ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Το φιάσκο της Ριανκούρ: 24 χρόνια από το πρώτο τετ α τετ ΕΛΑΣ και 17Ν

Ήταν 23 Μαρτίου του 1992. Η αστυνομία «ακουμπά» τη 17 Νοέμβρη, αλλά μία σειρά τραγικών λαθών, λειτουργεί υπέρ των τρομοκρατών, που τελικά κατάφεραν να ξεφύγουν. Η υπόθεση έμελε να γίνει γνωστή ως «φιάσκο της Λουίζης Ριανκούρ» και πολλά σημεία της, εξακολουθούν να είναι μέχρι σήμερα σκοτεινά.

Στις 08.00 το πρωί, μια ομάδα τεσσάρων ανδρών των ΕΚΑΜ παρακολουθούν τις κινήσεις ύποπτου βαν, το οποίο έχει εμφανιστεί τρεις φορές μέσα στην ίδια εβδομάδα στο ίδιο σημείο. Οι αστυνομικοί δεν αντιλήφθηκαν ότι πρόκειται για μέλη της 17Ν, οι οποίοι έκαναν «πρόβα» χτυπήματος. Ωσπου να αντιδράσουν, οι ύποπτοι είχαν εξαφανιστεί.

Τι έλεγε η Αστυνομία

Το θέμα «κρύφτηκε» τότε για περισσότερο από έναν μήνα από την Αστυνομία και όταν τελικά το «φιάσκο» αποκαλύφθηκε, υπήρξαν εκτιμήσεις στελεχών της Αστυνομίας «για μια πολύ καλά οργανωμένη ενέδρα».

Ο τότε υπουργός Δημόσιας Τάξης, Θόδωρος Αναγνωστόπουλος, παραδέχθηκε σε μια συνέντευξη Τύπου ότι η «μονάδα των ΕΚΑΜ που πήρε μέρος στην επιχείρηση δεν έκανε καλά τη δουλειά της». Σύμφωνα με το υπουργείο Δημόσιας Τάξης, άγνωστη γυναίκα τηλεφώνησε στην Αστυνομία και ανέφερε ότι στην οδό Λουίζης Ριανκούρ, κοντά στο Γηροκομείο Αθηνών, θα γινόταν συνάντηση μελών της οργάνωσης-φαντάσματος. Ο Θόδωρος Αναγνωστόπουλος είπε ακόμη ότι «από την Αστυνομία υπήρχαν διαρροές προς τις τρομοκρατικές οργανώσεις».

Μετά την αποκάλυψη του «φιάσκου», ο επικεφαλής των ΕΚΑΜ και εκπαιδευόμενος στις ΗΠΑ αξιωματικός Μιχάλης Μαυρουλέας πήρε δυσμενή μετάθεση για τη Σάμο.

Στη δίκη της 17Ν, είχε κληθεί να καταθέσει για το περιστατικό ο Στέφανος Μακρής ο οποίος διατέλεσε αρχηγός της ΕΛ.ΑΣ. από το Μάρτιο του 1992 έως το Μάρτιο του 1993. Κατέθεσε ότι η γυναίκα που τους έδωσε την πληροφορία για τη Λουίζης Ριανκούρ, εισέπραξε το ποσό των 13 εκατομμυρίων δραχμών, χωρίς οι αστυνομικές αρχές να μπορέσουν να την αντιμετωπίσουν. Ο εισαγγελέας έκανε λόγο για δεύτερο φιάσκο.

Η «Μαρία της Ριανκούρ»

Στην κατάθεσή του ο κ. Μακρής ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι το τρίτο δεκαήμερο του Μαρτίου του 1992 δέχθηκε τηλεφώνημα από μια γυναίκα, η οποία του είπε ότι ετοιμαζόταν από τη «17 Νοέμβρη» χτύπημα εναντίον δικαστικού λειτουργού στις 27 Μαρτίου και πως, αν αποτύχει η επιχείρηση, τα μέλη της οργάνωσης θα συγκεντρωθούν στη οδό Λουίζης Ριανκούρ.
Ο κ. Μακρής υποστήριξε πως ενημερώθηκε τότε η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Δημόσιας Τάξης και οργανώθηκε μία επιχείρηση, η οποία όμως απέτυχε. Σύμφωνα με την κατάθεσή του, στο σημείο που είχε αναφερθεί, εμφανίστηκε ένα κίτρινο φορτηγάκι απ’ όπου κατέβηκαν δύο άτομα, από τους οποίους ο ένας φορούσε περούκα.

