ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Προσοχή: Η ψηφιακή «ακαταστασία» θέτει σε κίνδυνο τα προσωπικά μας δεδομένα

Η ψηφιακή ακαταστασία είναι ένα φαινόμενο που μαστίζει τις σύγχρονες ψηφιακές συσκευές, με τα αυξημένα επίπεδα των αποθηκευμένων πληροφοριών στα smartphones, tablets και υπολογιστές να τίθενται σε κίνδυνο από τους  χρήστες λόγο κακής ψηφιακής συντήρησης.

Νέα έρευνα της Kaspersky Lab δείχνει ότι οι συνήθειες των χρηστών που αφορούν τη φροντίδα και την προστασία των εφαρμογών που έχουν στις συσκευές τους, καθιστά ιδιαιτέρως ευάλωτα τα ευαίσθητα δεδομένα που βρίσκονται στους υπολογιστές ή τα tablets τους.
Η έρευνα δείχνει ότι η διατήρηση του ελέγχου του περιεχομένου των συσκευών τους είναι μία διαδικασία που οι χρήστες προσπαθούν να αποφύγουν. Μόνο οι μισοί αναθεωρούν το περιεχόμενο των υπολογιστών και των tablets τους σε τακτική βάση, αλλά δύο στους τρεις (63%) κάνουν το ίδιο στα smartphones τους.
Ωστόσο, αυτό είναι τυπικό γιατί τα smartphones έχουν μικρότερη μνήμη από τους υπολογιστές και τα tablets. Στην πραγματικότητα, το 35% των χρηστών έχει διαγράψει εφαρμογές που βρίσκονται στα smartphones τους λόγω της έλλειψης χώρου, ενώ μόλις το 13% των χρηστών κάνει το ίδιο στους υπολογιστές του.
Το ένα τέταρτο των χρηστών δεν θυμάται πότε απεγκατέστησε τελευταία φορά μία εφαρμογή από τον υπολογιστή του, ενώ το ποσοστό αυτό πέφτει στο 12% για τα smartphones. Αυτό έχει οδηγήσει σε μία κατάσταση όπου το ένα τρίτο των εφαρμογών που βρίσκονται στους υπολογιστές των χρηστών είναι εντελώς περιττές ή δεν χρησιμοποιούνται ποτέ, αλλά μένουν στον σκληρό τους δίσκο καταλαμβάνοντας χώρο κι ενδεχομένως να τρέχουν στο παρασκήνιο, θέτοντας σε κίνδυνο τα ευαίσθητα δεδομένα.
Όλες οι συσκευές μας αποθηκεύουν ευαίσθητα δεδομένα και επομένως πρέπει να τις μεταχειριζόμαστε με γνώμονα το γεγονός αυτό. Ωστόσο, η έρευνα δείχνει ότι οι χρήστες δε μεταχειρίζονται με τον ίδιο τρόπο τις συσκευές τους. Η έρευνα φανέρωσε ότι το 65% των χρηστών ενημερώνει άμεσα τις εφαρμογές στα smartphones, παρέχοντάς τους τα πιο πρόσφατα patches κι ενημερώσεις ασφάλειας.
Σαν αποτέλεσμα αυτής της συμπεριφοράς, οι χρήστες διακινδυνεύουν μια σειρά προβλημάτων που συνδέονται με τη συσσώρευση ψηφιακής ακαταστασίας στις συσκευές τους – ιδιαίτερα στους υπολογιστές τους. Τα στατιστικά της Kaspersky Lab δείχνουν ότι οι χρήστες αντιμετωπίζουν κακόβουλα λογισμικά στους υπολογιστές τους περισσότερο από ότι στις υπόλοιπες συσκευές (28% σε σύγκριση με το 17% των  smartphones).
Η μελέτη έχει βρει μια αντίφαση στη στάση των χρηστών απέναντι στις συσκευές τους και τις απειλές που αντιμετωπίζουν οι συσκευές αυτές. Σύμφωνα με την έρευνα, παρά τις ριψοκίνδυνες στάσεις των χρηστών όσον αφορά τη διαχείριση της ακαταστασίας των υπολογιστών και της μεγαλύτερης απειλής «μολύνσεων» από κακόβουλο λογισμικό σε αυτές τις συσκευές, οι περισσότεροι ερωτηθέντες εξακολουθούν να θεωρούν τους υπολογιστές ως τον ασφαλέστερο χώρο για τα δεδομένα τους.
Ο Andrei Mochola, Head of Consumer Business της Kaspersky Lab, δήλωσε: «Οι ψηφιακές συσκευές που χρησιμοποιούμε καθημερινά αποθηκεύουν πολύτιμα δεδομένα, τα οποία οι χρήστες δε θέλουν να πέσουν σε λάθος χέρια ή να χάσουν σε περίπτωση βλάβης της συσκευής ή «μόλυνσης» της από κακόβουλο λογισμικό. Η καταπολέμηση της ψηφιακής ακαταστασίας απαιτεί από τους χρήστες να λαμβάνουν μέτρα διαχείρισης, καθαρισμού και ενημέρωσης εφαρμογών σε όλες τις συσκευές του νοικοκυριού τους. Η φροντίδα και η συντήρηση θα πρέπει να αποτελούν προτεραιότητα στην ψηφιακή σας ζωή, όπως και στον φυσικό κόσμο, προκειμένου να κρατήσετε τους χάκερ σε απόσταση ασφαλείας».
Για να διατηρήσουν ασφαλείς τις ψηφιακές τους συσκευές, η Kaspersky Lab συνιστά στους χρήστες να ακολουθήσουν τα παρακάτω βήματα:
  • Ενημέρωση εφαρμογών – είναι σημαντικό για τους χρήστες να ενημερώνουν τις εφαρμογές μόλις κυκλοφορούν νεότερες εκδόσεις, επειδή ενδέχεται να περιλαμβάνουν ενημερώσεις κώδικα ασφαλείας που αποτρέπουν ή μειώνουν τις ευπάθειες στην εφαρμογή
  • Εκκαθάριση εφαρμογών – οι κακώς διαχειριζόμενες εφαρμογές smartphone αποτελούν επίσης απειλή για την ασφάλεια επειδή συχνά μεταδίδουν δεδομένα ακόμη και όταν δεν χρησιμοποιούνται.
  • Αλλαγή ρυθμίσεων εφαρμογών – αυτές επιτρέπουν στον χρήστη να διαχειριστεί τον τρόπο αλληλεπίδρασης της εφαρμογής με τη συσκευή. Για παράδειγμα, οι εφαρμογές μπορούν να έχουν πρόσβαση σε ευαίσθητες πληροφορίες χρήστη, να εντοπίζουν τοποθεσίες χρηστών και να μοιράζονται δεδομένα χρηστών με server τρίτων. Η αποτυχία διαχείρισης αυτών των ρυθμίσεων μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα οι εφαρμογές που δεν χρησιμοποιούνται να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες στη συσκευή χωρίς ο χρήστης να το γνωρίζει.
  • Χρήση ειδικού λογισμικού – εγκαταστήστε ειδικό λογισμικό που μπορεί να σας βοηθήσει να διακρίνετε τις εφαρμογές που συμπεριφέρονται ύποπτα και εκείνες που δεν χρησιμοποιούνται, καθώς και εκείνες που πρέπει να ενημερωθούν.