«Δεν συζητήσαμε απολύτως τίποτε» ξεκαθάρισε ο τέως πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ, Φώτης Κουβέλης, απαντώντας στο ερώτημα αν στην προχθεσινή συνάντησή του με τον πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα, συζήτησαν και το ενδεχόμενο συμμετοχής του στην κυβέρνηση.
Ο κ. Κουβέλης, μιλώντας στο «Πρακτορείο 104,9 FM» και στην εκπομπή «Δύο στις 12», με τους Νίκο Γιώτη και Φάνη Γρηγοριάδη, είπε ότι αυτό που συζητήθηκε είναι ότι στη χώρα διαμορφώνεται ένας διπολισμός και ότι οι δυνάμεις που διατηρούν την αυτοτέλειά τους θα πρέπει να συσπειρωθούν για την άσκηση μιας προοδευτικής πολιτικής.
«Διαμορφώνεται πια ένας διπολισμός, όχι δικομματισμός στη χώρα, όπου από τη μια μεριά θα συνυπάρχουν στην κοίτη της ίδιας πολιτικής, στην πολιτική του νεοφιλελευθερισμού, διανθισμένο με κάποιον ασαφή και θολό μεταρρυθμισμό, κάποιες δυνάμεις και κάποιες άλλες, οι οποίες κρατούν την αυτοτέλειά τους, θα πρέπει να συσπειρωθούν στην άσκηση μια προοδευτικής πολιτικής» επισήμανε, ξεκαθαρίζοντας ότι η συνάντηση δεν ήταν ξαφνική, αλλά είχε συμφωνηθεί σε τηλεφωνική επικοινωνία που είχαν πριν από έναν μήνα περίπου.
Είπε ακόμα, ότι η ατζέντα συζήτησης περιελάμβανε τα τρέχοντα σημαντικά ζητήματα, όπως το προσφυγικό, το φορολογικό, το αγροτικό και το κοινωνικοασφαλιστικό, ενώ σημείωσε ότι για το κοινωνικοασφαλιστικό είπε τις απόψεις του για τους «εξορθολογισμούς και τις διορθωτικές παρεμβάσεις» που πρέπει να γίνουν. Πρόσθεσε, ότι αυτές οι παρεμβάσεις θα πρέπει να διακρίνουν τους ασφαλισμένους ανάλογα με την εισοδηματική τους κατάσταση, γιατί -όπως είπε- οι ασφαλιστικές εισφορές με δεδομένη την υπάρχουσα κατάσταση στην αγορά δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπιστούν με έναν οριζόντιο τρόπο. «Και βεβαίως διατύπωσα την άποψη ότι θα πρέπει να αποκρουστεί η οποιαδήποτε επιταγή, -διότι περί αυτού πρόκειται- εκ μέρους των θεσμών, αναφορικά με περικοπές στις βασικές συντάξεις» υπογράμμισε.
Ο κ. Κουβέλης, χαρακτήρισε «εξαιρετικά δύσκολο έως αδύνατον» να εξευρεθεί το απαιτούμενο ποσό των 1,8 δισ. ευρώ, για την κάλυψη του ασφαλιστικού, με δεδομένη την κατάσταση που επικρατεί στην οικονομία και στην αγορά γενικότερα και εκτίμησε ότι η διαπραγμάτευση με τους δανειστές «θα είναι σκληρή και οδυνηρή». Επισήμανε χαρακτηριστικά ότι πρόκειται για «παραλογισμό» από την πλευρά των δανειστών η απαίτησή τους να εφαρμοστούν μέτρα αναντίστοιχα με τις πραγματικές δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας.
Είπε, επίσης, ότι η ελληνική οικονομία είναι δέσμια της ύφεσης που έχουν επιβάλλει η δανειστές, χαρακτήρισε «ασφυκτικό κορσέ» το δημοσιονομικό πρόγραμμα προσαρμογής και υπογράμμισε ότι η κατάσταση που διαμορφώνεται θα πρέπει να συνυπολογίζεται και με το προσφυγικό πρόβλημα.
Για τη νέα τοποθέτηση του κ. Σόιμπλε περί grexit, τόνισε ότι η άποψη αυτή εξακολουθεί να υπάρχει σε κάποιες δυνάμεις της Ευρώπης, αλλά -όπως είπε- η ένταση με την οποία ετίθετο το περασμένο καλοκαίρι έχει υποχωρήσει. «Ο κ. Σόιμπλε δεν έχει εγκαταλείψει την άποψη αυτή, πλην όμως με μικρότερη ένταση επανατίθεται» είπε χαρακτηριστικά.
Καταλήγοντας, επισήμανε ότι εκείνο που προέχει αυτή τη στιγμή για τη χώρα είναι η ανάγκη μιας ουσιαστικής συνεννόησης η οποία όμως -όπως υπογράμμισε- «κατ’ ανάγκη δεν μπορεί να οδηγείται στο οικουμενικό σχήμα», ενώ ζήτησε από την αντιπολίτευση να καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις για τα ζητήματα μείζονος σημασίας, όπως το ασφαλιστικό και το φορολογικό.
«Οι εισηγητές μιας διαφορετικής πολιτικής -και αυτή αναφέρεται στα κόμματα της αντιπολίτευσης και ειδικότερα στα κόμματα του δημοκρατικού τόξου- οφείλουν να πουν ποια είναι η διαφορετική επιλογή, η διαφορετική πορεία που πρέπει να ακολουθήσει η χώρα και εν προκειμένω η κυβέρνηση με την υλοποιούμενη πολιτική της, όταν μάλιστα μερικούς μήνες πριν υπεδείκνυαν -η μνήμη οφείλει να είναι ζωντανή- το «ναι» στο δημοψήφισμα και στο να υπάρξει συμφωνία και όποια να είναι» κατέληξε ο κ. Κουβέλης.