ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Η δίκη των σατανιστών της Παλλήνης: Η υπόθεση που καθήλωσε το πανελλήνιο

Πέρασαν 21 χρόνια από την 7η Ιουνίου του 1995 όταν ξεκίνησε στο Πρωτοβάθμιο Κακουργιοδικείο Αθήνας η δίκη των «σατανιστών της Παλλήνης», της υπόθεσης που συγκλόνισε όλη τη χώρα για τη βιαιότητα των εγκλημάτων.

Κατσούλας, Δημητροκάλης και Μαργέτη, κάθισαν στο εδώλιο των κατηγορουμένων για τις δολοφονίες δύο γυναικών με τις ιστορίες για τελετές μαύρης μαγείας και σεξουαλικά όργια να αφήνουν άφωνο το πανελλήνιο.

Το κουβάρι της υπόθεσης άρχισε να αποκαλύπτεται το Δεκέμβριο του 1993 μετά την εξαφάνιση της ανήλικης Θεοδώρας Συροπούλου.

Οι δύο νεαροί τότε από την Παλλήνη, Ασημάκης Κατσούλας, 21 ετών και ο παιδικός του φίλος, Μάνος Δημητροκάλλης 19 ετών, μαζί με την 18χρονη, Δήμητρα Μαργέτη άρχισαν την ενασχόληση τους με το σατανισμό.

Με τελετές μαύρης μαγείας στην Παλλήνη αλλά και στο Κορωπί προσπαθούσαν να μυήσουν και άλλους στην ομάδα τους. Ωστόσο δεν άργησαν να πραγματοποιήσουν και τα φρικιαστικά τους εγκλήματα.

Η  σύλληψη των δύο αντρών έφερε και την ομολογία τους με ανατριχιαστικές περιγραφές για το τι είχαν διαπράξει.

Ο Ασημάκης Κατσούλας θεωρούνταν ο αρχηγός και τελετάρχης της ομάδας. Μαζί με το Μάνο Δημητροκάλη διέπραξαν το πρώτο τους έγκλημα στις 27 Αυγούστου 1992. Με το πρόσχημα της λευκής μαγείας οδήγησαν την 14χρονη Θεοδώρα Συροπούλου στη θέση Σέσι στο Κορωπί. Οι λεπτομέρειες που έγιναν γνωστές ήταν συγκλονιστικές.

Οι δυο τους έγδυσαν τη μικρή, της φόρεσαν χειροπέδες και την υποχρέωσαν να γονατίσει κρατώντας ένα κερί. Στη συνέχεια τη χτύπησαν με ένα ξύλο στο κεφάλι, αλλά εκείνη διατήρησε τις αισθήσεις της, για να τη αργότερα. Όταν βεβαιώθηκαν πως η κοπέλα είχε πεθάνει, ασέλγησαν πάνω στο πτώμα της και μετά το περιέλουσαν με βενζίνη και έβαλαν φωτιά.

Επόμενο θύμα τους ήταν η Γαρυφαλλιά Γιούργα, την οποία πλησίασαν τη Μεγάλη Τετάρτη, 14 Απριλίου 1993, και προσποιούμενοι τους αστυνομικούς της ζήτησαν να μπει στο αυτοκίνητό τους και να τους ακολουθήσει. Η τύχη της ήταν ίδια με αυτή της Δώρας Συροπούλου.

Ποιοι ήταν οι 3 σατανιστές

Ο Ασημάκης Κατσούλας γεννήθηκε το Μάιο του 1972 και διέμενε μέχρι τη σύλληψή του στην Κάντζα. Δημοσιεύματα της εποχής ανέφεραν βάσει των όσων τους έλεγαν εμπειρογνώμονες, ότι αφού είχε συμπληρώσει τα 17 του, είχε ανεπτυγμένες νοητικές ικανότητες, επιβλητική εμφάνιση και διακατεχόταν από ανησυχία πνεύματος.

