών δεν έχει τη δυνατότητα της ηλεκτρονικής πληρωμής με τη χρήση κάρτας κατά τις καθημερινές του συναλλαγές και με αυτόν τον τρόπο αποκλείεται από τη δυνατότητα «χτισίματος» του αφορολόγητου (ν. 4446/2016). Συνολικά, ο οφειλέτης με τον τρόπο αυτό επιβαρύνεται περαιτέρω την ήδη περιορισμένη οικονομική του κατάστασης λόγω των οφειλών, καθώς κατά την ετήσια φορολογική του εκκαθάριση δεν θα έχει τη δυνατότητα να συγκεντρώσει το ποσοστό της ελάχιστης δαπάνης με ηλεκτρονική συναλλαγή και με τα μέσα πληρωμής με κάρτα που προβλέπεται ώστε να εκμεταλλευτεί την έκπτωση του αφορολόγητου ποσού.
Αναλυτικά η ερώτηση
Με τη διάταξη του άρθρου 31 παρ. 2 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 του ν. 4336/2015 (ΦΕΚ 94 Α’/ 14-08-2015), ισχύει το ακατάσχετο των καταθέσεων σε πιστωτικά ιδρύματα για έναν και μοναδικό ατομικό ή κοινό λογαριασμό σε ένα μόνο πιστωτικό ίδρυμα για κάθε φυσικό πρόσωπο μέχρι το ποσό των 1250 ευρώ μηνιαίως. Για την εφαρμογή της διάταξης αυτής απαιτείται η υποβολή ηλεκτρονικής δήλωσης στο πληροφοριακό σύστημα της Φορολογικής Διοίκησης, με την οποία γνωστοποιείται από το φυσικό πρόσωπο ο μοναδικός τραπεζικός λογαριασμός (ΠΟΛ. 1222/2015 κ ΠΟΛ. 1182/2014). Από την ανωτέρω διάταξη προκύπτει ότι προστατεύονται ως ακατάσχετες μόνο οι καταθέσεις του ενός και μοναδικού στο χρηματοπιστωτικό σύστημα δηλωθέντος ως ακατάσχετου λογαριασμού και μέχρι του ύψους των 1250 ευρώ μηνιαίως, ανεξαρτήτως προελεύσεως αυτών (δηλαδή ανεξάρτητα από το εάν αφορούν ποσά μισθοδοσίας, σύνταξης ή περιοδικά καταβαλλόμενου ασφαλιστικού βοηθήματος). Αυτή η προστασία έχει ως σκοπό κάθε φυσικό πρόσωπο να διασφαλίσει ένα αποδεκτό επίπεδο διαβίωσης, ακόμη και αν ο μισθός του είναι κατώτερος αυτού.
Αξίζει να σημειωθεί ότι από τις παραπάνω νομοθετικές διατάξεις προκύπτει το ακατάσχετο του ποσού των 1250 ευρώ για τον συγκεκριμένο λογαριασμό, όχι όμως και το ακατάσχετο του ίδιου του λογαριασμού.
Το γεγονός αυτό προκαλεί μια σειρά ουσιαστικών προβλημάτων στους πολίτες.
Πρώτον, με την καταγγελία ενός λογαριασμού δεσμεύεται ολόκληρο το διαθέσιμο ποσό, που βρίσκεται σε αυτόν σε περιπτώσεις που υπάρχουν οφειλές προς το Δημόσιο (ΔΟΥ, ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΤΑΜΕΙΑ, ΟΤΑ), ακόμα και αν αυτό είναι μικρότερο των 1250 ευρώ.
Δεύτερον, όταν υπάρχουν οφειλές προς το Δημόσιο, η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων οφείλει να αποστείλει στους οφειλέτες την «ατομική ειδοποίηση υπερημερίας», η οποία δυστυχώς πολλές φορές δεν φτάνει εγκαίρως στους ενδιαφερομένους. Με τη συμπλήρωση 30 ημερών από την αποστολή αυτής της ειδοποίησης, το Δημόσιο αποκτά το δικαίωμα να προχωρήσει στη λήψη αναγκαστικών μέτρων μεταξύ των οποίων και στη δέσμευση του τραπεζικού λογαριασμού.
