ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Συρία: Χημικά όπλα, τοξική προπαγάνδα

Toυ 

Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην προκειμένη περίπτωση ότι το καθεστώς Άσαντ παραδέχεται μεν πως βομβάρδισε τη συγκεκριμένη περιοχή, αλλά με μια σημαντική διαφορά: Υποστηρίζει πως η αεροπορία του έπληξε στόχους στις 12 το μεσημέρι, όχι στις 6 τα ξημερώματα, οπότε, όπως λένε οι αντικαθεστωτικοί, έγινε η επίθεση με τα χημικά όπλα.

Τον Αύγουστο του 2014, ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Τζον Κέρι χαιρέτισε την ολοκλήρωση της επιχείρησης για την καταστροφή του χημικού οπλοστασίου της Συρίας και ανακοίνωσε ότι απομακρύνθηκαν από την εμπόλεμη χώρα περισσότεροι από 1.000 τόνοι υλικών στο πλαίσιο της συμφωνίας μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας. Οι πιο επικίνδυνες ουσίες καταστράφηκαν πάνω στο ειδικά διαμορφωμένο αμερικανικό φορτηγό πλοίο MC Cape Ray, στα διεθνή ύδατα της Μεσογείου. Αυτή η επιχείρηση τελείωσε αλλά παραμένουν ορισμένες σοβαρές εκκρεμότητες, είπε τότε ο Τζον Κέρι, δίνοντας έμφαση στον όρο «declared chemical weapons material», δηλαδή στις ουσίες και στις ποσότητες που είχε παραδεχτεί ότι κατείχε το καθεστώς του Μπασάρ Αλ Άσαντ.

Έναν χρόνο νωρίτερα, στα τέλη Αυγούστου του 2013, οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις περίμεναν την εντολή του τότε προέδρου Μπάρακ Ομπάμα για μονομερή στρατιωτική επέμβαση στη Συρία μετά τις καταγγελίες των αντικαθεστωτικών ότι το στυγνό καθεστώς επιτέθηκε με χημικά όπλα εναντίον του ανταρτοκρατούμενου προαστίου Γούτα στην ανατολική Δαμασκό και σκότωσε εκατοντάδες άμαχους. Ήταν άραγε σύμπτωση ότι την ίδια ημέρα (21 Αυγούστου) βρίσκονταν στη Συρία επιθεωρητές του ΟΗΕ προκειμένου να εξετάσουν καταγγελίες για χρήση χημικών από το καθεστώς σε άλλη περιοχή; Πιθανώς όχι. Η διεθνής έρευνα στη Γούτα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι έπεσαν εκεί πύραυλοι με χημικά και ότι «οι δράστες πιθανώς είχαν πρόσβαση στα αποθέματα του συριακού στρατού». Τότε η αμερικανική επίθεση απετράπη έπειτα από παρέμβαση της Ρωσίας, η οποία επιμένει μέχρι σήμερα ότι όλα ήταν μια κακοστημένη προβοκάτσια για να συρθούν οι ΗΠΑ στον πόλεμο.

Στα χρόνια που ακολούθησαν, η ρωσική στρατιωτική παρουσία και η εμπλοκή στη Συρία μεγάλωσαν, έγιναν και άλλες καταγγελίες για τη χρήση χημικών όπλων από το καθεστώς. Ωστόσο, καμιά δεν πήρε τις διαστάσεις της ανθρωπιστικής καταστροφής στην κωμόπολη Χαν Σαϊχούν την περασμένη εβδομάδα. Ούτε προκάλεσε «στοχευμένη» αντίδραση όπως εκείνη που διέταξε ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ. Δεκάδες πύραυλοι Τόμαχοκ έπληξαν τη συριακή βάση Σαϊράτ από την οποία υποτίθεται ότι είχαν απογειωθεί τα αεροσκάφη που προκάλεσαν το μακελειό στη Χαν Σαϊχούν.

Ποιος βομβάρδισε και τι

Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην προκειμένη περίπτωση ότι το καθεστώς Άσαντ παραδέχεται μεν πως βομβάρδισε τη συγκεκριμένη περιοχή, αλλά με μια σημαντική διαφορά: Υποστηρίζει πως η αεροπορία του έπληξε στόχους στις 12 το μεσημέρι, όχι στις 6 τα ξημερώματα, οπότε, όπως λένε οι αντικαθεστωτικοί, έγινε η επίθεση με τα χημικά όπλα. Η εξήγηση που δίνει ο συριακός στρατός –χωρίς να υιοθετεί τον απολογισμό των 86 νεκρών και των 550 τραυματιών- είναι ότι οι βόμβες του δεν περιείχαν χημικά, αλλά χτύπησαν εγκαταστάσεις των ανταρτών όπου κατασκευάζονταν χημικά όπλα. Πρόκειται για μια απλοϊκή εξήγηση που δεν έχει καμιά βάση, απαντούν οι Αμερικανοί. Οι εκτιμήσεις διαφόρων ειδικών γίνονται εξ αποστάσεως και οι αποδείξεις που επικαλούνται προέρχονται από εξετάσεις θυμάτων που μεταφέρθηκαν στην Τουρκία. Δεν υπάρχουν ανεξάρτητοι ερευνητές στον τόπο της τραγωδίας.