Μετά το 1990, άρχισε να χάνει την επαφή του με την οικογένειά του, η οποία δεν γνώριζε τίποτα για τις πράξεις του μέχρι τη σύλληψή του, το 1993. Θεωρείται ο «εγκέφαλος» της τριάδας των σατανιστών, όπως υποδείχθηκε και από τους συγκατηγορούμενούς του που υποστήριζαν πως ακόμα και με απειλές κατά της ζωής τους προσπαθούσε να ικανοποιήσει τις «ορέξεις» του.

Ο Μάνος Δημητροκάλης, έλεγαν πολλοί, είχε το προφίλ του ιδανικού εφήβου. Οι συμμαθητές του τον χαρακτήριζαν ως ένα παιδί χαμηλών τόνων. Γεννήθηκε το 1974 στην Αθήνα και έμενε στην Παλλήνη.

Η κοπέλα της «τριάδας» διέμενε στην Παλλήνη. Είχε γεννηθεί το 1977 και, όπως είχε γίνει γνωστό, γνωριζόταν από πολύ μικρή ηλικία με τον Κατσούλα και κατηγορήθηκε για συνέργεια. Όπως είχε αποκαλύψει η ίδια είχε ερωτική σχέση και με τους δύο νεαρούς. Αρχικά με τον Δημητροκάλη και αργότερα με τον Κατσούλα καθ’ υπόταξη κάποιου δαίμονα. «Ο Μάκης μπήκε στην αρχή σαν παρέα μέσα στη σχέση μας με τον Μάνο. Ώσπου μας έβαλε λόγια και τα χαλάσαμε. Την ίδια μέρα που τα χάλασα με τον Μάνο, πιο πριν είχε υπογραφεί κάποιο συμβόλαιο – με τον σατανά; -Ναι. Από ‘κει ξεκινάει η σχέση μου με τη μαγεία. Τα φτιάχνω με τον Μάκη επειδή ήταν εντολή κάποιου δαίμονα να κάνουμε σχέση» είχε πει χαρακτηριστικά.

Η σύλληψη, η δίκη και η αποφυλάκιση των 2

Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς του 1994, οι τρεις νεαροί σατανιστές μετά το τέλος της προκαταρκτικής εξέτασης και αφού ασκήθηκε εναντίον τους ποινική δίωξη από τον εισαγγελέα Πλημμελειοδικών οδηγήθηκαν στον 19ο τακτικό ανακριτή για την απολογία τους.

Ο Κατσούλας στην εξάωρη απολογία του, προσπάθησε να διαψεύσει τις μαρτυρίες των συγκατηγορουμένων του που τον υποδείκνυαν ως «εγκέφαλο» της συμμορίας, υποστηρίζοντας πως ο ίδιος εκτελούσε απλά εντολές.

Ο Δημητροκάλλης με τη σειρά του υποστήριξε ενώπιον του ανακριτή ότι υπήρξε θύμα του Κατσούλα, ο οποίος τον πίεσε ψυχολογικά. Ομολόγησε την ενοχή του για το πρώτο έγκλημα, αυτό της 14χρονης Θ. Συροπούλου και μιλώντας στους δημοσιογράφους δήλωσε μετανιωμένος για τις πράξεις του.

Η 18χρονη Μαργέτη που κατά το συνήγορό της Αλέξη Κούγια υπήρξε το τρίτο μεγάλο θύμα, πέρα από τις δύο δολοφονημένες γυναίκες, υποστήριξε και αυτή πως είχε πέσει θύμα ψυχολογικού εξαναγκασμού του Κατσούλα.

Οι τρεις τους κρίθηκαν προφυλακιστέοι ύστερα από ομόφωνη απόφαση ανακριτή και εισαγγελέα, ως άτομα ιδιαίτερα επικίνδυνα για τη δημόσια ασφάλεια, για την πρόληψη τέλεσης αδικημάτων από μέρους τους και ως ύποπτοι φυγής.