Επομένως, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις οφειλετών του δημοσίου που αντιλήφθηκαν τη δέσμευση του τραπεζικού τους λογαριασμού τυχαία και εκ των υστέρων κατά την προσπάθεια κάποιας ηλεκτρονικής συναλλαγής ή άλλων πληρωμών.
Παράλληλα, η κατάσχεση χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη που πραγματοποιείται στα χέρια τρίτων, για παράδειγμα η κατάσχεση μισθών, συντάξεων, ενοικίων, επιδοτήσεων, εφάπαξ βοηθημάτων, απαιτήσεων από πελάτες κάποιου τραπεζικού ιδρύματος, μπορεί να πραγματοποιηθεί ακόμα και χωρίς καμία προειδοποίηση του οφειλέτη.
Με την επιτυχή δήλωση του τραπεζικού λογαριασμού ως ακατάσχετου, προστατεύονται οι καταθέσεις σε αυτόν αποκλειστικά το λογαριασμό μέχρι τα 1250 ευρώ μηνιαίως και δύναται το φυσικό πρόσωπό να κάνει ανάληψη του ποσού αυτού από το Πιστωτικό Ίδρυμα με τη διαδικασία που αυτό προβλέπει και στην οποία δεν εμπλέκεται το Υπουργείο Οικονομικών, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται από την Α.Α.Δ.Ε. .
Ως εκ τούτου το κάθε Πιστωτικό Ίδρυμα ορίζει μόνο του τον τρόπο απόδοσης του ποσού των 1250 ευρώ στον πελάτη. Αυτό στην πράξη προκαλεί σοβαρά προβλήματα, καθώς πολίτες με τα ίδια δικαιώματα και υποχρεώσεις, όντας στη διαδικασία της κατάσχεσης του λογαριασμού τους, δεν αντιμετωπίζονται με τις ίδιες πολιτικές.
Υπάρχουν δηλαδή αρκετές μαρτυρίες, όπου δίνεται η δυνατότητα να χρησιμοποιείται το ποσό των 1250 ευρώ με τον τρόπο που επιθυμούν οι πελάτες, χωρίς κανένα περιορισμό ( αναλήψεις, μεταφορές, ηλεκτρονικές πληρωμές και αγορές, χρήση της χρεωστικής κάρτας για αγορές κ.ά.)
Αντιθέτως, υπάρχουν και μαρτυρίες, όπου σε άλλα πιστωτικά ιδρύματα οι όροι της χρήσης του λογαριασμού κάθε πελάτη, στον οποίο έχει πραγματοποιηθεί κατάσχεση, είναι άκρως περιοριστικοί. Ο πελάτης δεν έχει πλέον καθόλου το δικαίωμα να χρησιμοποιήσει την κάρτα ανάληψής του, καθώς ουσιαστικά ο λογαριασμός παραμένει «μπλοκαρισμένος», δεν μπορεί να πραγματοποιήσει πληρωμές με τη χρεωστική κάρτα αλλά ούτε και να χρησιμοποιήσει το ηλεκτρονικό σύστημα πληρωμών. Έχει τη δυνατότητα μόνο με τη φυσική παρουσία του στην Τράπεζα να κάνει ανάληψη έως 840 ευρώ (σύμφωνα με τους περιορισμού των capital controls) και να αξιοποιήσει το υπόλοιπο ποσό είτε με ηλεκτρονικές πληρωμές (ενοίκιο, ΔΕΚΟ, λογαριασμοί κλπ.) είτε με μεταφορά σε κάποιο ασφαλή λογαριασμό τρίτου. Το γεγονός αυτό εκτός από τις πρακτικές δυσκολίες τις οποίες προκαλεί, συντελεί και στο ζήτημα ασφάλειας των πολιτών, καθώς η μεταφορά μεγάλων χρηματικών ποσών σε μετρητά θέτει σε κίνδυνο τους ίδιους τους πολίτες, οι οποίοι εξαναγκάζονται να κυκλοφορούν έχοντας μαζί τους το συνολικό ποσό της ανάληψης.