Η Δαμασκός και η Μόσχα υποστηρίζουν πως για το μακελειό ευθύνεται το παρακλάδι της Αλ Κάιντα, η οργάνωση Αλ Νούσρα, που άλλαξε ονομασία δύο φορές, παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στα πεδία των μαχών, ενώ έχει κατηγορηθεί και από τις ΗΠΑ για χημικές επιθέσεις.

Καλοί και κακοί τρομοκράτες

Οι τζιχαντιστές της Αλ Νούσρα χαρακτηρίζονται μεν τρομοκράτες από τους Αμερικανούς, αλλά έχουν υποστηριχθεί από την Τουρκία (η αποκάλυψη αυτής της στήριξης ακόμα στοιχειώνει τις σχέσεις της Ουάσιγκτον με την Άγκυρα και τον Ταγίπ Ερντογάν). Από την άλλη, η Τουρκία χαρακτηρίζει τρομοκράτες τους Κούρδους πολιτοφύλακες της βόρειας Συρίας, τον βασικό σύμμαχο των ΗΠΑ στην επιχείρηση για την κατάληψη της Ράκα, της «πρωτεύουσας» του Ισλαμικού Κράτους, στη βόρεια Συρία (για την επιχείρηση αυτή, ρεπορτάζ των “F.T.” στη σελ. 18). Στη Συρία δρουν επίσης δεκάδες μικρές οργανώσεις και κυρίως πολέμαρχοι, γίνονται συμμαχίες τοπικού χαρακτήρα, υπάρχουν άνθρωποι για όλες τις «δουλειές», ξένοι τζιχαντιστές, μισθοφόροι, πράκτορες. Τη σύγχυση επιτείνει η υπεραπλουστευτική εικόνα που καλλιεργούν επί χρόνια πολλά ΜΜΕ για καλούς και κακούς, άλλοτε για άμαχους που εξοντώθηκαν βάρβαρα και άλλοτε για αναπόφευκτες παράπλευρες απώλειες.

Οι «δικοί μας» άμαχοι

Μετά τη Χαμά, τη Χομς, τη Ντούμα, τη Γούτα, το Χαλέπι, ο πόλεμος της προπαγάνδας δίνεται τώρα στη Χαν Σεϊχούν με τους ίδιους επικοινωνιακούς όρους. Το συριακό καθεστώς και οι σύμμαχοί του προσπαθούν να αντικρούσουν την πλημμυρίδα «πληροφοριών» και βίντεο – ντοκουμέντων των αντιπάλων τους, εντοπίζοντας αντιφάσεις, ανακολουθίες και παραλείψεις στα βίντεο των αντικαθεστωτικών (π.χ. διασώστες χωρίς γάντια για τα χημικά, ίδια πρόσωπα που φαίνεται πως πρωτοστατούν σε διαφορετικά επεισόδια, «γιατροί – αρχιτρομοκράτες» κ.λπ.). Υποστηρίζουν πως τα θύματα είναι μεν άμαχοι, αλλά απήχθησαν από τους αντάρτες σε επιδρομές κατά κυβερνητικών περιοχών και έγιναν ακούσιοι πρωταγωνιστές, κυριολεκτικά θυσιάστηκαν για να γυριστούν οι σκηνές της φρίκης.

Όταν είχε γίνει το μακελειό στα περίχωρα της Δαμασκού το 2013, εξέτασα μαζί με έναν βετεράνο σκηνοθέτη τα ντοκουμέντα που προβάλλονταν σε ξένα δορυφορικά δίκτυα. Πολλά τα βρήκε κατάφωρα στημένα. «Βγάζουν μάτι», είπε, «μπορώ να φτιάξω πολύ καλύτερα, αρκεί να έχω τον κατάλληλο χώρο και Άραβες κομπάρσους». Τον ρώτησα προχθές για τα καινούργια ντοκουμέντα και ήταν πολύ επιφυλακτικός.

Στη Συρία περισσεύουν τα χαλάσματα και οι νεκροί…