Οι κατηγορούμενοι παραπέμφθηκαν ενώπιον του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Αθήνας, ύστερα από παραπεμπτικό βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών τον Ιούνιο 1995. Εκείνη την περίοδο σύσσωμη η ελληνική κοινωνία παρακολουθούσε την έναρξη της δίκης ενώ οι ομολογίες και οι λεπτομέρειες των ειδεχθών εγκλημάτων «πάγωναν» το πανελλήνιο. Ήταν χαρακτηριστικό μάλιστα ότι προτού αρχίσει η δίκη, οι δικαστικές Αρχές, εξαιτίας της δημοσιοποίησης κατά την ανακριτική διαδικασία των πολύπλοκων καταθέσεων και των απολογιών των κατηγορουμένων στα ΜΜΕ, απαγόρευσαν τη δημοσίευση άλλων στοιχείων. Στις 23 Ιουνίου 1995 οι κατηγορούμενοι απολογήθηκαν στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο, περιγράφοντας λεπτομερώς τη ζωή τους μετά την «μύηση» στο σατανισμό, αλλά απέφυγαν να μιλήσουν για τις εγκληματικές τους πράξεις.

Λίγες μέρες αργότερα και συγκεκριμένα την 1η Ιουλίου του 1995, το Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο, καταδίκασε τους Α. Κατσούλα σε συνολική ποινή δύο φορές ισόβιας κάθειρξης και πρόσκαιρης κάθειρξης 12 ετών και 10 μηνών και τον Δημητροκάλη σε συνολική ποινή δύο φορές ισόβιας κάθειρξης και πρόσκαιρης κάθειρξης 9 ετών και 10 μηνών για την κατά συναυτουργία τέλεση δύο ανθρωποκτονιών, καθώς επίσης για αντιποίηση δημόσιας εξουσίας, παράνομη κατακράτηση, αρπαγή ανηλίκου, καθύβριση του θρησκεύματος και σύσταση προς διάπραξη κακουργημάτων. Επιπρόσθετα, ο Ασημάκης Κατσούλας για βιασμό, ενώ ο συναυτουργός του Δημητροκάλης για απλή συνέργεια.

Από την άλλη η συγκατηγορούμενή τους Δ. Μαργέτη, καταδικάστηκε σε συνολική ποινή πρόσκαιρης κάθειρξης 17 ετών και 4 μηνών, αφού της αναγνωρίστηκε η ελαφρυντική περίσταση της μετεφηβικής ηλικία, όπως επίσης για απλή συνέργεια σε κάθε μία από τις ανθρωποκτονίες και αρπαγή ανηλίκου. Δύο χρόνια αργότερα οι τρεις καταδικασθέντες μέσω των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, ζήτησαν την επανεξέταση κατ’ ουσίαν της υπόθεσης από ανώτερο όργανο.

Στις 8 Δεκεμβρίου 1997 το Μεικτό Ορκωτό Εφετείο Αθηνών συνεδρίασε στη δικαστική αίθουσα των φυλακών Κορυδαλλού με τους Κατσούλα, Δημητροκάλλη και Μαργέτη να αποσκοπούν στη μείωση της ποινής που ορίστηκε από το πρωτοβάθμιο όργανο.

Λίγες μέρες αργότερα, στις 20 Δεκεμβρίου, ο εισαγγελέας της έδρας, πρότεινε να κριθούν ένοχοι όπως και πρωτοδίκως οι δύο άνδρες για ανθρωποκτονία εκ προθέσεως χωρίς ελαφρυντικό και η κοπέλα έχοντας το ελαφρυντικό της μετεφηβικής ηλικίας για απλή συνέργεια στο φόνο της 14χρονης Θεοδώρας Συροπούλου.

Έτσι, στις 24 Δεκεμβρίου το Μεικτό Ορκωτό Εφετείο Αθηνών αποφάσισε ομόφωνα την ενοχή των κατηγορουμένων επικυρώνοντας τη πρωτόδικη ποινή τους. Όμως, έκαναν και τρίτη έφεση. Έτσι, στις 17 Ιανουαρίου το Ε’ ποινικό τμήμα του Αρείου Πάγου συνεδρίασε για να εξετάσει τις αιτήσεις αναιρέσεως της πρωτοβάθμιας ποινής που είχαν καταθέσει οι Δημητροκάλλης και Κατσούλας.

