marantzidis

Ο ματαιωμένος λαϊκισμός ως απειλή

Toυ ΝΙΚΟΥ ΜΑΡΑΝΤΖΙΔΗ*

Ο ​​λαϊκισμός συνιστά απειλή για τη δημοκρατία ή συμβάλλει στην ανανέωσή της; Εχει μόνο αρνητικά χαρακτηριστικά ή μπορούμε να βρούμε και θετικά στοιχεία σε αυτόν; Το ερώτημα αυτό έχει απασχολήσει αρκετούς ειδικούς μελετητές του λαϊκιστικού φαινομένου τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς. Πολιτικοί επιστήμονες όπως ο Κας Μούντε έχουν συμπεράνει πως η απάντηση δεν είναι εύκολη και πως εξαρτάται από την περίπτωση. Σε κάποιες περιστάσεις, πράγματι, ο λαϊκισμός έχει συμβάλει στην ανάδειξη κάποιων παθογενειών των παγιωμένων φιλελεύθερων δημοκρατιών (για παράδειγμα, η διαφθορά, το κλειστό πολιτικό σύστημα, κ.ά. ) και πέτυχε να προωθήσει την ανανέωση τόσο του περιεχομένου της δημοκρατίας όσο και των πολιτικών ελίτ.

Σε περιπτώσεις όμως νεοπαγών ή ασταθών δημοκρατιών, ο λαϊκισμός έχει τη δύναμη να ανατρέψει τους αδύναμους θεσμούς και με την ορμή του να τους παρασύρει στον γκρεμό. Σε αυτές τις περιπτώσεις μετατρέπεται σε ανοικτή απειλή για τη δημοκρατία και τους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς. Οδηγεί τα πράγματα στον αυταρχισμό και στον βοναπαρτισμό. Η Λατινική Αμερική είναι γεμάτη από τέτοια παραδείγματα, όπως αυτό του Τσάβες στη Βενεζουέλα ή του Φουτζιμόρι στο Περού.

Σε ποιες από τις δύο κατηγορίες κατατάσσουμε τη χώρα μας; Στις ώριμες δημοκρατίες, όπου τα βλαπτικά χαρακτηριστικά του λαϊκισμού απορροφούνται σε μεγάλο βαθμό από τις παγιωμένες δομές της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, ή στις ασταθείς δημοκρατίες, όπου ο λαϊκισμός μπορεί να προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη στο σύστημα; Είναι δύσκολο να απαντήσει κανείς γιατί υπάρχουν επιχειρήματα και προς τις δύο κατευθύνσεις. Ομως μερικά πορίσματα ερευνών κοινής γνώμης ίσως πρέπει να μας ανησυχήσουν κάπως περισσότερο.

Σε πρόσφατη έρευνα της Μονάδας Ερευνών Κοινής Γνώμης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας για λογαριασμό του Dukakis Center (η έρευνα παρουσιάζεται στο σημερινό φύλο της «Καθημερινής»), περίπου ένας στους δύο πολίτες απαντούν πως στην Ελλάδα δεν υπάρχει σήμερα δημοκρατία παρά μόνο στον τύπο και όχι στην ουσία. Περίπου, επίσης, ένας στους δύο δηλώνει πως δεν έχει κανένα νόημα να πάει κανείς στις εκλογές να ψηφίσει, γιατί, όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα της κάλπης, στο τέλος αποφασίζουν οι ξένοι, δηλαδή οι δανειστές ή οι τρόικα, για το ποια πολιτική πρέπει να ακολουθηθεί. Τα απογοητευτικά ποσοστά για τη δημοκρατία μας είναι ακόμη μεγαλύτερα στους νέους ανθρώπους μέχρι 35 ετών, οι οποίοι δείχνουν να έχουν απαξιώσει μέσα τους την πολιτική ζωή και τους πολιτικούς.

