Μία εταιρεία Γερμανών συμβούλων είχαν προσλάβει την περασμένη άνοιξη ο Αλέξης Τσίπρας και ο Γιάνης Βαρουφάκης, που τους έκανε πρόταση για το Ταμείο Αποκρατικοποιήσεων, όπως αποκαλύπτουν τα «Νέα».
Πρόκειται για την εταιρεία Goetzpartners, η οποία είχε μυστική συνεργασία με το Μαξίμου την εποχή της έντονης αντιγερμανικής ρητορείας. Το γερμανικό γραφείο συμβούλων επιχειρήσεων έχει άριστες διασυνδέσεις με κυβερνητικές πηγές, κομματικά στελέχη και οικονομικούς παράγοντες της Γερμανίας, ενώ η βασική πρότασή του στον Ελληνα πρωθυπουργό αφορούσε μία εκδοχή του Ταμείου Αποκρατικοποιήσεων.
Οι Γερμανοί μάνατζερ, στην κρίσιμη φάση της διαπραγμάτευσης, πρότειναν να χρησιμοποιηθεί το Ταμείο ως όχημα για την προσέλκυση επενδύσεων, όμως η πρόταση δεν έφτασε ποτέ στο υπουργικό συμβούλιο και αντί αυτού- σύμφωνα με πηγή της γερμανικής εταιρείας που μίλησε στα «Νέα»- αποφασίστηκε το δημοψήφισμα.
Η επαφή με τους Γερμανούς είχε γίνει μέσω ανθρώπου που ανήκε στον στενό κύκλο του πρωθυπουργού και γνώριζε την εταιρεία, σύμφωνα με την εφημερίδα. Η εκτίμηση των Γερμανών μάνατζερ ήταν ότι με το κοινό νόμισμα δεν υπήρχε καμία πιθανότητα ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας χωρίς ένα μεγάλο επενδυτικό πρόγραμμα. Το κλειδί θα ήταν το Ταμείο Καταπιστευτικής Διαχείρισης, όπως το γερμανικό Τρόικχαντ, που θα διαχειριζόταν το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων, με τα έσοδα από αυτές να χρησιμοποιούνται για την έκδοση ομολόγου και την προσέλκυση κεφαλαίων από ιδιώτες.
Οι Γερμανοί μάνατζερ, σύμφωνα με το δημοσίευμα, διασφάλιζαν επαφές με κορυφαίους βιομηχανικούς ομίλους, έτοιμους να επενδύσουν δισεκατομμύρια στην Ελλάδα, ενώ διαβεβαίωναν τον Ελληνα υπουργό Οικονομικών ότι η πρόταση θα γίνει δεκτή από την πολιτική ηγεσία του Βερολίνου.
Ο κ. Τσίπρας τελικά δεν έθεσε την πρόταση στο υπουργικό συμβούλιο. Οχι επειδή φοβόταν την απόρριψη της αριστερής πτέρυγας- σημειώνει η εφημερίδα- καθώς οι Γερμανοί μάνατζερ μιλούσαν με «ανοιχτά χαρτιά» και ευκολότερα με υπουργούς όπως ο Παναγιώτης Λαφαζάνης και η Νάντια Βαλαβάνη, σύμφωνα με το δημοσίευμα. Πιθανότερος λόγος είναι, συνεχίζουν τα «Νέα», να έκρινε ο πρωθυπουργός ότι πολιτικά δεν μπορούσε σε εκείνη τη φάση να παρουσιάσει ως δική του μία πρόταση με την οποία θα συμφωνούσαν η Ανγκελα Μέρκελ και ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.