Οι αιτήσεις απορρίφθηκαν από το τμήμα του Αρείου Πάγου, ενώ την ίδια τύχη είχε και η αίτηση αναίρεσης που κατέθεσε ο αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Π. Ζαβολέας, ο οποίος διαφωνώντας κατ’ ουσίαν με την απόφαση του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αθηνών, που καταδίκασε την Δ. Μαργέτη με τη κατηγορία της απλής συνέργειας σε εγκληματική πράξη, ζήτησε την καταδίκη για άμεση συνέργεια και ηθελημένη συμμετοχή, χωρίς το ελαφρυντικό της μετεφηβικής ηλικίας.

Από τις 23 Νοεμβρίου 2001 η Δήμητρα Μαργέτη βρίσκεται εκτός φυλακής αφού το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Πειραιά στο οποίο προσέφυγε ζητώντας επανεξέταση των αιτήσεων για την αποφυλάκισή της, έκανε δεκτή την αίτησή της και διέταξε με όρους την αποφυλάκισή της με τον υπ’ αριθμόν 383 βούλευμα. Οι δικαστές έκριναν ότι επέδειξε καλή διαγωγή κατά την κράτησή της και πως δεν αποτελεί πλέον κίνδυνο για την κοινωνία.

Όσον αφορά τους περιοριστικούς όρους που της επιβλήθηκαν αυτοί ορίζουν πως θα είναι υποχρεωμένη να διαμένει μόνιμα στο πατρικό της στην Παλλήνη, να παρουσιάζεται κάθε 1η και 16η του μηνός στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής της, ενώ της απαγορεύτηκε και η έξοδος από τη χώρα. Οι πληροφορίες αναφέρουν μάλιστα ότι πλέον έχει φτιάξει την οικογένειά της και έχει γίνει μητέρα αλλά εκείνη δεν θέλει να μιλήσει για τη ζωή της, σήμερα.

Ο Ασημάκης Κατσούλας βρίσκεται στη φυλακή και τα δημοσιεύματα της εποχής ανέφεραν ότι δεν έδειξε να συμμορφώνεται αφού ακόμα και μετά την βαριά ποινή του, δε δίστασε να απασχολήσει και πάλι τις Αρχές.

Μαζί με έναν άλλο συγκρατούμενό του που κατηγορείτο για ανθρωποκτονία, επικοινωνούσαν καθημερινά μέσω τηλεφώνου με δύο αδελφές 11 και 12 χρονών. Τους έλεγαν ότι είναι αστυνομικοί και ζητούσαν από τα κορίτσια να αγγίξουν απόκρυφα μέρη του σώματος τους, για να μπορέσει όπως έλεγε ο ίδιος να κάνει τηλεφωνική εξέταση DNA.

Τα δύο κορίτσια είπαν στους γονείς τους τι γινόταν και αυτοί με την σειρά τους πήγαν στο Τμήμα Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος. Από την ψηφιακή ανάλυση των τηλεφωνικών κλήσεων διαπιστώθηκε ότι οι τηλεφωνικές κλήσεις γίνονταν από τις φυλακές Μαλανδρίνου και από συγκεκριμένη τηλεκάρτα. Όταν πήγαν στις φυλακές ανακάλυψαν ότι την τηλεκάρτα αυτή χρησιμοποιούσαν ο Κατσούλας μαζί με τον άλλο συγκρατούμενο του. Στην κατοχή βρέθηκαν και άλλοι τηλεφωνικοί αριθμοί.

Επίσης τον Μάρτιο του 2005 σε μια άδειά του από τις φυλακές ο Κατσούλας είχε εμφανιστεί σε 23χρονη ως αστυνομικός και είχε προσπαθήσει να την αποπλανήσει, πάντα βάσει δημοσιευμάτων. Τώρα, κανείς δεν γνωρίζει τίποτα για τη ζωή του πίσω από τη φυλακή ή τουλάχιστον κανείς δεν θέλει να πει.

Ο Μάνος Δημητροκάλης αφέθηκε ελεύθερος το Μάρτιο του 2014 έχοντας εκτίσει τα 2/3 της ποινής του και όπως και η Μαργέτη μετά την αποφυλάκισή τουεξαφανίστηκε από προσώπου γης. Όλες οι πληροφορίες ανέφεραν πως είχε γίνει άλλος άνθρωπος μέσα στις φυλακές και προσπάθησε να διαγράψει το «μαύρο» παρελθόν του.