Στην ουσία, η μισή ελληνική κοινωνία αισθάνεται βαθιά απογοητευμένη και απομακρυσμένη όχι μόνο από το πολιτικό σύστημα αλλά από την ίδια τη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος στη χώρα μας. Οι Ελληνες ψηφοφόροι παρατήρησαν τρεις εκλεγμένες κυβερνήσεις να ανεβαίνουν στην εξουσία με συνθήματα του τύπου «λεφτά υπάρχουν» και «θα σκίσουμε τα μνημόνια», και στο τέλος όχι μόνο να μην τα σκίζουν αλλά να πράττουν ουσιαστικά το αντίθετο, βουλιάζοντας η μία μετά την άλλη μέσα σε σχέσεις υποτέλειας. Οι ψηφοφόροι βλέπουν τους μέχρι πρότινος επαναστάτες και ασυμβίβαστους να μην μπορούν να αποφασίσουν ούτε για το επίδομα των υπαλλήλων του υπουργείου Μεταφορών. Στην πραγματικότητα, οι Ελληνες πολίτες παρατηρούν τους ηγέτες τους να εκλέγονται με άλλο πρόγραμμα και άλλο πρόγραμμα να εφαρμόζουν, κάνοντας κάθε φορά στροφή 180 μοιρών.

Αυτός ο λαϊκισμός ανήκει σε μια ειδική κατηγορία. Πρόκειται για αυτό που θα ονομάζαμε «λαϊκισμό της κωλοτούμπας» ή αλλιώς «κουτοπόνηρο λαϊκισμό», δηλαδή, ενώ είναι στομφώδης και επιθετικός όταν είναι στην αντιπολίτευση, είναι έτοιμος να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα όταν είναι στην εξουσία, έστω και αν αυτό σημαίνει απόλυτη εξαπάτηση των ψηφοφόρων.

Στις μέρες μας, αυτού του είδους η συμπεριφορά εκ μέρους του πολιτικού προσωπικού έχει σοβαρές, και ποιοτικά διαφορετικές σε σχέση με το παρελθόν, συνέπειες. Η στροφή 180 μοιρών εκλαμβάνεται πλέον από τους ψηφοφόρους όχι απλώς ως μία ακόμη κοροϊδία, μία από τις συνηθισμένες προεκλογικές υποσχέσεις που δεν υλοποιήθηκαν, αλλά ως έλλειμμα δημοκρατίας. Στην πραγματικότητα, ο λαϊκισμός μέσα στις συνθήκες βαθιάς κρίσης της ελληνικής οικονομίας δεν υπονόμευσε μόνο τη μακροημέρευσή του στην κυβέρνηση (αυτό δεν θα είχε και τόσο μεγάλη σημασία εντέλει), αλλά την ίδια την πίστη των πολιτών πως, παρά τα προβλήματά της, η δημοκρατία είναι το καλύτερο πολίτευμα.

Η έξοδος από αυτήν τη φαύλη κατάσταση είναι αβέβαιη αλλά απολύτως αναγκαία, αν δεν θέλουμε το προσεχές διάστημα να ενδυναμώσουν αυταρχικά πολιτικά σχήματα και να αναδειχθούν προσωπικότητες απειλητικές για τις δημοκρατικές κατακτήσεις της Μεταπολίτευσης. Χρειάζεται ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο ανάμεσα στο πολιτικό προσωπικό και στους Ελληνες πολίτες. Κοινωνικό συμβόλαιο που πρωτίστως να αποκαθιστά τις σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο πλευρών. Σχέσεις εμπιστοσύνης σημαίνει πρώτα απ’ όλα ειλικρίνεια, συνέπεια και θετικός λόγος για το αύριο. Με άλλα λόγια απέναντι στον «λαϊκισμό της κωλοτούμπας» πρέπει να αντιταχθεί το ρεαλιστικό όραμα ενός νέου πατριωτισμού. Πρόκειται, αναμφίβολα, για ένα μεγάλο στοίχημα.

*Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου στην Πράγα.

απο την kathimerini.gr

Τα κείμενα που φιλοξενούνται στη στήλη «Aρθρα-Απόψεις»  δημοσιεύονται αυτούσια και απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων και όχι απαραίτητα του press724.gr.