Τα σενάρια που επεξεργάζονται τα έμπειρα επιτελεία των αντιπάλων στα debates, πέρα από την προβολή του προσώπου και των θέσεων, έχουν ένα κύριο στόχο: Να προβλέψουν το ….σενάριο του αντιπάλου και να το …κάψουν! Αν κάποιος το κατάφερε στο 1ο debate των αμερικανικών εκλογών του 2016, σίγουρα αυτός δεν ήταν ο Τραμπ… Μένουν όμως άλλα δύο! Ας δούμε μερικά στοιχεία από την πλευρά των εντυπώσεων, όσο πιο κωδικοποιημένα γίνεται.
1. Ο Ντόναλντ και η Κλίντον
Ο Ντόναλντ Τραμπ θα ήθελε να είναι ο κύριος Τραμπ, αντιθέτως ο Χίλαρι Κλίντον προτιμά να είναι Χίλαρι. Κανένας δε χαρίζει στον άλλο αυτή τη διάθεση. Για αυτό η Χίλαρι Κλίντον ξεκίνησε να αποκαλεί τον Τραμπ με το μικρό του όνομα, που μάλλον για τον μέσο Aμερικανό μπορεί να θυμίζει το cartoon του Ντίσνεϊ! Και ο Ντόναλντ Τραμπ την αποκαλεί με το επίθετο, ασχέτως αν στην αρχή ακολουθεί την αντίπαλό του που τον χαιρέτισε με το μικρό του. Στην πορεία το αντιλαμβάνεται και το διορθώνει.
2. Η γλώσσα του σώματος
Ο Τραμπ ξεκινά προβάλλοντας την εικόνα του κυρίαρχου με την τοποθέτηση των χεριών στο πόντιουμ, στάση την οποία θα προσπαθήσει να υπηρετήσει σε όλη τη διάρκεια του debate, αφού το χάρισμα το έχει. Γράφω, θα προσπαθήσει, επειδή φάνηκε πολλές φορές να νιώθει άβολα, με κινήσεις νευρικότητας, «ρουφάει» τη μύτη του (πιθανόν είναι κρυωμένος), κάνει γκριματσούλες κλπ – αν και ποτέ στο παρελθόν δεν είχε πρόβλημα να κρύψει τέτοιες αντιδράσεις. Φυσικά υπάρχουν οι γνωστές κινήσεις των χεριών που γεμίζουν το χώρο του και δείχνουν αυτοπεποίθηση αλλά δεν είναι αυτής της έντασης που τον βοήθησαν να κατατροπώσει τους αντιπάλους του στα ρεπουμπλικανικά debates. Η πιθανότητα να μπήκε για αυτό το debate σε ένα «μετρημένο κοστούμι» που «έραψαν» οι σύμβουλοί του, και τελικώς δεν του ταίριαζε, δεν την αποκλείω.
Γενικώς οι ανταπαντήσεις της Χίλαρι ήταν πιο εύστοχες και προφανώς μελετημένες, ενώ του Τραμπ, ήταν απλουστευτικές, μοιάζουν επινοήσεις της στιγμής σε μια διάθεση σαρκασμού και επιβεβαίωσης της άνεσης που διαθέτει.
Η Κλίντον ξεκινά με τα χέρια να ακουμπάνε στη μέση του πόντιουμ, ενωμένα και με τα δάχτυλα σταυρωμένα, μια στάση που συνήθως υπονοεί άμυνα, όμως μοιάζει να υιοθετήθηκε ως πιο «ευλαβική» και νηφάλια στην γνωστή υπερέκθεση του Τραμπ. Κατά τα άλλα δεν είχε σχεδόν ποτέ αμυντική στάση, ούτε ο τόνος της φωνής πρόδωσε αιφνιδιασμό κάτι που ο Τραμπ δεν το απέφυγε εντελώς. Γενικώς η υποψήφια των Δημοκρατικών απέφυγε τα απαξιωτικά χαμόγελα στις φραστικές επιθέσεις του Τραμπ – κάτι το οποίο κάποιοι ανέμεναν – υιοθετώντας μια στάση του σώματος με τα χέρια κάτω που πέρασε ένα πιο αγέρωχο μήνυμα. (Δηλ. δε με αφορούν οι τρέλες που λες) επιστρατεύοντας παράλληλα και το λόγο σε μια τακτική αποδόμησης των επιχειρημάτων του Τραμπ, τοποθετώντας τον επανειλημμένα σε ένα μη ρεαλιστικό περιβάλλον που δεν ταιριάζει σε Πρόεδρο: («ο Ντόναλντ ζει στον δικό του κόσμο», «Ντόναλντ, νομίζω ότι ζεις στη δική σου πραγματικότητα»)