Το πιο σημαντικό ζήτημα που προκύπτει από όλα τα παραπάνω, πέρα του οικονομικού περιορισμού των πολιτών, είναι πως ο πελάτης αυτών των τραπεζών δεν έχει τη δυνατότητα της ηλεκτρονικής πληρωμής με τη χρήση κάρτας κατά τις καθημερινές του συναλλαγές και με αυτόν τον τρόπο αποκλείεται από τη δυνατότητα «χτισίματος» του αφορολόγητου (ν. 4446/2016). Συνολικά, ο οφειλέτης με τον τρόπο αυτό επιβαρύνεται περαιτέρω την ήδη περιορισμένη οικονομική του κατάστασης λόγω των οφειλών, καθώς κατά την ετήσια φορολογική του εκκαθάριση δεν θα έχει τη δυνατότητα να συγκεντρώσει το ποσοστό της ελάχιστης δαπάνης με ηλεκτρονική συναλλαγή και με τα μέσα πληρωμής με κάρτα που προβλέπεται ώστε να εκμεταλλευτεί την έκπτωση του αφορολόγητου ποσού.
Επειδή η θέσπιση της χρήσης του πλαστικού χρήματος με σκοπό την αποτελεσματικότερη πάταξη της φοροδιαφυγής αποτελεί ένα από τα σημαντικά επιτεύγματα της διακυβέρνησής μας,
Επειδή καθίσταται αναγκαίο οι πολίτες να αντιμετωπίζονται με ίσους όρους κατά τις τραπεζικές και οικονομικές τους συναλλαγές,
Επειδή η προάσπιση των οικονομικά αδύνατων στρωμάτων της κοινωνίας αποτελεί για εμάς πρωταρχικό στόχο,
Ερωτάται ο κ. Υπουργός:
1. Σε ποιές ενέργειες προτίθεται να προχωρήσει ώστε να διασφαλιστεί η ίση μεταχείριση των πολιτών από τα Τραπεζικά Ιδρύματα;
2. Πως προτίθεται το Υπουργείο να εξασφαλίσει τη δυνατότητα χρήσης ηλεκτρονικού χρήματος για τους οφειλέτες με λογαριασμούς υπό κατάσχεση, με στόχο κυρίως τη συγκέντρωση της ελάχιστης δαπάνης ώστε να εξασφαλίζεται η έκπτωση του αφορολόγητου ποσού;
Οι ερωτώντες Βουλευτές
Γκαρά Αναστασία
Αυλωνίτου Ελένη
Βάκη Φωτεινή
Βαρδάκης Σωκράτης
Γάκης Δημήτρης
Γιαννακίδης Στάθης
Γκιόλας Γιάννης
Εμμανουηλίδης Δημήτρης
Ζεϊμπέκ Χουσεΐν
Θεοφύλακτος Γιάννης
Καββαδία Αννέτα
Καρασαρλίδου Φρόσω
Καστόρης Αστέριος
Κατσαβριά- Σιωροπούλου Χρυσούλα
Κυρίτσης Γιώργος
Λάππας Σπύρος
Μανιός Νίκος
Μεϊκόπουλος Αλέξανδρος
Μηταφίδης Τριαντάφυλλος
Μιχελογιαννάκης Γιάννης
Μορφίδης Κώστας
Μπαλαούρας Μάκης
Μπάρκας Κώστας
Μπγιάλας Χρήστος
Ντζιμάνης Γιώργος
Ουρσουζίδης Γιώργος
Παπαδόπουλος Σάκης
Παπαφιλίππου Γιώργος
Παυλίδης Κώστας
Πρατσόλης Αναστάσιος (Τάσος)
Ρίζος Δημήτρης
Σκούφα Ελισσάβετ- Μπέττυ
Στογιαννίδης Γρηγόρης
Συρμαλένιος Νίκος
Τζαμακλής Χάρης
Τριανταφύλλου Μαρία
Τσόγκας Γιώργος
Ψυχογιός Γιώργος