Τι έλεγε η 17Ν

Η οργάνωση έβγαλε μια προκήρυξη με ημερομηνία 8 Μαΐου 1992 και ανέφερε μεταξύ άλλων ότι έκανε συχνά «πρόβες», δοκιμάζοντας ένα προσχεδιασμένο χτύπημα. Ανέφερε επίσης ότι ο Μαυρουλέας, ο επικεφαλής της συγκεκριμένης ομάδας των ΕΚΑΜ, «ενήργησε ήρεμα και συνετά και βασιζόμενος στην πείρα του συνειδητοποίησε ότι αν η Αστυνομία είχε κινηθεί εναντίον του βαν της 17Ν, οι πέντε κομάντος θα τους είχαν γαζώσει με σφαίρες».

Στην προκήρυξη η 17Ν γράφει: «Μπορεί βέβαια σήμερα να αποκαλύφθηκε ότι ο περίφημος πληροφοριοδότης στην ασφάλεια ήταν παραμύθι, ότι κατασκεύασαν ολόκληρη 17Ν μαϊμού για να τσεπώσουν τα εκατομμύρια της επικήρυξης και ότι η δική μας εκδοχή της Ριανκούρ ήταν αληθινή, αλλά τέτοια ψιλοπράγματα δεν πτοούν τους πρακτοράρες».

Η 17Ν άφησε να εννοηθεί ότι τα μέλη της ξέχασαν το περίστροφο μέσα στο φορτηγάκι, στην προσπάθειά τους να μεταφέρουν τον υπόλοιπο οπλισμό που υπήρχε μέσα σ’ αυτό. «Ας μας επιτραπεί να μην πούμε γιατί αφέθηκε το περίστροφο. Το γεγονός όμως δείχνει το μέγεθος του οπλισμού που υπήρχε μέσα στο αυτοκίνητο».

Τι έλεγαν οι εφημερίδες

Εκείνη την εποχή υπήρχε έντονη σεναριολογία για μια γυναίκα πληροφοριοδότη της 17Ν, η οποία ενημέρωνε τις αρχές για τις ενέργειές της. «Αυτό ήταν εν μέρει αλήθεια. Είχε παρουσιαστεί μια γυναίκα πράγματι στις αρχές, αλλά δεν έδωσε αυτή τις πληροφορίες στην Αστυνομία σχετικά με τις κινήσεις της οργάνωσης» εκτιμούν «Τα Νέα» της 5.2.2002.

Οι πρωταγωνιστές

Το καλοκαίρι του 2002, με την εξάρθρωση της 17Ν, η Αστυνομία απέσπασε την ομολογία του Βασίλη Τζωρτζάτου, ο οποίος στην προανακριτική του κατάθεση ομολόγησε τη συμμετοχή του στο περιστατικό.

Στην κατάθεσή του ο Τζωρτζάτος λέει: «Στη γνωστή υπόθεση της Ριανκούρ στο φιάσκο της Αστυνομίας ήμουν κι εγώ εκεί με τον «Λουκά» (σ.σ.: Δημ. Κουφοντίνα), τον «Μιχάλη» (σ.σ.: Σάββα Ξηρό) και με κάποιους άλλους που δεν θυμάμαι».

Ο Χριστόδουλος Ξηρός στην προανακριτική του απολογία τονίζει: «Στη συνέχεια από συζητήσεις στην οργάνωση έμαθα για το περιστατικό της Ριανκούρ, στο οποίο πήραν μέρος ο αδελφός μου ο Σάββας, ο «Λουκάς» (σ.σ.: Δημ. Κουφοντίνας), ο «Σταμάτης» (Βασίλης Τζωρτζάτος) και ένας ακόμη που δεν θυμάμαι. Απ’ ό,τι ξέρω μόλις μπήκαν στο κλειστό φορτηγό, το οποίο ήταν σταθμευμένο στην οδό Ριανκούρ από την προηγούμενη ημέρα, αντελήφθησαν την παρουσία αστυνομικών με πολιτικά και αντί να έρθουν στο σημείο που είχαμε ραντεβού, σε πάρκο πίσω από τον Ερυθρό Σταυρό, αυτοί έφυγαν εσπευσμένα προς την περιοχή του Γηροκομείου, όπου εγκατέλειψαν το φορτηγάκι, μέσα στο οποίο ξέχασαν κι ένα περίστροφο, λόγω της βιασύνης τους να εξαφανιστούν».