3. Γιατί κάνω εγώ και δεν κάνει ο άλλος
Στην κλασική προσέγγιση των debates – γιατί κάνω εγώ και δεν κάνει ο άλλος – φάνηκε ότι από την πλευρά του Τραμπ το κύριο μήνυμα θα είναι ότι αυτός είναι ο πετυχημένος επιχειρηματίας και ξέρει τι να κάνει και να κερδίζει (όπως είπε) και από την άλλη ότι η Χίλαρι δεν αντέχει, δεν έχει την απαραίτητη ενέργεια που πρέπει να έχει ο Πρόεδρος των ΗΠΑ. («Lacking the «stamina» to be president»). Από την πλευρά της Κλίντον, ότι η ίδια έχει την εμπειρία και προετοιμάζεται για αυτό ακριβώς (φάνηκε σε πολλά σχόλια της) ενώ ο Τραμπ δεν έχει επαφή με την πραγματικότητα – τη γενικότερη ως «τρελός», αλλά και ειδικότερα της πραγματικότητας μιας κυβέρνησης, ακόμα κι αν δεχτούμε ότι είναι επιτυχημένος επιχειρηματίας («Sometimes what happens in business it’s really bad for government»). Τα υπόλοιπα περί ρατσιστή, σωβινιστή κλπ. μάλλον θα συμπληρώνουν την εικόνα.
4. Η προετοιμασία και τα σενάρια
Οι απαντήσεις τους για μια σειρά θέματα εκατέρωθεν έδειξε ότι είχε γίνει πολύ καλή προετοιμασία με βάση σενάρια, ερωτήσεις και απαντήσεις. Σε αυτό το σημείο όμως διακρίνεται μια υπεροχή της Κλίντον, στις ανταπαντήσεις – όταν δηλαδή ο αντίπαλος εξειδικεύει και επιμένει σε ένα πιθανόν αδύνατο σημείο. Πχ. όταν η Κλίντον – αναφερόμενη στα πυρηνικά όπλα – λέει «Όποιος μπορεί να προκληθεί από ένα tweet, δεν πρέπει να έχει το δάχτυλό του κοντά σε αυτό το κουμπί», ο Τραμπ απαντά μάλλον προετοιμασμένος: «Αυτή η ατάκα έχει αρχίσει να παλιώνει», για να πάρει την «έτοιμη» απάντηση από την Κλίντον: «Είναι καλή όμως. Περιγράφει το πρόβλημα». Γενικώς οι δικές της ανταπαντήσεις ήταν πιο εύστοχες και προφανώς μελετημένες, ενώ του Τραμπ, ήταν απλουστευτικές, μοιάζουν επινοήσεις της στιγμής σε μια διάθεση σαρκασμού και επιβεβαίωσης της άνεσης που διαθέτει. Δεν εκτιμώ ότι τα κατάφερε, με αποκορύφωμα τη στιγμή που η Κλίντον αναφέρεται στα οικονομικά του, σχολιάζοντας ότι μπορεί να μην πλήρωσε φόρους κι ο Τραμπ απαντάει μάλλον με μια «φτηνή» ατάκα: «Αυτό με κάνει έξυπνο».
Για όσους σκεφτούν ότι απευθύνεται στο δικό του ακροατήριο, δηλ. τους αποφασισμένους οπαδούς του, θα συμφωνήσω σχετικά, αλλά αυτό δεν του δίνει τους extra πόντους που χρειάζονται για να τον κάνουν τον επόμενο Πρόεδρο, ο οποίος – όποιος κι αν είναι – θα κερδίσει με μικρή διαφορά. Σε αυτό πλαίσιο ο Τραμπ είναι σίγουρο ότι δεν κατάφερε να… κάψει το σενάριο (!), αλλά έχουμε ακόμα δύο debates. Ίσως κρατάει τις δυνάμεις τους σε μια προαποφασισμένη στρατηγική κλιμάκωσης και κορύφωσης, η οποία σε αυτή τη φάση δεν του ταιριάζει ως προσωπικότητα και τον έκανε να νιώθει άβολα στο 1ο debate.
Και επιστρέφοντας στη γλώσσα του σώματος, ένα ενδεικτικό στοιχείο του ποιος κέρδισε τις εντυπώσεις προκύπτει από τις αντιδράσεις φίλων, οικείων και συνεργατών μόλις τελειώνει το debate. Του Τραμπ είναι πιο συγκρατημένοι, ενώ της Κλίντον εκδηλώνουν έναν ορατό ενθουσιασμό.
Πηγή: huffpost