Για ουσιαστικό εργαλείο αν και εφόσον, δεν ‘θυσιαστεί’ στα γρανάζια της γραφειοκρατίας, κάνει λόγο ο πρόεδρος του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης και α΄ αντιπρόεδρος της ΚΕΕ, Παναγιώτης Παπαδόπουλος αναφερόμενος στον εξωδικαστικό συμβιβασμό.
«Αποτελεί ένα θετικό βήμα, έστω και σημαντικά αργοπορημένο, προς την κατεύθυνση της εξυγίανσης τόσο του τραπεζικού, όσο και του επιχειρηματικού τοπίου στη χώρα. Το γεγονός πως για πρώτη φορά διαμορφώνεται ένα εξωδικαστικό πλαίσιο, που δίνει την ευκαιρία σε μια υπερχρεωμένη επιχείρηση να συγκεντρώσει όλους τους πιστωτές της, προκειμένου να ρυθμίσει όλα τα χρέη της, αποτελεί μια ευχάριστη εξέλιξη» αναφέρει ο πρόεδρος του ΒΕΘ, ωστόσο θα πρέπει να υπάρξουν βελτιώσεις, ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις εκείνες που θα δώσουν τη δυνατότητα στην πλειονότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων για ένταξη στη ρύθμιση.
«Ο εξωδικαστικός συμβιβασμός μπορεί να αποτελέσει σωσίβιο για την αγορά που βουλιάζει καθημερινά, ωστόσο τα κριτήρια ένταξης σε αυτόν είναι πολύ αυστηρά και μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων κινδυνεύει να μείνει εκτός ρύθμισης» υπογραμμίζει ο κ. Παπαδόπουλος, επισημαίνοντας πως «το κριτήριο να μην μπορεί μια επιχείρηση να υπαχθεί στο Νόμο, αν το 85% των συνολικών οφειλών της ανήκει σε έναν πιστωτή, θέτει προσκόμματα στην ένταξη σημαντικού αριθμού επιχειρήσεων, διότι είναι σύνηθες μια μικρομεσαία επιχείρηση να διατηρεί τον δανεισμό της σε έναν μόνο πιστωτικό φορέα».
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΒΕΘ, προβληματισμό δημιουργεί και το γεγονός πως για να ενταχθεί μια επιχείρηση στον εξωδικαστικό συμβιβασμό απαιτείται να έχει τουλάχιστον μία κερδοφόρα χρήση κατά την τελευταία τριετία. «Το εν λόγω κριτήριο δυσχεραίνει ιδιαίτερα την ένταξη χιλιάδων επιχειρήσεων, καθώς η τελευταία τριετία ήταν εξαιρετικά δυσμενής λόγω της οικονομικής κρίσης. Παράλληλα το γεγονός ότι στον εξωδικαστικό συμβιβασμό εντάσσεται το σύνολο των πιστωτών του οφειλέτη, από τράπεζες, δημόσιο, ασφαλιστικά ταμεία, προμηθευτές και εργαζόμενοι, καθιστά τη διαδικασία αρκετά πολύπλοκη. Μάλιστα η διαδικασία είναι ίδια τόσο για τις μικρές, όσο και για τις μεγάλες επιχειρήσεις με μόνη διαφοροποίηση τη συμμετοχή εμπειρογνώμονα, η οποία για τις μικρές επιχειρήσεις είναι προαιρετική» σχολιάζει ο πρόεδρος του ΒΕΘ, υπογραμμίζοντας πώς ο όγκος των πιστοποιητικών και των εγγράφων που απαιτούνται για την ένταξη στη ρύθμιση είναι εξίσου μεγάλος και η συγκέντρωσή τους ιδιαίτερα χρονοβόρα.
«Αυτό που επιζητούμε είναι η λύση του προβλήματος και όχι η δημιουργία μεγαλύτερων που τελικά θα απαξιώσουν την προσπάθεια του εξωδικαστικού συμβιβασμού» καταλήγει ο κ. Παπαδόπουλος.