Κραυγή αγωνίας για τους μελισσοκόμους της Χαλκιδικής! Απειλείται με εξαφάνιση ο κλάδος, σε περίπτωση που συνεχιστούν κι επεκταθούν οι εργασίες στα μεταλλεία στην ευρύτερη περιοχή της Ιερισσού, σύμφωνα με έρευνα του γεωπόνου, δρ Μελισσοκομίας του ΑΠΘ Γιώργου Γκόρα.
Τα στοιχεία της έρευνας του κ. Γκόρα παρουσιάστηκαν στο πλαίσιο της εκδήλωσης «Οι καταστροφικές επιπτώσεις από την εξόρυξη χρυσού στην Κεντρική Μακεδονία», που πραγματοποιήθηκε στο Δημοτικό Θέατρο Καλαμαριάς «Οδός Χηλής».
«Η μελισσοκομία δίνει πολλές πρωτιές στην Ελλάδα, που φημίζεται για το μέλι της. Επιδοτείται μάλιστα με περίπου 6.000.000 ευρώ ετησίως από προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης κι αποτελεί πόλο έλξης για πολλούς νέους. Σε περίπτωση που προχωρήσει η καταστροφή στη Χαλκιδική, η μελισσοκομία θα εξαφανιστεί καθώς λόγω της ρύπανσης, της αποψίλωσης και της βλάβης που θα προκληθεί στην ισορροπία του περιβάλλοντος, τα μελίσσια θα αφανιστούν» ανέφερε ο κ. Γκόρας.
Σύμφωνα με τον ίδιο, κάθε φθινόπωρο μετοικούν στη Χαλκιδική και στη Θάσο περίπου 500.000 μελίσσια, που παράγουν το περίφημο πευκόμελο κι αποδίδουν περίπου το 50% της παραγωγής της χώρας μας. «Αν υπολογίσουμε ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία της εταιρείας, κάθε ώρα εξόρυξης θα παράγονται 3.116 τόνοι σκόνης, επιβαρημένης με θειούχες ενώσεις βαρέων μετάλλων, αρσενικό, κάδμιο, χρώμιο κλπ κι ότι θα αποψιλωθούν χιλιάδες στρέμματα πευκόδασους, καταλαβαίνουμε ότι οι επιπτώσεις στη μελισσοκομία θα είναι τραγικές» τόνισε.
Λάβρος κατά της επένδυσης της Eldorado Gold ήταν και ο Φυσικός, Αναπληρωτής Καθηγητής του ΑΠΘ Χρήστος Ελευθεριάδης. «Στη Ζάμπια, την οποία θεωρούμε τριτοκοσμική χώρα, τα μεταλλευτικά δικαιώματα της χώρας είναι στο 20% επί της παραγωγής. Για την επένδυση στις Σκουριές το ελληνικό κράτος θα λαμβάνει μόλις 1,5% στα δημόσια μεταλλεία και το ανώτερο 1% στα ιδιωτικά…» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Ελευθεριάδης.
Τον κώδωνα του κινδύνου για τις ελλιπέστατες μελέτες των φραγμάτων που θα κατασκευαστούν προκειμένου να λειτουργήσουν τα μεταλλεία, έκρουσε από την πλευρά του ο Καθηγητής Γεωφυσικής του ΑΠΘ Κωνσταντίνος Παπαζάχος. Σύμφωνα με τον ίδιο, στην ευρύτερη περιοχή υπάρχουν ισχυρά σεισμικά ρήγματα, ένα εκ των οποίων έδωσε και τον φονικό σεισμό ύψους 7 Ρίχτερ το 1932. «Σε περίπτωση ενός μεγάλου σεισμού της τάξης των 7,3-7,5 Ρίχτερ, τα φράγματα θα υποστούν τεράστιες παραμορφώσεις, δεν θα αντέξουν. Υπάρχουν σοβαρότατες ελλείψεις στις μελέτες τους» τόνισε.